Η εκπαίδευση παγκοσμίως, τα τελευταία χρόνια έχει υποστεί μια ουσιαστική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο οι πληροφορίες προσλαμβάνονται ή θα πρέπει να προσλαμβάνονται από τους μαθητές. Πιο συγκεκριμένα, η ραγδαία εξάπλωση του Ηλεκτρονικού Κυβερνοχώρου έχει επηρεάσει σημαντικά την εικόνα της σημερινής σχολικής τάξης. Πιθανό είναι, μέσα στα επόμενα χρόνια, το τοπίο να αλλάξει δραματικά και στη χώρα μας. Στο κέντρο αυτών των αλλαγών, η εκπαίδευση διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο. Πολλοί οι τρόποι με τους οποίους η εκπαιδευτική τεχνολογία θα μπορούσε να εμπλακεί ενεργά στην διαδικασία μάθησης. Σημαντικό είναι το γεγονός πως με αυτόν τον τρόπο, η επικοινωνία βρίσκεται σε διαρκή εξέλιξη αφού οι μαθητές έχουν τη δυνατότητα να ρωτούν συνεχώς για καινούργια πράγματα αλλά και οι εκπαιδευτικοί να βρίσκονται σε θέση να απαντούν, να επιλύουν απορίες να ανταλλάσουν απόψεις και να καλλιεργούν τις δεξιότητες στα παιδιά με διασκεδαστικό τρόπο μέσω της σύγχρονης ή ασύγχρονης επικοινωνίας (Asynchronous mode-synchronous mode – virtual classrooms). Ετσι, η τάξη μετατρέπεται σε μια στρογγυλή τράπεζα συζήτησης και μάθησης.
Βέβαια, με την εισαγωγή των Νέων Τεχνολογιών στην εκπαίδευση είναι πιθανό να αλλάξει και η παραδοσιακή εικόνα της τάξης. Αυτό σημαίνει αλλαγή στη δομή, στην οργάνωση της τάξης-χωροταξική – αλλά και στη διάδραση μαθητών και εκπαιδευτικού. Με αυτόν τον τρόπο, η τεχνολογία θα εισβάλει στη διαδικασία μάθησης των μαθητών και τα ίδια θα αναλαμβάνουν ρόλους που προηγουμένως δεν είχαν ή δεν ήξεραν πώς να τους διαχειριστούν, όπως για παράδειγμα ο ρόλος του «δασκάλου» από τους ίδιους τους μαθητές καθοδηγώντας μια διδακτική ώρα μέσα στης εύρεσης ενός διδακτικού σεναρίου για την κατανόηση μιας έννοιας. Σκοπός της σύλληψης αυτής της ιδέας είναι ο παραδοσιακός τρόπος διδασκαλίας μόνο μέσα από τα σχολικά εγχειρίδια να καταργηθεί ή έστω να αλλάξει χωρίς αυτό να σημαίνει αυτόματα και την κατάργηση αυτών. Αυτό το μοντέλο δασκάλου δεν πρόκειται για κάτι περίπλοκο αλλά ούτε και κάτι απλουστευμένο. Απαιτεί θέληση, ευελιξία, ενσυναίσθηση και κατανόηση των γνωστικών και εκπαιδευτικών αναγκών των μαθητών της τάξης που κάθε φορά αναλαμβάνει.
Παρ’ όλα αυτά, ο υπολογιστής δεν πρέπει να αντιλαμβάνεται σαν το φωτοστέφανο στην αφομοίωση των γνώσεων. Κάτι τέτοιο εκφράζεται έντονα από τη σκέψη: Δεν είναι καινούρια ιδέα το αίτημα για συνεργατική μάθηση, η συνεργατική μάθηση αποτελεί αίτημα για όλα τα μαθήματα, και για να καθιερωθεί δεν ήταν απαραίτητη η συμβολή του υπολογιστή, ο οποίος αποσπά την προσοχή των μαθητών, ελλοχεύοντας ο κίνδυνος της απομόνωσης των παιδιών(Ράπτης & Ράπτη, 2002).
Η μάθηση δεν αποτελεί μια απλή διαδικασία και, μάλιστα, έχουν ειπωθεί πολλές θεωρίες μάθησης σύμφωνα με τις οποίες το κάθε άτομο προσλαμβάνει την γνώση. Επομένως, γέφυρα στο θέμα μας πρέπει να αποτελέσει η μελέτη του τρόπου πρόσληψης της γνώσης στο εκπαιδευτικό περιβάλλον. Τέτοιες θεωρίες απηχούν απόψεις του Piaget, του Skinner, του Bandura, του Bruner μέσω της συνεργατικής μάθησης, του Vygotsky. Μερικές από αυτές ασπάζονται τον συμπεριφορικό τρόπο πρόσληψης της γνώσης, άλλες αποδέχονται την κοινωνία ως μέσο καταγραφής γνώσεων, ενώ άλλες δέχονται τη μεγάλη επιρροή της γνωστικής ψυχολογίας στις αρχές τους. Ολες αυτές διαμορφώνουν τις παιδαγωγικές θεωρίες και προσεγγίσεις στην εκπαίδευση, αλλάζουν το εκπαιδευτικό τοπίο και μεταμορφώνουν την κάθε νέα εκπαιδευτική πραγματικότητα μια καινούργια αφορμή για παιδαγωγική αναθεώρησή της ως προς τους τρόπους και τους σκοπούς της.

ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ
Απόφοιτης παιδιαγωγικού τμήματος Πανεπιστημίου Πατρών

Πηγή: http://www.pelop.gr/