Σε αναβάθμιση της της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνική οικονομίας σε «ΒΒ+», από «ΒΒ», προχώρησε ο οίκος αξιολόγησης «Scope Ratings» την Παρασκευή.
Η αναβάθμιση της Ελλάδας από τον οικο αξιολόγησης στηρίζεται κυρίως στους εξής παράγοντες:
1)Την ευρωπαϊκή υποστήριξη που δίνεται στο πλαίσιο της κρίσης της Covid-19, με τη μορφή μέτρων νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Το πρόγραμμα αγορών ομολόγων από της ΕΚΤ και το γεγονός ότι τα ελληνικά ομόλογα κρίθηκαν επιλέξημα για αγορά στο τρέχον πρόγραμμα.
2)Το ισχυρό προφίλ του δημόσιου χρέους που προκύπτει από τα υποστηρικτικά μέτρα των πιστωτών της ζώνης του ευρώ, από το χαμηλό επιτοκιακό περιβάλλον παγκοσμίως και από την προληπτική διαχείριση του δημόσιου χρέους.
3)Τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που περιόρισαν τους υψηλούς δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) και βελτίωσαν τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος παράλληλα με την κινητοποίηση επενδύσεων στον ιδιωτικό τομέα.
«Πρόκειται, αναμφίβολα, για μια ιδιαίτερα θετική εξέλιξη, η οποία έρχεται να προστεθεί σε μια αλυσίδα θετικών εξελίξεων και βελτίωσης οικονομικών δεικτών το τελευταίο διάστημα», τόνισε ο κ. Σταϊκούρας.
Αναλυτικά η δήλωση του κ. Σταϊκούρα
«O οίκος αξιολόγησης «Scope Ratings” προχώρησε, σήμερα, στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας σε «ΒΒ+”, από «ΒΒ” προηγουμένως, θέτοντας τη χώρα μας ένα «σκαλοπάτι” μακριά από την επενδυτική βαθμίδα.
Είναι η τρίτη φορά που διεθνής οίκος αξιολόγησης αναβαθμίζει, εν μέσω της υγειονομικής κρίσης και των συνθηκών υψηλής αβεβαιότητας που αυτή έχει προκαλέσει παγκοσμίως, το αξιόχρεο της χώρας μας, δίνοντας ακόμα μία «ψήφο” εμπιστοσύνης στην Ελλάδα και στις προοπτικές της.
Πρόκειται, αναμφίβολα, για μια ιδιαίτερα θετική εξέλιξη, η οποία έρχεται να προστεθεί σε μια αλυσίδα θετικών εξελίξεων και βελτίωσης οικονομικών δεικτών το τελευταίο διάστημα.
Αυτό συνιστά απόρροια, αλλά και επιστέγασμα της σκληρής, μεθοδικής και αποτελεσματικής δουλειάς που καταβάλλει τα τελευταία δύο, και πλέον, έτη το Υπουργείο Οικονομικών και συνολικά η Κυβέρνηση, με τον σχεδιασμό και την υλοποίηση πολιτικών που διέπονται από οικονομική αποτελεσματικότητα και κοινωνική ανταποδοτικότητα.
Πολιτικές που, μεταξύ άλλων, οδήγησαν στην αύξηση του ΑΕΠ κατά 16,2% το Β΄ τρίμηνο του 2021, στη μείωση των «κόκκινων» δανείων των ελληνικών τραπεζών κατά περίπου 46 δισ. ευρώ την τελευταία διετία, στην αύξηση της απασχόλησης κατά 2,8% το Β’ τρίμηνο του έτους, στη διαρκή βελτίωση δεικτών, όπως είναι το οικονομικό κλίμα, η μεταποίηση και η οικοδομική δραστηριότητα, καθώς και στην επιτυχημένη πρόσφατη ταυτόχρονη έκδοση 5ετούς και 30ετούς ομολόγου.
Η διορατική εκδοτική πολιτική και η συνετή διαχείριση του «Ταμείου” της χώρας τα τελευταία χρόνια, ακόμα και μέσα στην πολυκύμαντη περίοδο της υγειονομικής κρίσης, έχουν ως αποτέλεσμα τη διατήρηση των ταμειακών διαθεσίμων σε ασφαλή επίπεδα, υπερβαίνοντας τα 40 δισ. ευρώ αυτή την περίοδο.
Το οικονομικό επιτελείο συνεχίζει, και θα συνεχίσει, να εργάζεται, με αμείωτη ένταση, σχέδιο, υπευθυνότητα, όραμα και αποφασιστικότητα, με στόχο η χώρα μας να κατακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, και από τους επιλέξιμους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα οίκους αξιολόγησης, το συντομότερο δυνατό και να πορευτεί δυναμικά στη μετα-κορονοϊό εποχή, πάνω στις στέρεες βάσεις μιας ισχυρής, παραγωγικής, ανθεκτικής, πράσινης και ψηφιακής οικονομίας, τις οποίες μεθοδικά χτίζουμε».