του Νίκου Ι. Νικολόπουλου
Προέδρου Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος
Κάθε κρίση, αναμφισβήτητα, αποτελεί και ένα σημείο καμπής. Η ιστορία είναι γεμάτη από περιόδους κατά τις οποίες πολύ σημαντικά γεγονότα, όπως πόλεμοι, πολιτικές και κοινωνικές ταραχές, επιτάχυναν ή ακύρωσαν εξελίξεις.
Η πανδημία του κορωνοϊού, το δίχως άλλο, βάζει ένα «στοπ» στον μέχρι σήμερα γνωστό κόσμο και θέτει τις προϋποθέσεις τεράστιων αλλαγών. Και είναι στο χέρι μας, οι αλλαγές αυτές να είναι ελπιδοφόρες. Αλλαγές προς το καλύτερο και όχι προς το χειρότερο, τουλάχιστον σε ότι αφορά την πατρίδα μας.
Είναι λοιπόν συλλογική ευθύνη όλων να οδηγήσουμε την πολιτική προς την εθνικά και κοινωνικά βιώσιμη πλευρά της ανασυγκρότησης ενός κράτους δικαίου και πραγματικής πρόνοιας. Η σημερινή κυβέρνηση πήρε εντολή να φέρει τη χώρα σε κανονικότητα. Και ναι μεν αυτή η κανονικότητα επαναπροσδιορίζεται πλέον με βάση τις ανάγκες που δημιουργούν, η πανδημία και τα αποτελέσματά της, αλλά δεν ακυρώνεται. Ως εκ τούτου είναι φυσικό να υποθέτουμε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ωθούμενη από τα γεγονότα, όχι μόνο θα εγκαταλείψει τις νεοφιλελεύθερες «συνταγές» αλλά θα τολμήσει να ξεφύγει και από τα… ημίμετρα στα οποία έχει μέχρι τώρα προχωρήσει, καθώς το μόνο βέβαιο είναι πως η εθνική οικονομία μετά το «μένουμε σπίτι» θα είναι μία οικονομία που είτε θα χρηματοδοτηθεί γενναία, είτε θα… εκπνεύσει.
Η Ευρώπη, μέχρι τώρα τουλάχιστον, δείχνει το… γνωστό κακό πρόσωπό της. «Στάλα – στάλα» προχωράει προς τα εμπρός, μένοντας και πάλι πίσω από τα γεγονότα και τις ανάγκες των λαών της Ευρώπης. Και αν αυτό δεν αλλάξει, η Ε.Ε. θα κινδυνεύσει να βρεθεί μπροστά σε μία ιστορική… κατάρρευση!
Η Ελλάδα όμως, οφείλει να είναι έτοιμη και προετοιμασμένη σε κάθε περίπτωση. Σε μια εποχή που όλα σχεδόν τα οικονομικά ινστιτούτα προαναγγέλλουν το «τέλος της λιτότητας» και την ανάγκη μίας παγκόσμιας ανακατανομής του χρήματος, με τους πιο ισχυρούς να καλούνται να πληρώσουν το πιο βαρύ τίμημα της κρίσης, όλοι ελπίζουμε πως το ευρω-πηδάλιο θα στρίψει έστω και την ύστατη στιγμή, αποφεύγοντας το… παγόβουνο που θα το βυθίσει. Αν παρά ταύτα, η γερμανοκεντρική Ευρώπη επιμείνει να παραμένει «τυφλή» ή «αδιάφορη», το μόνο βέβαιο είναι ότι νέες δυνάμεις θα αναδυθούν, οδηγώντας την ήπειρό μας, ίσως και όλο τον πλανήτη σε μία τεράστια ανακατάταξη συνασπισμών και συμμαχιών.
Η Ελλάδα πρέπει να μείνει στην πλευρά εκείνων που θα προτάξουν τον άνθρωπο και θα ενισχύσουν την εθνική οικονομία με κάθε τρόπο, ιδιαίτερα δε τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Έχει άραγε η κυβέρνηση «σχέδιο Α» αλλά και «σχέδιο Β» (εφόσον απαιτηθεί); Είναι έτοιμη να κάνει ό,τι χρειάζεται για να μην καταρρεύσει η ελληνική οικονομία στον βωμό των γερμανικών ή άλλων συμφερόντων που θα επιδιώξουν και πάλι να κερδίσουν στις πλάτες των πιο ανίσχυρων κρατών;
Τα ερωτηματικά αυτά θα βρεθούν σύντομα ενώπιον των κυβερνώντων. Και οι απαντήσεις που θα δοθούν πρέπει να είναι πειστικές!