Η πανδημία COVID-19 και τα απαραίτητα μέτρα περιορισμού για τη διάσωση ζωών μετά την εκδήλωσή της, ώθησαν την οικονομία της Ελλάδας σε μια βαθιά ύφεση το 2020, ο τουρισμός και γενικότερα, ο τομέας των υπηρεσιών επλήγη ιδιαίτερα, ωστόσο, τα έγκαιρα μέτρα πολιτικής που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση κατάφεραν να μετριάσουν την ύφεση υποστηρίζοντας την απασχόληση και τη ρευστότητα των επιχειρήσεων.
Αυτά είναι τα βασικά ευρήματα των εαρινών οικονομικών προβλέψεων της Κομισιόν για την Ελλάδα, που παρουσίασε σήμερα στις Βρυξέλλες ο Επίτροπος Τζεντιλόνι. Η Κομισιόν εκτιμά ότι η ευνοϊκή δημοσιονομική πολιτική, σε συνδυασμό με ισχυρή ώθηση από το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, αναμένεται να βοηθήσουν στην ανάκαμψη.
Συγκεκριμένα η Κομισιόν προβλέπει για την Ελλάδα ύφεση το 2020 -8,2%, και ανάκαμψη 4,1% για το 2021 και 6,0% για το 2022. Η ανεργία από 16,3 για τα έτη 2020 και 2021 θα μειωθεί στο 16,1% το 2022, ο πληθωρισμός από -1,3% θα περάσει στο -0,2% και 0,6% για τα αντίστοιχα έτη, το έλλειμμα από -9,7% και -10% για το 2020 και 2021 θα πέσει στο -3,2% το 2022 και το χρέος προβλέπεται στο 205,6% το 208,8% και 201,5% για τα αντίστοιχα έτη.
Αναλυτικά, η Κομισιόν καταγράφει ότι η οικονομία της Ελλάδας συρρικνώθηκε κατά 8,2% το 2020 λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19 και των μέτρων περιορισμού που ελήφθησαν σε μια προσπάθεια περιορισμού των λοιμώξεων, ειδικά κατά το δεύτερο και τέταρτο τρίμηνο του περασμένου έτους.
Ο οικονομικός αντίκτυπος της πανδημίας στην Ελλάδα ήταν σημαντικός, ιδίως λόγω της σημασίας του τουριστικού τομέα και του μικρού μεγέθους της πλειονότητας των επιχειρήσεων στην οικονομία.
Ο αντίκτυπος στις συνολικές επενδύσεις, ωστόσο, ήταν σχετικά μικρός, χάρη στην έγκαιρη αύξηση των δημοσίων επενδύσεων και την έντονη κατασκευαστική δραστηριότητα, η οποία λειτούργησε με περιορισμένους περιορισμούς κατά τις περιόδους lockdown.
Τα μέτρα στήριξης της απασχόλησης κατάφεραν να αποτρέψουν τις απολύσεις μεγάλης κλίμακας, διατηρώντας το ποσοστό ανεργίας στο 16,3%, ενώ η απασχόληση μειώθηκε λόγω της χαμηλότερης πρόσληψης στον τουρισμό.
Η εκστρατεία εμβολιασμού θα πρέπει να επιτρέψει τη σταδιακή χαλάρωση των μέτρων περιορισμού, τα οποία ίσχυαν ακόμη το πρώτο τρίμηνο του 2021, αναφέρει η Κομισιόν.
Αυτό θα επιτρέψει την πραγματοποίηση αγορών που αναβλήθηκαν από το προηγούμενο έτος και θα συμβάλουν στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, ιδίως το 2022, όπου τα νοικοκυριά θα πρέπει επίσης να επωφεληθούν από τις εξοικονομήσεις που έχουν συσσωρευτεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Η οικονομική δραστηριότητα κατά το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους αναμένεται επίσης να υποστηριχθεί από την έναρξη της υλοποίησης των έργων που παρουσιάζονται στο σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ελλάδας. Συνολικά, το ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 4,1% το 2021 και 6,0% το 2022.
Το σταδιακό άνοιγμα του τουρισμού θα πρέπει να υποστηρίξει τις καθαρές εξαγωγές, μαζί με τα προβλεπόμενα κέρδη μεριδίου αγοράς για τις ελληνικές εξαγωγές, μια τάση που έχει διακοπεί από την πανδημία.
Η πρόβλεψη προϋποθέτει ότι ο αντίκτυπος της πανδημίας στη ρευστότητα και τα εισοδήματα θα συνεχίσει να μετριάζεται από την υποστήριξη της πολιτικής.
Ειδικότερα, τα μέτρα στήριξης της εργασίας αναμένεται να συνεχίσουν να διευκολύνουν την επιστροφή των εργαζομένων, των οποίων οι συμβάσεις εργασίας έχουν ανασταλεί, σε τακτική απασχόληση και να διατηρήσουν το ποσοστό ανεργίας στο 16,3% το 2021, αμετάβλητο από το 2020.
