«Ρεαλιστική αισιοδοξία» για σταδιακή επιστροφή της οικονομίας στην κανονικότητα, εμπνέουν οι εξελίξεις, όπως επισήμανε από το βήμα της 46ης γενικής συνέλευσης του Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΣΕΒΕ) ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, ο οποίος χαρακτήρισε ως εφικτούς και ρεαλιστικούς τους στόχους που έχει θέσει το οικονομικό επιτελείο για: ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης άνω του 3% μεσομακροπρόθεσμα από το 2021 και μετά, δημοσιονομική ισορροπία με μηδενικό πρωτογενές έλλειμμα το 2022, λογικά και ρεαλιστικά πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023, επίτευξη της λεγόμενης «επενδυτικής βαθμίδας» το 2023 και μονοψήφιο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων το 2022.

Ο υπουργός δεσμεύτηκε ακόμα ότι, «μόλις βρεθεί επιπλέον δημοσιονομικός χώρος το προσεχές χρονικό διάστημα, η βούληση και προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι η στοχευμένη περαιτέρω μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών».

Ως προς το Ταμείο Ανάκαμψης, αφού υπενθύμισε ότι η κυβέρνηση δεν κάνει «ό,τι θέλει με τους πόρους», αφού αυτοί διατίθενται στη βάση τεσσάρων πυλώνων και 18 επιμέρους αξόνων, επισήμανε ότι «στόχος είναι η έκρηξη ιδιωτικών επενδύσεων να ξεπεράσει το 20%, σε σχέση με το επίπεδο που θα βρίσκονταν αν δεν υπήρχε το Ταμείο Ανάκαμψης».

Πρόσθεσε ακόμα ότι στόχος της κυβέρνησης είναι να κλείσει το επενδυτικό κενό που υφίσταται σήμερα, μέσα από ένα πλέγμα πολιτικών, που έχουν ως στόχο την αύξηση της συνεισφοράς των εξαγωγών σε ποσοστό περίπου 40% του ΑΕΠ ώς το 2025 (έναντι περίπου 30%-31% σήμερα) και των επενδύσεων στο 17% από 11%.

«Η υψηλή διατηρήσιμη ανάπτυξη, η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, η δημιουργία καλών θέσεων εργασίας και η κοινωνική συνοχή είναι οι στόχοι μας» υπογράμμισε, συμπληρώνοντας ότι βασικό πρόταγμα για την κυβέρνηση είναι και η βελτίωση της ποιότητας του πλούτου, μέσα από την αύξηση των εξαγωγών και των επενδύσεων, καθώς η κατανάλωση είναι μεν βασικό συστατικό της οικονομίας, αλλά δεν αρκεί.

Προσοχή και πειθαρχία για την επιστροφή στην πλήρη κανονικότητα

Κατά τον υπουργό, η ελληνική οικονομία επανέρχεται σιγά-σιγά σε ρυθμούς κανονικότητας μετά από εξάμηνη μάχη με το δεύτερο και τρίτο κύμα της πανδημίας, αλλά για την επιστροφή στην πλήρη κανονικότητα απαιτείται προσοχή και πειθαρχία, ώστε η δημοσιονομική χαλάρωση να μη γίνει δημοσιονομικός εκτροχιασμός.

Συνοψίζοντας τους στόχους της κυβέρνησης για το επόμενο διάστημα, ξεχώρισε πέντε προτεραιότητες: 1)τη συνετή και προσεκτική δημοσιονομική πολιτική, με αξιοποίηση της δημοσιονομικής ευελιξίας ώστε να γίνουν στοχευμένες περαιτέρω μειώσεις φόρων και εισφορών, 2)την ενίσχυση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος, με την επέκταση του προγράμματος «Ηρακλής» και τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, 3)την υλοποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης της δημόσιας υπηρεσίας («στη Βόρεια Ελλάδα προχωρούν εντός χρονοδιαγραμμάτων οι εξελίξεις γύρω από τα λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και της Καβάλας και στην ΕΛΒΟ ολοκληρώνεται μια διαδικασία τελματωμένη επί χρόνια, ενώ στο “ Ελληνικό” υπάρχει η πιθανότητα κύρωσης σχετικών προβλέψεων στο Kοινοβούλιο τις επόμενες εβδομάδες»), 4)η υλοποίηση της νομοθεσίας για τη ρύθμιση οφειλών και την παροχή δεύτερης ευκαιρίας και 5)η βέλτιστη αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ 2021-2027.

Ο κ.Σταϊκούρας επισήμανε τέλος ότι η κυβέρνηση κατόρθωσε, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όχι μόνο να κρατήσει όρθιες την οικονομία και την κοινωνία, αλλά και να δημιουργήσει προϋποθέσεις για δυναμική επανεκκίνηση και ισχυρή ανάκαμψη. «Στις δικές μας εκτιμήσεις, το 2021 προβλέπεται να έχουμε ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης 3,6%, όταν η Κομισιόν εκτιμά ότι η χώρα θα τρέξει με 4,1%. Αυτό δείχνει τον ρεαλισμό των εκτιμήσεων και προβλέψεων της ελληνικής κυβέρνησης» σημείωσε.

Πρόσθεσε ότι στο πλαίσιο των μέτρων για τη στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, έχουν περάσει τον τελευταίο χρόνο πάνω από 1000 Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις και «πολλά από αυτά τα μέτρα τα χρησιμοποίησαν μεταγενέστερα και άλλα κράτη μέλη της ευρωζώνης». Ενδεικτικά ανέφερε, μεταξύ άλλων, τις επιστρεπτέες προκαταβολές, τις αποζημιώσεις ειδικού σκοπού για επιχειρήσεις και εργαζόμενους, το ΤΕΠΙΧ, τα εγγυοδοτικά προγράμματα, τις αναστολές υποχρεώσεων, τα προγράμματα «Γέφυρα» Ι και ΙΙ, τη μη καταβολή ενοικίων, την επιδότηση μέρους παγίων δαπανών και τις μόνιμες μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών.