Πολύτιμες «ανάσες» στην ελληνική οικονομία δίνει το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, όπως προκύπτει από μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος, στον απόηχο της κατάθεσης του σχεδίου στις αρμόδιες Επιτροπές της Βουλής.
Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων, η κεντρική τράπεζα καταλήγει στα εξής συμπεράσματα:
- Η πλήρης εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας μπορεί δυνητικά να αυξήσει το επίπεδο του πραγματικού ΑΕΠ κατά 6,9% έως το 2026. Αυτό συνεπάγεται θετική συμβολή στο ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ κατά περίπου 1,15 ποσοστιαίες μονάδες κατά μέσο όρο κάθε χρόνο για την περίοδο 2021 – 2026.
Δηλαδή, το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αναμένεται να επιταχύνει τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ κατά 1,15 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το σενάριο βάσης, το οποίο ορίζεται ως η κατάσταση της οικονομίας χωρίς την εφαρμογή του Σχεδίου. Οι ιδιωτικές επενδύσεις αυξάνονται κατά περίπου 20% το 2026 και η απασχόληση κατά 4%. Αυτό μεταφράζεται σε δημιουργία 180.000 έως 200.000 νέων θέσεων εργασίας έως το 2026, επιπλέον του σεναρίου βάσης. Ταυτόχρονα, η φορολογική βάση διευρείνεται οδηγώντας σε άνοδο του λόγου φορολογικών εσόδων προς ΑΕΠ κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες το 2026. Ως αποτέλεσμα, βελτιώνεται το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης, δημιουργώντας έτσι επιπρόσθετο δημοσιονομικό χώρο. - Οι συνολικές επιδράσεις του Σχεδίου στην οικονομία μπορούν να διαχωριστούν: (α) στην επίδραση των επιχορηγήσεων και των δανείων, και (β) στην επίδραση των μεταρρυθμίσεων.
- Συγκεκριμένα, η οικονομική επέκταση χρηματοδοτούμενη από επιχορηγήσεις και δάνεια, αυξάνει το επίπεδο του πραγματικού ΑΕΠ κατά περίπου 4,3% το 2026 και συμβάλλει σε επιπλέον ρυθμό μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ κατά περίπου 0,7 ποσοστιαίες μονάδες κατά μέσο όρο κάθε έτος την περίοδο 2021 – 2026. Η επέκταση χρηματοδοτούμενη από δάνεια, που διοχετεύονται προς τις ιδιωτικές επενδύσεις, οδηγεί σε αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων κατά περίπου 20% έως το 2026.
- Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις συνεισφέρουν επιπλέον στον ρυθμό μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ κατά 0,45 ποσοστιαίες μονάδες κατά μέσο όρο κάθε χρόνο την περίοδο 2021 – 2026. Σε αντίθεση με την τελικά παροδική οικονομική επέκταση που χρηματοδοτείται από επιχορηγήσεις και δάνεια, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις οδηγούν σε μόνιμη αύξηση της παραγωγικής ικανότητας της οικονομίας. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αυξάνουν μακροπρόθεσμα τα επίπεδα του πραγματικού προϊόντος, της ιδιωτικής επένδυσης και της απασχόλησης κατά 6%, 8,5% και 4%, αντιστοίχως. Επιπροσθέτως, οι μεταρρυθμίσεις οδηγούν σε μόνιμη αύξηση της φορολογικής βάσης, που συνεπάγεται αύξηση των φορολογικών εσόδων ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά περίπου 2,5 ποσοστιαίες μονάδες μακροπρόθεσμα.
- Οι εκτιμήσεις της ΤτΕ για το μέγεθος της επίδρασης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα πρέπει να θεωρηθούν ως ένα κατώτατο όριο για την πραγματική επίδραση του Σχεδίου στην ελληνική οικονομία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ποσοτικοποίηση αφορά τρεις από τις κατηγορίες μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στο Σχέδιο: Μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα στις αγορές προϊόντων, μεταρρυθμίσεις που υποστηρίζουν υψηλότερο ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, και μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν τη παραγωγικότητα. Επιπλέον αυτών, υπάρχουν μεταρρυθμίσεις-ορόσημα που περιλαμβάνονται στο Σχέδιο και αφορούν τη διακυβέρνηση και τη δικαιοσύνη οι οποίες δεν έχουν ποσοτικοποιηθεί. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές ωστόσο έχουν δυνητικά πολύ μεγάλη επίδραση στην αύξηση της παραγωγικότητας και στη διανεμητική αποτελεσματικότητα (allocative efficiency). Κατά συνέπεια, οι μεταρρυθμίσεις αυτές οδηγούν σε σημαντική επιπρόσθετη αύξηση στα μακροοικονομικά οφέλη και στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ, οι οποίες δεν έχουν συμπεριληφθεί στις παραπάνω εκτιμήσεις.
Χώρος για φορο-ελαφρύνσεις 2,8% του ΑΕΠ
Τα αποτελέσματα, σύμφωνα με την ΤτΕ, δείχνουν ότι το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας μπορεί να αυξήσει το επίπεδο του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας κατά την περίοδο 2021-2026, σωρευτικά, κατά ποσό ίσο με περίπου το 1/3 του ΑΕΠ του 2020, και κατά περίπου 7 ποσοστιαίες μονάδες το 2026 σε σχέση με το σενάριο βάσης.
Αυτό συνεπάγεται θετική συμβολή στο ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ κατά περίπου 1,15 ποσοστιαίες μονάδες κατά μέσο όρο κάθε χρόνο τη περίοδο 2021-2026. Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ διατηρείται και μακροπρόθεσμα λόγω της θετικής μόνιμης επίδρασης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Η μόνιμη αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ σε βάθος 20ετίας υπολογίζεται στις 6,5 μονάδες στο ΑΕΠ κάθε έτος, σε σχέση με το σενάριο βάσης. Κατά την περίοδο 2021-2026, το σχέδιο αυξάνει τις ιδιωτικές επενδύσεις και την απασχόληση περισσότερο από 20% και περίπου 4% αντίστοιχα, με τα κέρδη απασχόλησης να αντιστοιχούν σε 180.000-200.000 νέες θέσεις εργασίας. Οι θέσεις αυτές διατηρούνται μακροπρόθεσμα, δηλαδή είναι μόνιμες, όπως επίσης μόνιμη αύξηση καταγράφεται και στο επίπεδο της ιδιωτικής επένδυσης.
Η εφαρμογή του σχεδίου αυξάνει τον λόγο των φορολογικών εσόδων προς το ΑΕΠ κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες, δημιουργώντας έτσι δημοσιονομικό χώρο, ο οποίος επιτρέπει τη μείωση των φόρων ή/και την αύξηση των δημόσιων δαπανών, κάτι που μπορεί να δώσει περαιτέρω ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα, καταλήγει η έκθεση της ΤτΕ.