Ωστόσο, η δημιουργία θέσεων εργασίας προβλέπεται να ανακάμψει πιο αργά, και υποστηρίζει μόνο μείωση της ανεργίας το 2022, στο 16,1%.
Παρά την πρόσφατη αύξηση των τιμών της ενέργειας, ο συνολικός πληθωρισμός είναι πιθανό να παραμείνει ελαφρώς αρνητικός το 2021, κυρίως λόγω της χαμηλής ζήτησης για βιομηχανικά αγαθά και υπηρεσίες, προτού ανακάμψει σταδιακά το 2022.
Η Κομισιόν προειδοποιεί ότι η αβεβαιότητα παραμένει υψηλή, ιδίως σε σχέση με τον τουριστικό τομέα και τη μείωση των ταξιδιωτικών περιορισμών.
Πρόσθετοι κίνδυνοι προέρχονται από τον αντίκτυπο της κρίσης στη φερεγγυότητα των επιχειρήσεων που θα μπορούσαν να προκύψουν μόλις λήξουν τα μέτρα στήριξης.
Οι εξελίξεις στην αγορά εργασίας θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από το ρυθμό με τον οποίο καταργούνται τα μέτρα στήριξης της εργασίας.
Οι εξωτερικοί γεωπολιτικοί παράγοντες παραμένουν επίσης πηγή αβεβαιότητας, τονίζει η Κομισιόν.
Επιπλέον καταγράφει ότι το έλλειμμα στο βασικό ισοζύγιο της Ελλάδας έφτασε το 9,7% του ΑΕΠ το 2020, γεγονός που οφείλεται κυρίως στο κόστος των μέτρων που ελήφθησαν για τον μετριασμό των κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων της κρίσης (6,3% του ΑΕΠ) και του αντίκτυπου της πανδημίας στο κράτος έσοδα. Επιπλέον, η αλλαγή στη στατιστική καταγραφή του αναμενόμενου κόστους εκκαθάρισης των καθυστερήσεων κρατικών εγγυήσεων και των περιπτώσεων υγειονομικής περίθαλψης είχε ως αποτέλεσμα αυξημένο έλλειμμα το 2020.
Το έλλειμμα στο ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης το 2021 αναμένεται να παραμείνει μεγάλο (10,0% του ΑΕΠ). Εκτός από το κόστος παράτασης των μέτρων στήριξης που εγκρίθηκαν το 2020, η πρόβλεψη λαμβάνει υπόψη νέα μέτρα που εγκρίθηκαν για την υποστήριξη της ανάκαμψης,
κυρίως τη μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και την προσωρινή κατάργηση του φόρου κοινωνικής αλληλεγγύης για τον ιδιωτικό τομέα.
Η πρόβλεψη συνεπάγεται επίσης μείωση του ποσοστού προκαταβολών για τον φόρο εισοδήματος εταιρειών και μείωση του ίδιου του φόρου κατά 2pps για κέρδη που έγιναν το 2021 και τα επόμενα χρόνια.
Καθώς η οικονομία συνεχίζει να ανακάμπτει και σταδιακά καταργούνται τα έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα, το ονομαστικό έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί στο 3,2% του ΑΕΠ το 2022.
Όσον αφορά το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, ελλείψει επαρκώς λεπτομερών πληροφοριών, αυτή η πρόβλεψη προϋποθέτει απλοποιημένη και γραμμική ολοκλήρωση των δαπανών που χρηματοδοτούνται από το RRF.
Οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι παραμένουν σημαντικοί, προειδοποιεί η Κομισιόν.
Σχετίζονται δε με κρατικές εγγυήσεις που εκδόθηκαν ως μέρος των έκτακτων μέτρων το 2020 και θα μπορούσαν να κληθούν στο μέλλον.
Πρόσθετοι κίνδυνοι ενδέχεται να προκύψουν από τη δημιουργία του προγραμματισμένου συστήματος πώλησης και μίσθωσης ακινήτων που ανήκουν σε ευάλωτους οφειλέτες, σε περίπτωση που θεωρείται μέρος της γενικής κυβέρνησης.
Υπάρχουν επίσης κίνδυνοι που απορρέουν από υποθέσεις εναντίον της ΕΤΑΔ και τις συνεχιζόμενες νομικές προκλήσεις κατά των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων.
Μετά από μια απότομη αύξηση το 2020 που συνδέεται με την πανδημία, το δημόσιο χρέος αναμένεται να αυξηθεί ελαφρώς σε περίπου 209% του ΑΕΠ το 2021 πριν μειωθεί σε περίπου 202% το 2022.