Ναι χρειαζόμαστε εμβόλιο για τον νέο κοροναϊό. Χωρίς αυτό, η χαλάρωση των μέτρων καραντίνας ενέχει προφανώς τον κίνδυνο, να αυξηθεί η διασπορά της λοίμωξης. Ναι, η τεχνολογία και η ιατρική έχει κάνει μεγάλη πρόοδο. Όχι όμως τόση, ώστε να είναι σίγουρο ότι θα αναπτυχθεί ασφαλές και αποτελεσματικό εμβόλιο.
Πολλοί ειδικοί λένε ότι το εμβόλιο αναμένεται σε περίπου 18 μήνες. Άλλοι εκτιμούν ότι είναι δυνατόν να τεθεί σε κυκλοφορία μέχρι τις αρχές του 2021. Ελάχιστοι όμως αναφέρονται στο ότι μπορεί να μην καταφέρουμε να φτιάξουμε εμβόλιο για τον SARS-COV-2. Όσο δυσάρεστο και αν ακούγεται, δεν είναι απίθανο. Αντιθέτως…
Οι προσπάθειες που έγιναν παλαιότερα για την ανάπτυξη εμβολίου για τον εξάδελφό του, το SARS δεν πέτυχαν. Προχώρησαν μέχρις σε ένα σημείο, αλλά έμειναν στη μέση. Βέβαια, ο ιός δεν ήταν τόσο μεταδοτικός και ως εκ τούτου το επενδυτικό ενδιαφέρον ατόνησε από την πλευρά των φαρμακοβιομηχανιών και των βιοτεχνολογικών εταιρειών.
Ο νέος ιός είναι πολύ πιο μεταδοτικός και το οικονομικό κίνητρο τεράστιο. Όπως έχουμε γράψει πριν από λίγες μέρες, αυτή την περίοδο, βρίσκονται σε εξέλιξη 115 ερευνητικά πρωτόκολλα για πιθανά εμβόλια. Από αυτά, ήδη πέντε εμφανίζονται να έχουν εισέλθει σε κλινικές δοκιμές φάσης 1.
Προσέξτε. Η φάση 1 αφορά κατά κύριο λόγο τη δοκιμή σε μικρό αριθμό υγιών εθελοντών και εκείνο που αξιολογείται είναι η ασφάλεια του εμβολιασμού. Οι επόμενες φάσεις 2 και 3 είναι εκείνες, που αφορούν πάλι την ασφάλεια, αλλά και την αποτελεσματικότητα κάθε εμβολίου.
Να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι η ανάπτυξη ενός εμβολίου είναι πολύ πιο δύσκολη από εκείνη ενός φαρμάκου. Μία νέα φαρμακευτική ουσία για να λάβει έγκριση έναντι μίας ασθένειας, αρκεί να αποδείξει ότι το ισοζύγιο οφέλους και παρενεργειών είναι θετικό. Και να μην ξεχνάμε ότι ένα φάρμακο χορηγείται σε ασθενείς, που κινδυνεύουν από μία νόσο, ενώ ένα εμβόλιο σε υγιείς, προκειμένου να τους προστατέψει από τη νόσο.
Είναι σαφές λοιπόν ότι η ασφάλεια είναι το πρώτο ζητούμενο σε ένα εμβόλιο, ενώ σε ένα φάρμακο είναι δυνατόν να παραβλέψουμε τους όποιους κινδύνους μίας πειραματικής θεραπείας, αν αυτή σε ένα ποσοστό μπορεί να παρατείνει τη ζωή ασθενών π.χ. που πάσχουν από μία ανίατη και θανατηφόρα νόσο.
Ακριβώς επειδή είναι τόσο υψηλές οι απαιτήσεις για την ασφάλεια των εμβολίων, σήμερα, εκτιμάται ότι παραδοσιακά απαιτούνται περίπου 10 χρόνια μελετών και δοκιμών για να αναπτυχθεί ένα εμβόλιο. Και δεν είναι τυχαίο ότι ενώ υπάρχουν πολλές φαρμακευτικές επιχειρήσεις, παγκοσμίως, μόνο 4 μεγάλες ασχολούνται με τα εμβόλια (Pfizer, Sanofi, MSD, GSK).
