Ισλαμικό Τραπεζικό Σύστημα

(Τραπεζικό Σύστημα Χωρίς Τόκο)

Dr. Saleh Jallad

Το Ισλάμ για τους περισσότερους μουσουλμάνους αποτελεί ένα ολοκληρωμένο οικονομικό σύστημα στο οποίο η πνευματική και υλική ευημερία του ατόμου και της κοινωνίας είναι συνυφασμένες. Στο διάβα των αιώνων, η ανάπτυξη ενός Ισλαμικού οικονομικού μοντέλου βασισμένου στις αρχές της ελεύθερης αγοράς υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς παράγοντες στην ικανότητα του Ισλάμ να υπερβεί γεωγραφικούς, πολιτικούς και εθνικούς φραγμούς.

Αναγνωρίζοντας τον εν δυνάμει καταστροφικό αντίκτυπο των ανθρώπινων αδυναμιών στην κοινωνία εάν οι υλιστικές παρορμήσεις του ατόμου δεν ελέγχονταν εκούσια, το Ισλάμ εισήγαγε συγκεκριμένους κανόνες Σαρία που διασφαλίζουν ένα ελάχιστο επίπεδο οικονομικής δικαιοσύνης για όλα τα στρώματα της Ισλαμικής κοινωνίας. Η κύρια αιτία της κοινωνικής και οικονομικής αστάθειας που προσδιορίζεται στο Κοράνι είναι η Ρίμπα, (τοκογλυφία), που μεταφράζεται συνήθως ως «τόκος» (και σε γενικές γραμμές είναι παρόμοια με την έννοια που είχε υιοθετήσει η Χριστιανική Εκκλησία μέχρι πριν από λίγους αιώνες).

Επιπρόσθετες σημαντικές απαγορεύσεις και κατευθυντήριες γραμμές εισήχθησαν προκειμένου να προστατεύσουν την ευημερία της κοινωνίας χωρίς να απειληθούν ο ρόλος και τα δικαιώματα των επιχειρηματιών. Ήταν φανερό  ότι οι ηθικοί κανόνες που όρισε η Σαρία θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μια αυτόματη ισορροπία μεταξύ οικονομικής και κοινωνικής δικαιοσύνης, και συνεπώς να διατηρηθεί έτσι η σταθερότητα στους κόλπους του συστήματος.

Οι οικονομικές συναλλαγές που βασίζονται στην κατοχή υλικών αγαθών από πωλητές και αγοραστές διασώζονταν στον Ισλαμικό κόσμο μέχρι πρόσφατα, ιδίως σε απόμακρες περιοχές τις οποίες είχε παραμελήσει το συμβατικό τραπεζικό σύστημα. Επιπλέον το συμβατικό τραπεζικό σύστημα δεν είχε ανοσία σε παραδοσιακά Ισλαμικά οικονομικά και χρηματιστηριακά εργαλεία τα οποία δανείστηκε. Στο μυαλό έρχεται η Αγγλική λέξη «τσεκ» (επιταγή). Προέρχεται από την αραβική λέξη Σουκ (πληθυντικός Σουκούκ) που αντιστοιχεί σε ένα συμβόλαιο μεταξύ δύο νοημόνων πλευρών.

Εγγενής τόσο στο συμβατικό όσο και στο Ισλαμικό τραπεζικό σύστημα είναι η έννοια της χρηματοοικονομικής μεσολάβησης. Σκοπός και στις δυο περιπτώσεις είναι η ενεργοποίηση του οικονομικού συστήματος με την μεταφορά χρημάτων από μονάδες πλεονασματικών καταθέσεων σε μονάδες ελλειμματικών καταθέσεων, συμπεριλαμβανομένων νοικοκυριών, επιχειρήσεων, κυβερνήσεων.  Και στα δυο συστήματα με το πέρασμα του χρόνου αναπτύχθηκαν κανόνες ηθικής που πηγάζουν από τις ιδιαίτερες ιστορικές και ηθικές αρχές του κάθε συστήματος. Καθώς το υλικό και πνευματικό περιβάλλον εξελίσσονταν, αμφότερα γνώρισαν ηθικές αλλαγές και προσαρμογές. Οι συμβατικές τραπεζικές συναλλαγές που βασίζονται στην καπιταλιστική ιδεολογία η οποία εμπεριέχει τον τόκο ως θεμελιώδες στοιχείο της επιτυχίας της, κυριαρχούν σήμερα στην οικονομική ζωή παγκοσμίως.

