«Το σήμα της Επιτροπής «Ελλάδα 2021» επιχειρεί να αποτυπώσει την πολυκύμαντη διαδρομή του Ελληνικού κράτους, με τις επιτυχίες και τις δύσκολες στιγμές που την σημάδεψαν, αλλά και να αναδείξει την ανάγκη της ‘φυγής προς τα εμπρός’, με τους δρόμους που ανοίγονται στο μέλλον».
Αυτός είναι ο άξονας, ή, όπως λέμε στον χώρο της επικοινωνίας, το «brief», δηλαδή οι κατευθυντήριες έννοιες που θέτει ο πελάτης στον σχεδιαστή και πρέπει να λάβει υπόψη του, για να δημιουργήσει μια εφαρμογή οπτικής επικοινωνίας.
Ας επιχειρήσουμε να δούμε αν αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές που δόθηκαν –όπως δηλώνεται στην ιστοσελίδα της επιτροπής Ελλάδα 2021 και τις αναφέρουμε στην εισαγωγή μας– αποτυπώνονται στο συγκεκριμένο σήμα.
Είναι φανερό ότι η έννοια της ελληνικότητας (του ελληνικού κράτους) ούτε καν υπονοείται. Κάτι πολυκύμαντο φαίνεται βεβαίως, έστω και ως κασκόλ, αλλά δύσκολα το ταυτίζει κάποιος με την «πολυκύμαντη διαδρομή του Ελληνικού κράτους». Θεωρητικά, το «πολυκύμαντο» σχέδιο σχηματίζει το ψηφίο «2» όμως ο ανυποψίαστος άνθρωπος το αντιλαμβάνεται μάλλον διότι ακολουθεί το ψηφίο «1» και έτσι γίνεται κατανοητό ότι πρόκειται για τον αριθμό «21». Η «τομή» στο ψηφίο «1» και οι γραμμές που εκτείνονται ως κρόσια του κασκόλ –μάλλον– θέλει πολύ φαντασία για να γίνει κατανοητή η έννοια της «φυγής προς τα εμπρός»!
Συμπερασματικά: το σήμα δεν ταυτίζεται με τις κατευθυντήριες έννοιες που δόθηκαν, πλην μόνο στο ασαφές «πολυκύμαντο». Η «ελληνικότητα» (που έπρεπε είναι το κλειδί σε μια τέτοια αποτύπωση) είναι ανύπαρκτη και τη «φυγή προς τα εμπρός, με τους δρόμους που ανοίγονται στο μέλλον», μάλλον πρέπει να τη μαντέψουμε. Άρα, αφού δεν ανταποκρίνεται στις κατευθυντήριες έννοιες, λογικά κρίνεται αποτυχημένο. Πρακτικά, ο σχεδιασμός θα μπορούσε να αφορά σε οτιδήποτε. Αυτό, που και πάλι θεωρητικά το σώζει, είναι η επεξηγηματική φράση που το συνοδεύει (το lettering, όπως λέμε στο επάγγελμα): «200 χρόνια μετά την επανάσταση-Ελλάδα 2012».
Γιατί λοιπόν επιλέχθηκε και παρουσιάζεται ως μια επιτυχημένη εργασία; Αυτό που μπορούμε να υποθέσουμε απορρέει απ’ το γεγονός ότι, όλοι όσοι ενεπλάκησαν στη διεκπεραίωση, έχουν μάλλον στον νου τους μια διαφορετική ελληνικότητα από αυτήν που έχει η μεγάλη πλειοψηφία του έθνους. Η μεν επιτροπή συγκροτείται από πλήθος προσώπων που εκφράζουν τη λεγόμενη εθνοαποδομητική αντίληψη της Ιστορίας (εν προκειμένω της ελληνικής) όπου θα κυριαρχούσε τις τελευταίες τρεις –τουλάχιστον– δεκαετίες στη χώρα και πιθανόν να τους προκαλούσε αλλεργία μια ταυτότητα που κυριαρχεί κάποιας μορφής εθνικός συμβολισμός. Οι δε σχεδιαστές είτε ταυτίζονται, είτε προθυμοποιήθηκαν να ακολουθήσουν αυτή την αντίληψη. Έτσι έχουμε ένα αποτέλεσμα που σηματοδοτεί μια ουδέτερη ταυτότητα, η οποία όμως είναι «γκλάμουρ», αφού «δημιουργείται με τους πιο σύγχρονους γραφιστικούς κανόνες», από ένα «πολυβραβευμένο γραφείο με διεθνείς πελάτες». Στην ουσία δηλαδή έχουμε ένα «χρυσωμένο χάπι». Αλίμονο αν δεν παρουσιαζόταν ως επιτυχία, θα υπονόμευε την ίδια τη διοργάνωση.
Δεν είναι της παρούσης να πούμε τι σχέδιο θα εξέφραζε την ελληνικότητα και από ποιους έπρεπε να σχεδιαστεί. Προφανώς η χώρα διαθέτει εξαιρετικούς γραφίστες και εικαστικούς καλλιτέχνες με ενδογενή κουλτούρα, αλλά δυστυχώς ή ευτυχώς δεν ανήκουν στα συγκεκριμένα δίκτυα και φυσικά δεν επιλέγονται. Οι λόγοι προφανείς.
Ας ανοίξουμε εδώ μια παρένθεση από τον χώρο της αρχιτεκτονικής, για να μας βοηθήσει να αντιληφθούμε τη δήθεν «ανοιχτή και κοσμοπολίτικη» σχεδιαστική αντίληψη, με δυο παραδείγματα: Το πρώτο, η νέα παραλία της Θεσσαλονίκης που σχεδιάστηκε με τρόπο που θα μπορούσε να αφορά κάθε παραθαλάσσια πόλη του κόσμου (ναι, αυτή που ο σχεδιασμός της έλαβε και πολλά διεθνή βραβεία). Δεύτερο παράδειγμα, το νέο μουσείο της Ακρόπολης. Και οι δύο σχεδιασμοί δεν έχουν συναίσθηση εντοπιότητας. Και είναι φυσικό επακόλουθο όταν στις τέχνες, όπως και σε άλλους τομείς τις τελευταίες δεκαετίες, θεωρείται επιλήψιμο τα έργα να χαρακτηρίζονται ή να αντλούν από την παράδοσή μας. Όπως λέει κι ένας ψυχολόγος «όταν για χρόνια εκπαιδεύεσαι στη μειονεξία έναντι της “φωτισμένης” Δύσης, οδηγείσαι στο να ντρέπεσαι ενοχικά για τη συλλογική σου ταυτότητα».
Στη γραφιστική, που είναι κυρίως μια εμπορική τέχνη, δεν γίνεται εύκολα αντιληπτή στο πλατύ κοινό αυτή η παράμετρος. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, που η σχεδιαστική εφαρμογή αφορά σε εθνική δράση, το αποτέλεσμα ήρθε αντιμέτωπο με την αλήθεια. Γι΄ αυτό με την εμφάνιση του σήματος προέκυψαν αλυσιδωτές αντιδράσεις με κείμενα, ενστάσεις και αφορισμούς κυρίως στα social media. Με την εμφάνισή του έγινε ολοφάνερο στα μάτια των περισσοτέρων ότι το συγκεκριμένο σήμα καταδεικνύει μια αλλοιωμένη εθνική ταυτοπροσωπία. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως για ένα διαφορετικό σχέδιο, είναι οι διαφορετικοί άνθρωποι κι οι διαφορετικοί στόχοι που θα έπρεπε να στελεχώνουν μια τέτοια διοργάνωση.