Η αξιολόγηση των στατιστικών δεδομένων δείχνει ότι η καταβύθιση της οικονομίας έχει επιφέρει σοβαρό αντίκτυπο στην ευάλωτη, ύστερα από μία δεκαετία λιτότητας και απορρύθμισης, αγορά εργασίας. Την ίδια στιγμή η αβεβαιότητα των παγκόσμιων οικονομικών προοπτικών και η ευθραυστότητα της ελληνικής οικονομίας δημιουργεί ανησυχία για την προοπτική ανάκαμψης της αγοράς εργασίας και την περαιτέρω όξυνση των ανισοτήτων.
Οι σημαντικές απώλειες σε ώρες εργασίας και η μείωση των εισοδημάτων δημιουργούν συνθήκες περαιτέρω αύξησης του ποσοστού εργασιακής φτώχειας . Τα μέτρα εισοδηματικής στήριξης για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες πρέπει να αποτελέσουν άμεση πολιτική προτεραιότητα σε συνδυασμό με τη στόχευση της οικονομικής πολιτικής για διασφάλιση και δημιουργία θέσεων εργασίας καθώς και για ενίσχυση της προστασίας των ευέλικτων και άτυπων εργαζομένων, οι οποίοι ζουν με πολύ υψηλά επίπεδα εισοδηματικής ανασφάλειας.
Τα παραπάνω αναφέρει μεταξύ άλλων ανάλυση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ στο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων.
Η τρέχουσα εκτίμηση του ποσοστού ανεργίας, αναφέρει, δεν αποτυπώνει την πραγματική κατάσταση της αγοράς εργασίας και τις επιπτώσεις της πανδημίας COVID 19 όπως και τη δυναμική της εξέλιξης βασικών στατιστικών της Στην εκτίμηση του επίσημου ποσοστού ανεργίας δεν καταγράφονται οι εργαζόμενοι που βρίσκονται σε αναστολή για πάνω από τρεις μήνες ή που λαμβάνουν εισόδημα μικρότερο του 50 του μισθού τους, οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στους οικονομικά μη ενεργούς.
Συνεπώς, η τρέχουσα κατάσταση της αγοράς εργασίας μπορεί στατιστικά να αποτυπωθεί καλύτερα από τις μεταβολές στον αριθμό των απασχολουμένων και των οικονομικά μη ενεργών Όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 4 η μεταβολή του αριθμού των απασχολουμένων και των οικονομικά μη ενεργών ατόμων ήταν αξιοσημείωτη, είτε εξετάζεται σε μηνιαίο επίπεδο είτε σωρευτικά.
Συγκεκριμένα, στη διάρκεια του 2020 η απασχόληση μειώθηκε σημαντικά τον Μάιο (κατά 83 χιλ άτομα σε σχέση με τον Απρίλιο), ενώ αυξήθηκε επίσης σημαντικά τον Αύγουστο (κατά 93 χιλ άτομα σε σχέση με τον Ιούλιο) Η μεταβολή των οικονομικά μη ενεργών είχε την αντίθετη κατεύθυνση.
Συνεπώς, οι επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης στην απασχόληση δεν αποτυπώθηκαν σε αντίστοιχη μεταβολή του αριθμού των ανέργων αλλά σε μεταβολή του αριθμού των οικονομικά μη ενεργών.
Σημαντικό στοιχείο όσον αφορά τις προοπτικές της αγοράς εργασίας είναι ότι μετά τον Οκτώβριο, όταν η οικονομία βρέθηκε εκ νέου σε lockdown, παρατηρείται μια σταδιακή αύξηση των μη ενεργών με ταυτόχρονη μείωση των απασχολουμένων και των ανέργων.
Δεν είναι ξεκάθαρο αν η δυναμική που παρατηρείται στο τέλος του 2020 θα συνεχιστεί, αλλά σε αυτό το διάστημα είναι η πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα της πανδημικής κρίσης που η μεταβολή των οικονομικά μη ενεργών προέρχεται και από τη μείωση των ανέργων.
Υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο η κατάσταση στην αγορά εργασίας να έχει οδηγήσει μερίδα ατόμων ικανών να εργαστούν εκτός εργατικού δυναμικού, γεγονός το οποίο έχει ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις στις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της απασχόλησης και της οικονομίας. Καθοριστικές ως προς τις προοπτικές θα είναι οι εξελίξεις εντός του 2021 όπου θα φανεί αν η πανδημική κρίση και η πολιτική διαχείρισή της θα αφήσει τελικά ένα μεσοπρόθεσμο αρνητικό αποτύπωμα στην αγορά εργασίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, η διατήρηση των μέτρων στήριξης των εργαζομένων σε καθεστώς αναστολής εργασίας μέχρι την ομαλή επανέναρξη της οικονομίας κρίνεται επιβεβλημένη, αφού σε διαφορετική περίπτωση θα καταρρεύσουν πλήρως τα χαμηλά εισοδήματα, θα εκτιναχθεί η ήδη υψηλή εισοδηματική ανισότητα και η
ανεργία, επιφέροντας σημαντικό πλήγμα στην κοινωνική συνοχή.
Δεδομένου ότι η οικονομική δραστηριότητα, ειδικά στον κλάδο του εμπορίου, της εστίασης, της παροχής καταλύματος και των μεταφορών, αναμένεται να παραμείνει αβέβαιη έως το τέλος της πανδημίας COVID 19 η πλήρης ανάκαμψη της αγοράς εργασίας μπορεί να καθυστερήσει πολύ Αυτό θα έχει ως συνέπεια την επιδείνωση του κινδύνου εργασιακής φτώχειας, αλλά και την επιβράδυνση της αναπτυξιακής δυναμικής της οικονομίας.
Αν πράγματι θέλουμε να πετύχουμε μια πιο ανθεκτική και αποτελεσματική ανάκαμψη της οικονομίας, καθίστανται απολύτως αναγκαίες παρεμβάσεις που εγγυώνται την ασφάλεια του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων με επιλογές αύξησης του κατώτατου μισθού και του μέσου εισοδήματος και διασφάλισης και δημιουργίας θέσεων εργασίας. Πολύ σημαντική είναι επίσης η αύξηση της κοινωνικής προστασίας για όσους
βρίσκονται στο κάτω μέρος της κατανομής του εισοδήματος. Αυτό θα ενίσχυε την κατανάλωση και τη δυναμική της ανάκαμψης.
Ιδεοληπτικές εμμονές σε νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις και σε επιλογές πολιτικής που στοχεύουν στην προσαρμογή της εργασίας στη φιλοσοφία των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής και των συμφερόντων που αυτά εξυπηρέτησαν θα προκαλέσουν μη αποδεκτό κόστος ευημερίας.