Ένα κείμενο που δημοσιεύτηκε στο Left.gr συνοψίζει όλα τα επιχειρήματα (συχνά αντικρουόμενα) που ψελλίζουν τα μέλη και οι οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθώντας να απαντήσουν στην φράση του Μελανσόν «Εγώ δεν είμαι ο Αλέξης Τσίπρας».
Μεταξύ άλλων μαθαίνουμε πως το να θεωρείς τον Τσίπρα προδότη σε κατατάσσει στην άκρα δεξιά.
Μάθαμε ακόμη ότι δεν πρέπει να δίνουμε σημασία σε αυτά που λέει ο Μελανσόν γιατί βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο «που, όπως συμβαίνει πάντα, συνοδεύεται από πολιτικές υπερβολές» – κάτι δηλαδή σαν το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης.
Επίσης μας αποκαλύφθηκε ότι κάθε αναφορά στο δίπολο «ελίτ – λαός», την οποία χρησιμοποιεί ο Μελανσόν, τον κατατάσσει στην κατηγορία του «αριστερού λαϊκισμού». Αυτό είναι πράγματι σωστό από αυστηρά επιστημονική άποψη γιατί ο λαϊκισμός ασχολείται με το συγκεκριμένο δίπολο. Μόνο που εδώ οι ΣΥΡΙΖΑΙΟΙ χρησιμοποιούν τον όρο λαϊκισμός με την υποτιμητική χροιά που του δίνουν οι (νεο)-φιλελεύθεροι.
Το πιο συγκλονιστικό επιχείρημα του κειμένου, όμως, το οποίο αναπαράγεται στα ΜΜΕ του ΣΥΡΙΖΑ ad nauseam (δηλαδή μέχρι να ξεράσεις από την επανάληψη) είναι ότι ο Μελανσόν μπορεί να κάνει ριζοσπαστικές δηλώσεις γιατί «δεν θα είναι ο απομονωμένος Τσίπρας της χρεοκοπημένης Ελλάδας του 2015 αλλά ο πρόεδρος μιας από τις μεγαλύτερες χώρες σε βιομηχανική παραγωγή».
Εδώ έχουμε λέξη προς λέξη αντιγραφή του (νεο) φιλελεύθερου επιχειρήματος των σύγχρονων Κουίσλινγκ ότι η Ελλάδα είναι πολύ μικρή για να σηκώσει κεφάλι στις μεγάλες δυνάμεις.
Να θυμίσουμε ότι το μέγεθος δεν μετρούσε όταν η Ισλανδία των 325.000 κατοίκων προχωρούσε σε στάση πληρωμών, εθνικοποίηση τραπεζών και υποτίμηση του εθνικού της νομίσματος βγάζοντας τη γλώσσα στα μεγαθήρια του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Σήμερα η μικροσκοπική αλλά υπερήφανη Ισλανδία έχει πρόβλημα υπερθέρμανσης της οικονομίας λόγω της διαρκούς εκρηκτικής ανάπτυξης.
Το μέγεθος δεν μετρούσε όταν ο Ισημερινός, ξεχασμένος στην πίσω αυλή των ΗΠΑ, προχωρούσε σε διαγραφή του 70% του ομολογιακού του χρέους χαρίζοντας δεκαετή ανάπτυξη, μείωση της φτώχειας κατά 40% και διπλασιασμό των κοινωνικών δαπανών.
Ομολογουμένως αυτά τα επιχειρήματα έχουν έναν εργαλειακό και ίσως τεχνοκρατικό χαρακτήρα. Γιατί το βασικό πρόβλημα στα επιχειρήματα του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται αλλού.
Η Αριστερά ήταν πάντα ο Δαυίδ που τα έβαζε με τον εκάστοτε Γολιάθ. Από εκεί αντλούσε το ηθικό της πλεονέκτημα το οποίο μετουσίωνε σε λαϊκή στήριξη με την οποία κέρδιζε αναρίθμητες μάχες ή τουλάχιστον εξασφάλιζε καλύτερους όρους επιβίωσης για τους πολλούς.
Όταν η «αριστερά» έβγαζε τον πήχη για να μετρήσει το μέγεθός της και το μέγεθος του αντιπάλου, το έκανε είτε για να δηλώσει ότι «δεν έχουν έρθει οι αντικειμενικές συνθήκες» για την αλλαγή, και έτσι να διαιωνίσει το status quo, είτε γιατί είχε ήδη υποταχθεί στο status quo.
Αυτοί που σήμερα δίνουν στα παιδιά τους το όνομα του Τσε Γκεβάρα και κορδώνονται δίπλα στον τάφο του Φιντέλ Κάστρο θα τολμούσαν να πουν στους δυο επαναστάτες ότι είναι πολύ λίγοι και μικροί για να ανέβουν σε μια βάρκα με άλλους 80 μαχητές και να ανατρέψουν τη δικτατορία του Μπατίστα; Μάλλον θα τους το έλεγαν και θα έβρισκαν και μια θεσούλα στο καθεστώς Μπατίστα.
Αυτοί που μας έφαγαν τα νιάτα τσιτάροντας την Πασιονάρια στα φεστιβάλ τους, θα τολμούσαν να πουν στην Ντολόρες Ιμπαρούρι του Ισπανικού εμφυλίου ότι είχε άδικο όταν έλεγε ότι «καλύτερα να πεθάνεις όρθιος παρά να ζεις γονατιστός»;
Φυσικά και θα της το έλεγαν. Γιατί είναι γονατιστοί και όλοι τους φαίνονται γίγαντες.
Όταν διεκδικείς την αξιοπρέπειά σου το μέγεθος δεν μετράει. Ίσως η μοναδική στιγμή που μετράει είναι όταν περιμένεις τη λαϊκή ετυμηγορία για τα εγκλήματά σου.
Άρης Χατζηστεφάνου