Ναι είναι δυνατόν να επιταχυνθούν οι διαδικασίες λόγω της πανδημίας. Είναι όμως θεμιτό αυτό να γίνει σε βάρος της ασφάλειας; Ο καθηγητής Παθολογίας – Ανοσολογίας του πανεπιστημίου Αθηνών κ. Παναγιώτης Βλαχογιαννόπουλος επισημαίνει ότι εγείρονται πολλά ερωτήματα ασφαλείας, καθώς έχουν αρχίσει μελέτες ασφάλειας εμβολίων σε ανθρώπους, παραβλέποντας προηγούμενα στάδια σε ζώα. Ακόμη, ότι χρησιμοποιείται τεχνολογία που δεν έχει αναπτυχθεί, ούτε ελεγχθεί προηγουμένως.
Σπεύδει ο ίδιος να διευκρινίσει ότι “δεν είμαι κατά των εμβολίων, απεναντίας είμαι ανοσολόγος και γνωρίζω ότι πολλές νόσοι έγιναν υπερβολικά ήπιες ή διαδράμουν υποκλινικά λόγω των εμβολίων, αλλά η σύγχρονη επιστήμη έχει βιώσει και απογοητεύσεις από προσπάθειες «fast track» για παρασκευή εμβολίων, που είμαι στη διάθεση του οποιουδήποτε να υπενθυμίσω αν ρωτηθώ”.
Ακόμη και αν πράγματι βρεθεί το εμβόλιο, τα προβλήματα δεν τελειώνουν. Το πρώτο ζήτημα είναι φυσικά να μπορεί να παραχθεί σε μεγάλες ποσότητες, αρκετές εκατοντάδες εκατ. δόσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Bill Gates προχωρεί σε δωρεά την ανέγερση εργοστασίων για 7 διαφορετικά πειραματικά εμβόλια, προτού φανεί ποιο θα εγκριθεί, παίρνοντας το ρίσκο τα περισσότερα, αν όχι όλα να μην εγκριθούν.
Και φυσικά, έχουμε και το ζήτημα της πρόσβασης στο εμβόλιο και του κόστους. Ποιος μπορεί να μας διαβεβαιώσει ότι μικρές χώρες όπως η Ελλάδα θα έχει εγκαίρως πρόσβαση; Είδαμε ήδη τι έγινε με τα μέσα προστασίας (μάσκες και γάντια), όταν ορισμένες χώρες απαγόρευσαν την εξαγωγή τους, προκειμένου να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες.
Στο σημείο αυτό είναι σημαντική η πρόταση, την οποία έχει καταθέσει ο Έλληνας καθηγητής Ηλίας Μόσιαλος και στη συνέχεια ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, που αφορά την αγορά των δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας των εμβολίων από τα ίδια τα κράτη. Είναι φανερό ότι, αν κι εφόσον εγκριθεί και είναι διαθέσιμο ένα εμβόλιο, θα ξεκινήσει ένας αγώνας πρόσβασης. Και ο αγώνας αυτός – όπως όλοι που έχουν γίνει στο παρελθόν – μπορεί να μην είναι δίκαιος.
Ανακεφαλαιώνοντας, ναι χρειαζόμαστε εμβόλιο για τον SARS-COV-2. Απεγνωσμένα. Όμως, δεν είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει. Η ελληνική κυβέρνηση και οι επιστημονικοί σύμβουλοί της οφείλουν να προετοιμάζονται να χαράξουν πολιτική για την επιστροφή στην όποια “κανονικότητα”, λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι πιθανό να μην έχουμε εμβόλιο για μεγάλο χρονικό διάστημα, ακόμη και πέραν των 18 μηνών…