Μπορούμε, σε αυτή τη συγκυρία, να μιλούμε ταυτόχρονα για περισσότερα ζητήματα που το καθένα τους και είναι αιχμής, και συνιστά κίνδυνο για το λαό μας, και λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής δυσκολίας όταν συνδυάζεται με τα υπόλοιπα προβλήματα που έχουν άμεση επιρροή στη ζωή μας ατομικά αλλά και στην πορεία μας συλλογικά.

Το μεταναστευτικό είναι ένα από αυτά. Έχει ενδιαφέρον να εξετάσομε κάποιες παραμέτρους του, γιατί μέσα από αυτό βλέπουμε πώς διαπλέκεται με μια σειρά άλλα ζητήματα που μας απασχολούν.

Πριν προχωρήσομε, να ξεκαθαρίσουμε πως το μεταναστευτικό δε θα υπήρχε δίχως τις ΜΚΟ (που το διαχειρίζονται), την Τουρκία (που το δημιουργεί κυριολεκτικά, με φτηνές πτήσεις των Τουρκικών αερογραμμών από τις χώρες προέλευσης και με παροχή ελευθερίας δράσης στα δουλεμπορικά δίκτυα) και τις θεωρίες πολιτικής ορθότητας με τους ντόπιους φορείς τους (που το στηρίζουν ιδεολογικά).

Εξετάζοντας το μεταναστευτικό θα διαπιστώσομε ότι είναι πρωτίστως ζήτημα εθνικής κυριαρχίας. Η (μη) φύλαξη των συνόρων επιτρέπει τις διελεύσεις από στεριά και τις προσεγγίσεις από θάλασσα. Ένα κράτος που δεν είναι σε θέση να ελέγξει ποιος μπαινοβγαίνει στην επικράτειά του είναι κράτος μειωμένης κυριαρχίας. Αυτό επιτείνεται όταν το πολιτικό προσωπικό του κράτους, οι εκλεγμένοι μας εκπρόσωποι, εφαρμόζουν πολιτικές που αγνοούν την ύπαρξη συνόρων: Έχομε ακούσει δηλώσεις ότι δεν υπάρχουν θαλάσσια σύνορα, αντιδράσεις στη θωράκιση του Έβρου, αποδοχή των τετελεσμένων της εισόδου των μεταναστών στη χώρα μας. Κι έχομε δει την κυριαρχία μας να υποχωρεί όταν το ίδιο το κράτος αποσύρεται από τους τομείς ευθύνης του παραχωρώντας τη διαχείρισή τους σε ΜΚΟ που επιβάλλονται στην τοπική κοινωνία και την καταδυναστεύουν, υποκαθιστώντας το κράτος, επιβάλλοντας την προνομιακή μεταχείριση των μεταναστών, διαλύοντας τον κοινωνικό ιστό.

Το μεταναστευτικό καθίσταται μέρος των ελληνοτουρκικών διαφορών, προσθέτοντας έτσι έναν πολλαπλασιαστή ισχύος της Τουρκίας. Η τελευταία το δημιουργεί (και με τη συνεργασία των ΜΚΟ και των ντόπιων φερεφώνων της το υλοποιεί), προσθέτοντας μια Πέμπτη Φάλαγγα στα μετόπισθεν της γραμμής αντιπαράθεσης. Εκεί που οι ΜΚΟ παρουσιάζουν εξαθλιωμένους που χρειάζονται περίθαλψη, στην πραγματικότητα υπάρχουν άνθρωποι που με υποσχέσεις επιδοτούμενης απραξίας γίνονται εργαλείο στα χέρια της Τουρκίας εναντίον μας. Και πρέπει να τονιστεί εδώ πως οι μεταναστευτικοί πληθυσμοί, εδώ και χρόνια, έμπαιναν παράνομα αλλά επιβίωναν μέσα από την εργασία τους (μετανάστες Ανατολικής Ευρώπης κλπ). Τα τελευταία χρόνια, οι εξ Ασίας και Αφρικής αφικνούμενοι, έρχονται με εγγυημένη διαμονή και εισόδημα δίχως καμιά προσπάθεια. Η διάλυση της κοινωνικής συνοχής που προκαλείται στις περιοχές όπου συγκεντρώνονται, εμπεδώνει, μεταξύ άλλων, κι ένα αίσθημα αποξένωσης του λαού από τον τόπο του, σε συνδυασμό με μιαν απέχθεια προς το κράτος του που το θεωρεί συνεργό της πολιτικής αυτής, και επιτείνει τις τάσεις φυγής. Κι όποιος νοιώθει έτσι, έχει μειωμένο κίνητρο να παλέψει για τον τόπο του.

