Στη σημερινή συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ε.Ε. (Ecofin), στις Βρυξέλλε,  το Ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0» έλαβε την τελική έγκριση για να προχωρήσει στην επόμενη φάση.

Σε δηλώσεις τους μετά τη συνεδρίαση ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας έκανε λόγο για «μια σημαντική ημέρα για την Ελλάδα και την Ευρώπη, για την Ευρώπη και την Ελλάδα».

«Η εξέλιξη αυτή αποτελεί το επιστέγασμα της σκληρής, πολύμηνης και συστηματικής δουλειάς που κατέβαλε η Κυβέρνηση, προκειμένου να καταθέσει ένα ώριμο και φιλόδοξο Σχέδιο και να διασφαλίσει τις προϋποθέσεις για τη βέλτιστη και ταχύτερη δυνατή αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης», τόνισε ο υπουργός.

Όπως σημείωσε, από τους συνολικούς πόρους των 30,5 δισ. ευρώ για τη χώρα μας, τα πρώτα 4 δισ. ευρώ αναμένεται, πλέον, μετά τη σημερινή απόφαση, να εκταμιευθούν έως το τέλος Ιουλίου. Ενώ, το συνολικό ύψος των διαθέσιμων πόρων έως το τέλος του έτους προβλέπεται να φθάσει τα 7,5 δισ. ευρώ.

«Η σημερινή απόφαση του Ecofin και η επικείμενη έναρξη των εκταμιεύσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης, μας επιτρέπει, πλέον, να θέσουμε σε εφαρμογή το συνεκτικό και ρεαλιστικό Σχέδιό μας, “Ελλάδα 2.0”. Σχέδιο εγχώριας ιδιοκτησίας, με ισχυρό μεταρρυθμιστικό, επενδυτικό και οικονομικό πρόσημο, που θα οδηγήσει στην επίτευξη ισχυρής και διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης, στη δημιουργία πολλών καλών θέσεων απασχόλησης και στην τόνωση της κοινωνικής συνοχής. Σχέδιο που θα λειτουργήσει και ως μοχλός μετασχηματισμού της οικονομίας μας και αλλαγής του οικονομικού υποδείγματος της χώρας προς ένα πιο εξωστρεφές, ανταγωνιστικό, καινοτόμο, δίκαιο, έξυπνο και πράσινο παραγωγικό μοντέλο. Έτσι, όλοι μαζί – Κράτος, νοικοκυριά και επιχειρήσεις – θα καταστήσουμε την οικονομία μας πιο βιώσιμη και τη χώρα μας ολόπλευρα πιο ισχυρή», πρόσθεσε ο κ. Σταϊκούρας.

Ο αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης, ο οποίος επίσης έλαβε μέρος στη συνεδρίαση του Ecofin, δήλωσε: «Σήμερα είναι μια σημαντική ημέρα για τη χώρα μας, αφού δόθηκε από το Ecofin η τελική έγκριση για τo Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας “Ελλάδα 2.0”.

Το “Ελλάδα 2.0” ήταν το δεύτερο Εθνικό Σχέδιο που κατατέθηκε και το τρίτο που εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αποσπώντας εξαιρετικά σχόλια για την πληρότητα και την αρτιότητά του, τόσο από ευρωπαϊκούς θεσμούς, όσο και από διεθνείς επενδυτικούς και οικονομικούς οργανισμούς και φορείς.

Το Σχέδιο «Ελλάδα 2.0» περιλαμβάνει 106 επενδύσεις και 68 μεταρρυθμίσεις που περιγράφονται και κοστολογούνται με ακρίβεια σε 4.104 σελίδες και χρησιμοποιεί ευρωπαϊκούς πόρους 30,5 δισ. ευρώ (17,8 δισ. ενισχύσεις και 12,7 δισ. δάνεια), για να κινητοποιήσει 60 δισ. ευρώ συνολικές επενδύσεις στη χώρα στα επόμενα πέντε χρόνια, να αυξήσει μόνιμα το ΑΕΠ κατά 7 μονάδες και να δημιουργήσει, επίσης μόνιμα, 180-200 χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας.

Είναι ένα Σχέδιο που σκοπεύει να οδηγήσει σε έναν θεμελιώδη οικονομικό και κοινωνικό μετασχηματισμό της χώρας, επιδρώντας καταλυτικά στην οικονομική δραστηριότητα, στις τεχνολογίες, στους θεσμούς και στις αντιλήψεις.

Το πιο δύσκολο βήμα όμως, είναι μπροστά μας. Και αυτό αφορά στην αποτελεσματική αξιοποίηση των τεράστιων πόρων – μεγαλύτερων κατά κεφαλήν από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα – που διατίθενται με τη σημερινή απόφαση για την Ελλάδα, για επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις που θα κάνουν καλύτερη τη ζωή για κάθε πολίτη αυτής της χώρας.

Επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις  στον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό, στο κοινωνικό κράτος – υγεία, παιδεία, πρόνοια, κατάρτιση – σε έργα υποδομών και σε ιδιωτικές επενδύσεις σε όλους τους τομείς της οικονομίας.

Το “Ελλάδα 2.0” περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, επιδοτήσεις ύψους 1,5 δισ. ευρώ αποκλειστικά για μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις και πρόσβαση σε χαμηλότοκα δάνεια για όλες τις αξιόχρεες επιχειρήσεις της χώρας που επιθυμούν να πραγματοποιήσουν επενδύσεις στον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό τους, στην εξωστρέφεια, στην έρευνα και καινοτομία ή στην επίτευξη οικονομιών κλίμακος.

Γιατί στόχος δεν είναι απλά να βιώσουμε μια δυναμική οικονομική ανάκαμψη, αλλά με την εφαρμογή του “Ελλάδα 2.0” να μπει η χώρα σε μια σταθερή πορεία ανάπτυξης και αλλαγής του παραγωγικού της μοντέλου, το οποίο θα γίνει πιο εξωστρεφές, πιο ανταγωνιστικό και πράσινο και ταυτόχρονα πιο ανθεκτικό, προς όφελος ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας. Η πρόκληση είναι ιστορική και η ευκαιρία μοναδική».