Εν τούτοις, σε αντίθεση με το Ισλαμικό τραπεζικό σύστημα, το συμβατικό είναι αποξενωμένο από τους καταθέτες – οι καταθέτες αποποιούνται του δικαιώματος τους να διαχειρίζονται τις περιουσίες τους, και εκχωρούν το δικαίωμα αυτό στα τραπεζικά ιδρύματα. Τα συμβατικά τραπεζικά ιδρύματα συσσωρεύουν τα κέρδη τους από την αποκλειστική διαχείριση των χρημάτων των καταθετών τους, βασικά ως προϊόν που επιφέρει απόδοση λόγω του παράγοντα χρόνου. Τα κέρδη αποδίδονται μόνο στους μετόχους, ενώ οι ζημίες είναι εις βάρος των καταθετών. Αυτό το σύστημα βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στο κριτήριο της οικονομικής αποδοτικότητας και αναγνωρίζεται και στηρίζεται σθεναρά από τις κυβερνήσεις, τη βιομηχανία, το δημόσιο, τα πανεπιστήμια και τους πολιτικούς θεσμούς ανά τον πλανήτη. Το Ισλαμικό τραπεζικό σύστημα έχει τα αντίθετα χαρακτηριστικά, όπως φαίνεται στον Πίνακα 1.

Είναι αυταπόδεικτο πως καθώς ο ηθικός σταθεροποιητικός μηχανισμός εξασθενούσε, το σύστημα του επιτοκίου ενισχύονταν. Αυτή η εξέλιξη ήταν περισσότερο αισθητή στον Ισλαμικό κόσμο, τουλάχιστον μέχρι την αρχή του τελευταίου τετάρτου του 20ου αιώνα, την περίοδο της πρώτης αύξησης της τιμής του πετρελαίου. Ωστόσο κλιμακώθηκε θεαματικά μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου. Το επακόλουθο κύμα Ισλαμοφοβίας που διαπότισε τους νόμους και τις ρυθμίσεις πολλών χωρών παρήγαγε μια ρεβιζιονιστική αντίδραση στον Ισλαμικό κόσμο. Η αναζήτηση ασφαλέστερων εναλλακτικών οδήγησε στην εκ νέου ανακάλυψη του εν υπνώσει Ισλαμικού οικονομικού μοντέλου  και στην άνοδο του Ισλαμικού τραπεζικού συστήματος ως εναλλακτικό απέναντι στο συμβατικό τραπεζικό σύστημα.

Οι ηθικοί κανόνες που είναι ενσωματωμένοι στο Ισλαμικό χρηματοοικονομικό σύστημα, οι οποίες διέπουν τις οικονομικές και χρηματιστηριακές συναλλαγές, περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την ελευθερία της σύμβασης, την προστασία από την Ρίμπα (τοκογλυφία), την προστασία από το Αλ- Γκαράρ (το υπέρμετρο ρίσκο), την προστασία από το αθέμιτο εισόδημα (τζόγος), την προστασία από την χειραγώγηση των τιμών, το δικαίωμα της δίκαιης συναλλαγής, το δικαίωμα της ισότιμης και ακριβούς πληροφόρησης, την προστασία από το Νταράρ (ζημία/ βλάβη), και προάγει τη συνεργασία και αμοιβαία αλληλεγγύη.

