Επτά χρόνια τώρα κρατάει το μαρτύριο, επτά χρόνια τώρα βρισκόμαστε στη δίνη μιας ατέρμονης ύφεσης από την οποία δεν λέμε να βγούμε με τίποτα. Και σαν να μην έφτανε αυτό, βουλιάζουμε σ’ αυτήν όλο και περισσότερο.
Ποιος, όμως, ευθύνεται για την κατάντια μας; Προφανώς εμείς οι ίδιοι ευθυνόμαστε, που έχουμε πάρει διαζύγιο από την κοινή λογική, που δεν κάνουμε πράγματα αυτονόητα, γιατί δεν τα θεωρούμε αυτονόητα.
Παραμένουμε στάσιμοι και μοιάζουμε σαν τη γάτα που κυνηγάει την ουρά της, ανατροφοδοτώντας τον φαύλο κύκλο μιας κρίσης που φαντάζει ατελείωτη. Ακριβώς γιατί έχει παραταθεί από τη δική μας ολιγωρία, από τη δική μας αβελτηρία, από τη δική μας διστακτικότητα να ξεκολλήσουμε από το τέλμα φεύγοντας μπροστά.
Είχε κι ένα δίκιο ο Γιώργος Παπανδρέου όταν έλεγε «ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε». Ασχέτως εάν και επί των ημερών του μείναμε στα λόγια τα μεγάλα και όχι μόνο δεν αλλάξαμε, αλλά έκτοτε συνεχίζουμε να βυθιζόμαστε.
Κι άλλοι βρήκαν στα βράχια, αλλά ανέκρουσαν πρύμναν, πήραν μια διαφορετική ρότα, έχοντας ανοιχτεί πάλι σε ανοικτές θάλασσες, μακριά από φουρτούνες.
Αντιθέτως, εμείς βολοδέρνουμε διαρκώς με τα κύματα και όλο και βρίσκουμε πάνω σε μια ξέρα, με αποτέλεσμα στο κλυδωνιζόμενο σκάφος μας να ανοίγουν τρύπες, που καλύπτουμε με πανάκριβα μπαλώματα. Εως πότε;
Προφανώς και πρέπει να το πάρουμε απόφαση ότι επιβάλλεται να αλλάξουμε. Να συνειδητοποιήσουμε ότι η (χρεοκοπημένη, επί της ουσίας) Ελλάδα του 2017, δεν μπορεί να συνεχίσει να ζει όπως παλαιότερα, δεν μπορεί να πορευτεί στο μέλλον με τους όρους της δεκαετίας του 1980.
Δεν γίνεται πια να ζούμε πλουσιοπάροχα με δανεικά, που όχι μόνο δεν είναι αγύριστα αλλά μας δίνονται πλέον με το… σταγονόμετρο, και μάλιστα με σκληρούς όρους που επιδεινώνουν διαρκώς τη ζωή μας.
Διότι αυτό είναι που βιώνουμε, σε μια μονότονη επανάληψη τα τελευταία χρόνια, πηγαίνοντας συνεχώς από το κακό στο χειρότερο. Στο ίδιο έργο θεατές, αλλά και πρωταγωνιστές.
Πρέπει να το πάρουμε αλλιώς, να στείλουμε οριστικά και αμετάκλητα στο παρελθόν παθογένειες και στρεβλώσεις που μας οδήγησαν σε μια παρατεταμένη παρακμή, ξύνοντας στις μέρες μας και τον πάτο του βαρελιού που σε λίγο δεν θα υπάρχει κι αυτός.
Σήμερα, εν αναμονή του χαρμόσυνου νέου της Ανάστασης του Θεανθρώπου, πολλοί θα κάνουμε έναν αναμενόμενο μάλλον παραλληλισμό.
Θα ευχηθούμε να έλθει μια μέρα και η Ανάσταση της χώρας, την οποία δικαίως προσδοκούμε.
Ωστόσο, αυτή περνάει μέσα από τα δικά μας χέρια και κυρίως μέσα από τα δικά μας μυαλά. Οσο αυτά δεν αλλάζουν, η Ανάσταση δεν πρόκειται να έλθει.
Του Διονύση Ζακυνθινού