Από τη δράση των ΜΚΟ και τη διαχείριση των μεταναστευτικών δομών επηρεάζεται και ο παραγωγικός τομέας. Όπου δημιουργείται Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης, η τοπική οικονομία συρρικνώνεται. Αυτό γίνεται με την παρεμπόδιση των ντόπιων να κάνουν τις δουλειές τους· το παράδειγμα της Μόριας όπου οι βοσκοί έβλεπαν τα πρόβατά τους να κλέβονται, οι αγρότες τις ελιές τους να καταστρέφονται δίχως να τους προστατεύει κανείς, είναι χαρακτηριστικό. Επιπλέον, η επιμονή σε τρόπους παραγωγής βασισμένους στην ανειδίκευτη εργασία και όχι στην τεχνολογία, δημιουργεί ανάγκη σε ανειδίκευτους εργάτες που μπορεί να την καλύψει ο μεταναστευτικός πληθυσμός. Έτσι, δημιουργούνται πολλές εξαρτήσεις, καθώς ο πληθυσμός τους καταλήγει να είναι πλειοψηφικός κατά περιοχές με αποτέλεσμα την αίσθηση ισχύος και την αποθράσυνσή τους, όπως είδαμε και στο Τυμπάκι.

Από την άλλη, οι ντόπιοι, επειδή τους χρειάζονται για τις εργασίες τους, αποδέχονται αυτή την κατάσταση κι ας είναι ορατή η εξέλιξη των πραγμάτων προς το χειρότερο και προς την εμπέδωση μιας μόνιμης κατάστασης ανασφάλειας. Το αντίδοτο σε αυτό θα ήταν η επένδυση στην τεχνολογία και την εξειδίκευση, που θα κάλυπτε τις ανάγκες αυτές με λιγότερο προσωπικό, που κατά περίπτωση θα έπρεπε να έχει και αντίστοιχες σπουδές.  Τέλος, το μεταναστευτικό συνιστά μιαν επιχειρηματική και οικονομική δραστηριότητα που καταστρέφει οποιαδήποτε άλλη όπου δραστηριοποιείται. Η διάλυση του κοινωνικού ιστού και της τοπικής οικονομίας επιτείνεται από τη δράση των ΜΚΟ που διοχετεύουν τεράστια κονδύλια στην τοπική κοινωνία για να σταματήσει να είναι τέτοια: ενοικιάσεις κατοικιών για στέγαση μεταναστών,  ενοικιάσεις ή αγορές αγρών για δημιουργία δομών που αλλάζουν τη χρήση γης σε βάρος της παραγωγής, είναι παραδείγματα της πρόσφατης και συνεχιζόμενης εμπειρίας που έχομε αποκομίσει στο θέμα αυτό, κυρίως αλλά όχι μόνο στα νησιά του Βορείου Αιγαίου. Έτσι, επιτυγχάνεται μεταστροφή της οικονομικής δραστηριότητας σε παραμεταναστευτικές δραστηριότητες, που δημιουργεί εισόδημα στη θέση αυτού που χάνεται από την κρίση και την κοινωνική διάλυση και υποχώρηση των μέχρι πρότινος δραστηριοτήτων. Εκεί που οι ΜΚΟ μιλούν για τόνωση της οικονομίας μιας κοινωνίας σε κρίση, στην πραγματικότητα υπάρχει αποεπένδυση από τους κατοίκους.