Αυτή η εναλλακτική στο συμβατικό τραπεζικό σύστημα είχε μια αναπάντεχα θετική επίδραση σε μια ευρεία γκάμα οικονομικών οργανισμών παγκοσμίως. Στη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών το Ισλαμικό τραπεζικό σύστημα κατέγραψε έναν θεαματικό ρυθμό ανάπτυξης σε γεωγραφικό, δομικό και οικονομικό επίπεδο. Σήμερα λειτουργούν 267 Ισλαμικές τράπεζες σε 45 χώρες και διαχειρίζονται περισσότερα από 262 δισεκατομμύρια δολάρια σε κεφάλαια, με μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 12%.
Τα κεφάλαια τους έχουν φτάσει τα 201 δισεκατομμύρια δολάρια, με μέσο ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 23%, και κέρδη που κατά μέσο όρο κυμαίνονται γύρω στο 11% ετησίως. Αξίζει να σημειωθεί ότι 300 συμβατικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων πολλών διεθνών τραπεζών, προσφέρουν Ισλαμικά τραπεζικά προϊόντα. Εκτιμάται επίσης ότι μέσα στην επόμενη δεκαετία το Ισλαμικό τραπεζικό σύστημα θα διαχειρίζεται περίπου το 50% των καταθέσεων στον Ισλαμικό κόσμο, καθώς η εμπιστοσύνη σε αυτού του τύπου χρηματιστηριακών διαμεσολαβήσεων αυξάνεται.

Η πρόσφατη χρηματιστηριακή και τραπεζική κρίση έδωσε μεγαλύτερη ώθηση στην αναζήτηση ασφαλέστερων εναλλακτικών, ιδίως καθώς διάφορα οικονομικά στοιχεία επιβεβαιώνουν την εγκυρότητα δύο συμπερασμάτων ευνοϊκών για το Ισλαμικό τραπεζικό σύστημα. Το πρώτο είναι ότι οι Ισλαμικές τράπεζες υπέστησαν μικρότερο πλήγμα σε σύγκριση με τις συμβατικές. Το δεύτερο είναι η γενική αίσθηση ότι οι συμβατικές τράπεζες προκαλούν μια σοβαρή οικονομική αδικία, εφόσον θεωρούνται ιδρύματα που οδηγούν στην ιδιωτικοποίηση των κερδών και στην παγκοσμιοποίηση των ζημιών.

Οι καταθέτες στο Ισλαμικό τραπεζικό σύστημα, σε αντίθεση με τους καταθέτες στις συμβατικές τράπεζες, θεωρούνται ως συνιδιοκτήτες (Ράμπ Μαλ) και συνεπώς έχουν μερίδιο στα κέρδη και τις ζημίες των οικονομικών δραστηριοτήτων του ιδρύματος. Η αποφυγή του υπέρμετρου ρίσκου και η απαγόρευση της διαπραγμάτευση των χρεών μειώνουν τις  εγγενείς πιθανότητες οικονομικών καταστροφών. Επιπλέον, το Ισλαμικό τραπεζικό σύστημα είναι διαθέσιμο και σε μη μουσουλμάνους, ενώ σημαντικός αριθμός μουσουλμάνων ίσως επιλέξουν να μην συναλλαγούν με συμβατικά τραπεζικά ιδρύματα, ιδίως όπου υπάρχει αυτή η δυνατότητα εναλλακτικής επιλογής.

Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί πως η ανάπτυξη του Ισλαμικού τραπεζικού συστήματος συνεχίστηκε παρά τα πολυάριθμα εμπόδια, όπως: η ανεπαρκής δημόσια γνώση του τρόπου λειτουργίας του Ισλαμικού τραπεζικού συστήματος, η έλλειψη καταρτισμένου/εξειδικευμένου επαγγελματικού προσωπικού, η έλλειψη ενημερωτικών προγραμμάτων σε πανεπιστήμια, και οι ειδικοί στη Σαρία που εγκρίνουν συναλλαγές με ανεπαρκείς γνώσεις για τη σύγχρονη οικονομία.

Από την άλλη πλευρά, παρότι τα Ισλαμικά τραπεζικά συστήματα καταβάλλουν σημαντικές προσπάθειες, δεν έχουν καταφέρει ακόμη να καθιερώσουν μια γκάμα προϊόντων και υπηρεσιών που να καλύπτει την πλειονότητα των απαιτήσεων των αποταμιευτικών/χρεωστικών λογαριασμών.

Συνεπώς τα συμβατικά και Ισλαμικά τραπεζικά συστήματα αλληλοσυμπληρώνονται στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και της δραστηριοποίησης της οικονομίας.

ΠΗΓΗ