Και μία σημαντική είδηση, εκτός πανδημίας. Μία νέα μελέτη δείχνει ότι οι επιδράσεις της σωματικής άσκησης στο μεταβολισμό είναι ακόμη μεγαλύτερες από ό, τι πίστευαν οι επιστήμονες. Αξιοποιήστε λοιπόν την καραντίνα και ξεκινήστε να ασκείστε.
Η μοναδική νέα μελέτη δημοσιεύθηκε χθες στο περιοδικό Cardiovascular Research, που εκδίδει η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Καρδιολογίας (ESC). Είναι η πρώτη που εξετάζει τις μεταβολικές επιδράσεις της άσκησης, ενώ παράλληλα ελέγχει προσεκτικά τις διαφορές μεταξύ των συμμετεχόντων στη διατροφή, το άγχος, τα πρότυπα ύπνου και το περιβάλλον εργασίας.
«Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η μεταβολική προσαρμογή στην άσκηση είναι πολύ πιο βαθιά από ό, τι είχε αναφερθεί προηγουμένως», δήλωσε ο επικεφαλής των ερευνητών Δρ. John F. O’Sullivan από το πανεπιστήμιο του Sydney.
Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις κατά τη μελέτη των επιπτώσεων της άσκησης είναι ο έλεγχος για παράγοντες που διαφέρουν μεταξύ των συμμετεχόντων και θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα. Για παράδειγμα: ηλικία, φύλο, βάρος, φυσική κατάσταση, διατροφή (μερικές υγιείς, μερικές πολύ ανθυγιεινές), μοντέλα ύπνου, θέσεις εργασίας (φυσική εργασία έναντι γραφείου), κατανάλωση οινοπνεύματος και κάπνισμα.
«Το κίνητρο μας για αυτή τη μελέτη ήταν να ξεπεράσουμε αυτόν τον περιορισμό, μελετώντας την άσκηση υπό ελεγχόμενες συνθήκες, αποκαλύπτοντας έτσι την πραγματική έκταση των επιδράσεων στο σώμα”, δήλωσε ο Δρ O’Sullivan. “Ως εκ τούτου, χρησιμοποιήσαμε μια ομάδα νεοσύλλεκτων υγιών ανδρών στρατιωτών, παρόμοιας ηλικίας και φυσικής κατάστασης που ζούσαν στην ίδια κατοικία, είχαν τα ίδια πρότυπα ύπνου, έτρωγαν το ίδιο φαγητό και υποβλήθηκαν στο ίδιο σχήμα άσκησης».
Ένα από τα σημαντικότερα οφέλη της άσκησης είναι ο μεταβολισμός, που είναι ο τρόπος με τον οποίο το σώμα μετατρέπει τα τρόφιμα σε ενέργεια και εξαλείφει τα απόβλητα. Οι ουσίες που παράγονται κατά τη διάρκεια του μεταβολισμού, ονομάζονται μεταβολίτες. «Οι μεταβολίτες είναι τα ενδιάμεσα του μεταβολικού μηχανισμού στο σώμα και μπορούν να σηματοδοτήσουν πώς η μεταβολική υγεία αλλάζει ως απάντηση στην άσκηση», εξήγησε ο Δρ O’Sullivan.
Οι ερευνητές μέτρησαν περίπου 200 μεταβολίτες στο αίμα 52 στρατιωτών πριν και μετά από ένα πρόγραμμα 80 ημερών αερόβιας άσκησης και άσκησης με βάρη και τις συνέδεσαν με αλλαγές στην φυσική κατάσταση. Σε σύγκριση λοιπόν με προηγούμενες μελέτες, οι ερευνητές βρήκαν δραματικές αλλαγές σε πολλούς μεταβολίτες.
Οι εκπαιδευμένοι, ενεργειακά αποδοτικοί μύες χρησιμοποιούσαν πολύ περισσότερο καύσιμο – για παράδειγμα λίπος – από ό, τι έχει βρεθεί ποτέ. Οι ερευνητές κατέγραψαν και μέχρι σήμερα αόρατες αλλαγές στα επίπεδα παραγόντων που προέρχονται από το έντερο, τους παράγοντες που εμπλέκονται στην πήξη του αίματος, τα προϊόντα διάσπασης των πρωτεϊνών και τους παράγοντες, που εμπλέκονται στο άνοιγμα των αιμοφόρων αγγείων για την αύξηση της ροής του αίματος.
Οι συμμετέχοντες που δεν είχαν αυτά τα μεταβολικά οφέλη της άσκησης είχαν υψηλότερα επίπεδα ενός μεταβολίτη που ονομάζεται DMGV. «Αυτό είναι ενδιαφέρον γιατί μια πρόσφατη μελέτη διαπίστωσε επίσης ότι αυτός ο μεταβολίτης προέβλεψε ποιος δεν επωφελήθηκε από την άσκηση», δήλωσε ο Δρ O’Sullivan. «Τα επίπεδα DMGV επηρεάζονται από τα γονίδια και τη διατροφή, αυξάνονται με τα ζαχαρούχα ποτά και πέφτουν με λαχανικά και φυτικές ίνες. Η μέτρηση του DMGV μπορεί να εντοπίσει άτομα που χρειάζονται άλλες στρατηγικές εκτός από την άσκηση για να μειώσουν τον καρδιαγγειακό τους κίνδυνο».
Ο Αυστραλός καθηγητής καταλήγει στο συμπέρασμα: «Η ισχύς της άσκησης για την τόνωση του μεταβολισμού είναι πάνω από τις θετικές επιδράσεις της στην αρτηριακή πίεση, τον καρδιακό ρυθμό, τη φυσική κατάσταση, το σωματικό λίπος και το σωματικό βάρος. Τα ευρήματά μας ενισχύουν τον κεντρικό ρόλο της άσκησης στην πρόληψη των καρδιαγγειακών παθήσεων».