Το δημογραφικό πρόβλημα επιτείνει τις επιπτώσεις της εγκατάστασης μεταναστευτικών πληθυσμών στην πατρίδα μας. Η μείωση του πληθυσμού μέσω της υπογεννητικότητας, αλλά και της μετανάστευσης της νεολαίας μας στο εξωτερικό, δημιουργεί πληθυσμιακό κενό που καλύπτουν οι εισερχόμενοι, και επιτρέπει τη γρήγορη ανατροπή της πληθυσμιακής αναλογίας υπέρ τους. Δεν είναι, δηλαδή, μόνο το ίδιο το γεγονός της μείωσης του πληθυσμού που έτσι κι αλλιώς συνιστά πρόβλημα, αλλά και η βαθμιαία αντικατάσταση των ντόπιων από μετανάστες, που διογκώνει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα.

Η Ελλάδα λοιπόν βλέπει στο μεταναστευτικό να αναδεικνύονται όλα όσα την προβληματίζουν, με ευθύνη του πολιτικού προσωπικού και ημών που τους ψηφίζουμε.

Βέβαια, πέρα από τα παραπάνω, υπάρχει εξ αρχής η λάθος κατεύθυνση στις πολιτικές αντιμετώπισης του φαινομένου και χρηματοδότησης δράσεων γι’ αυτό. Πέραν της ενοχικής προσέγγισης της Δύσης λόγω του αποικιακού παρελθόντος της, που καθόλου δεν αφορά εμάς, η λύση δεν είναι να επιδοτείται η έλευση των πληθυσμών αυτών στην Ευρώπη. Είναι να διοχετεύονται τα ποσά αυτά στις χώρες προέλευσης ώστε να δημιουργηθούν πολιτικές και υποδομές που θα κρατούν τους ανθρώπους στην πατρίδα τους και θα ελέγχουν την πληθυσμιακή έκρηξη. Αυτό όμως δε γίνεται, αντίθετα υπάρχει κεντρικός σχεδιασμός με έμπνευση Σόρος και εκτελεστή τους κατά τόπους υπαλλήλους του που στοχεύει στην αντικατάσταση των πληθυσμών. Η αλλαγή της φυσιογνωμίας και του πολιτιστικού υποδείγματος σε μια χώρα λειτουργεί σα ντόμινο και στις άλλες. Επομένως μια πολιτική περιχαράκωσης μιας χώρας (πχ Ουγγαρία) που θα αδιαφορεί τί συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη, δε θα μπορεί να αποδώσει όταν η χώρα θα είναι περικυκλωμένη από περιοχές παραδομένες στις συνέπειες της μετανάστευσης.

Εδώ οφείλουμε να αντιδράσουμε όλοι οι λαοί της Ευρώπης, με μια μακρόπνοη στρατηγική που θα βλέπει συνολικά και όχι τοπικά το ζήτημα. Δεν είναι λύση για την Ελλάδα η αποσυμφόρηση των νησιών με τη μεταφορά μεταναστών στην ενδοχώρα. Ούτε είναι λύση προοπτικά η μετεγκατάστασή τους στην Ευρώπη με παράλληλη αποσυμφόρηση της Ελλάδας. Αυτά θα τα βρούμε μπροστά μας, και δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Απαιτείται μια συνολική πολιτική αντιστροφής των μεταναστευτικών ροών, με τη συνεργασία όλων των λαών της Ευρώπης, ενάντια στο Σόρος, την Τουρκία, τις ΜΚΟ. Αλλιώς, ακόμα κι αν ο λαός επιβάλει μιαν αλλαγή πολιτικής στην Ελλάδα, αυτό που (αν τα καταφέρομε) θα έχομε βγάλει έξω από την πόρτα, θα το δούμε να μπαίνει από το παράθυρο…

 

 

 

 

 

 

ΠΗΓΗ: