Την εκτίμηση ότι από το 2022 και μετά θα υπάρξει στην Ελλάδα δημοσιονομικός χώρος, ο οποίος θα αξιοποιηθεί κυρίως «για μειώσεις, ακόμα περισσότερο, των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών, ιδίως στη μεσαία τάξη και τα χαμηλότερα εισοδήματα, αλλά και για την άσκηση οικονομικής πολιτικής στην υγεία και στην παιδεία», διατύπωσε σήμερα, από το βήμα του «Thessaloniki Helexpo Forum» της 85ης ΔΕΘ, ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, κατά τη διάρκεια συζήτησης, στην οποία την αξιωματική αντιπολίτευση εκπροσώπησε η τομεάρχης Οικονομικών της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, Έφη Αχτσιόγλου, παρουσία και εκπροσώπων παραγωγικών φορέων.

Ο κ.Σταϊκούρας υπογράμμισε αναλυτικά: «Η δημοσιονομική ευελιξία θέλει υπευθυνότητα, σοβαρότητα, ρεαλισμό, διορατικότητα και μετριοπάθεια. Αξιοποιούμε τη δημοσιονομική ευελιξία (που υπάρχει) με αναπτυξιακά μέτρα, κυρίως με μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, εκ των οποίων οι περισσότερες έχουν μόνιμα χαρακτηριστικά. Παράλληλα έχουμε μια λογική δημοσιονομική προσαρμογή που προέρχεται -και θα προέλθει- αποκλειστικά και μόνο από τους υψηλούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης (…) Αυτό σημαίνει δημοσιονομική προσαρμογή το 2022, πιθανότατα με πρωτογενή ελλείμματα και το συγκεκριμένο έτος και με πρωτογενή πλεονάσματα ρεαλιστικά από το 2023. Όταν τότε συμφωνήσουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τους καινούργιους δημοσιονομικούς κανόνες (…), ο δημοσιονομικός χώρος θα σας πω με σχετική βεβαιότητα ότι θα υπάρξει (…) Με ρεαλιστικά πρωτογενή πλεονάσματα, έχουμε από το 2022 και μετά δημοσιονομικό χώρο, ο οποίος θα πάει κυρίως για μειώσεις, ακόμα περισσότερο, των φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, κυρίως στη μεσαία τάξη και τα χαμηλότερα εισοδήματα, αλλά και για άσκηση οικονομικής πολιτικής και στην υγεία και στην παιδεία».

Kατά τη διάρκεια της συζήτησης, ο κ.Σταϊκούρας, απαντώντας και σε σχόλιο της κας Αχτσιόγλου για την ανάγκη δημιουργίας μιας συμπεριληπτικής οικονομίας, υπογράμμισε ότι αισθάνεται «αυτοπεποίθηση ως ελληνική κυβέρνηση, γιατί πολλά από όσα ειπώθηκαν πριν από τις εκλογές, τα βιώνουν οι πολίτες θετικά στο πορτοφόλι τους»: μεταξύ άλλων ανέφερε τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 22% και του φόρου εισοδήματος για τα φυσικά πρόσωπα από 22% στο 9% για τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, τη μείωση προκαταβολής φόρου, αλλά και των ασφαλιστικών εισφορών κατά 4%, την κατάργηση εισφοράς αλληλεγγύης το 2021 και το 2022, τη μείωση του ΦΠΑ κτλ. «Αυτά αφορούν το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, κυρίως όμως τη μεσαία τάξη» υπογράμμισε.

Ο υπουργός επανέλαβε ακόμα πως υπάρχουν συγκλίνουσες εκτιμήσεις ότι η ελληνική οικονομία ανακάμπτει ισχυρά φέτος και μάλιστα με ποιοτικά χαρακτηριστικά, πρόσθεσε πως με βάση τα πρώτα στοιχεία το εισόδημα των πολιτών βελτιώθηκε στο πρώτο τρίμηνο (κατά 5,1% σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ) κι η ανεργία μειώνεται. Ο κ.Σταϊκούρας υπενθύμισε ότι η κυβέρνηση επιδιώκει η χώρα να πετύχει ανάπτυξη φέτος και ανάκαμψη από το 2022 και μετά και φαίνεται, με πολύ ρεαλιστικούς όρους, ότι καλύπτονται φέτος τα δύο τρίτα των απωλειών του 2020. Επιβεβαίωσε δε, τους κυβερνητικούς στόχους για μείωση των «κόκκινων» δανείων σε μονοψήφιο ποσοστό το 2022, έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία (των θεσμών) εντός του ίδιου έτους και επίτευξη ρεαλιστικών πρωτογενών πλεονασμάτων και επενδυτικής  βαθμίδας για την ελληνική οικονομία το 2023.

Ο επικεφαλής του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης δεσμεύτηκε ακόμα ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τον τραπεζικό τομέα, αλλά και να τον πιέζει, για να συνεχιστεί η πιστωτική επέκταση, ενώ σε ό, τι αφορά τα χρέη που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, υπενθύμισε την πρόβλεψη για ρύθμισή τους σε 72 δόσεις, υποστηρίζοντας πως δεν υπάρχει άλλη χώρα στην Ευρώπη, που να προσφέρει τόσο γενναιόδωρο σχήμα. Οσον αφορά την μη επιστρεπτέα προκαταβολή, επισήμανε πως οι όροι της βελτιώθηκαν πάρα πολύ για τις επιχειρήσεις, αλλά «αν όλη η μη επιστρεπτέα γίνει επιστρεπτέα, τότε το έλλειμμα φέτος θα αυξηθεί κατά δισεκατομμύρια ευρώ και τα δημόσια οικονομικά θα επιβαρυνθούν σημαντικά.

Ε.Αχτσιόγλου: Η αύξηση των αριθμών δεν «περνάει» στην καθημερινότητα νοικοκυριών και επιχειρήσεων

Για εξαιρετικά δυσάρεστες συνθήκες για τις επιχειρήσεις και σοβαρό κίνδυνο για νέα λουκέτα σε ΜΜΕ, οι οποίες απασχολούν το 80% του εργατικού δυναμικού στην Ελλάδα και «αντιμετωπίζουν πρόβλημα συσσωρευμένων χρεών, για το οποίο δεν δίνεται λύση», έκανε λόγο η κα Αχτσιόγλου. Πρόσθεσε ότι τα πράγματα στην αγορά εργασίας είναι πολύ άσχημα, ενώ επισήμανε ότι οι ανισότητες οξύνονται και η αύξηση των αριθμών δεν «περνάει» στην πραγματική ζωή των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων». Υποστήριξε ότι «θα συμβεί το οξύμωρο η κυβέρνηση να μιλάει με θετικούς όρους για την οικονομία και η κοινωνία να βιώνει νέο κύμα φτωχοποίησης», ενώ υποστήριξε ότι, παρότι υπάρχουν πράγματι εξωγενείς παράγοντες που οδηγούν στην αύξηση του πληθωρισμού, ωστόσο ειδικά στην αγορά ηλεκτρικού ρεύματος, συντρέχουν και λόγοι που αφορούν ειδικά την Ελλάδα.

Κατά την κα Αχτσιόγλου, μέχρι σήμερα δεν υπήρξε παρέμβαση ως προς την τήρηση των όρων του ανταγωνισμού στην αγορά ενέργειας της Ελλάδας κι αυτό οδήγησε στη δημιουργία καρτέλ και στην εκρηκτική αύξηση των τιμών: «και τούτη την ώρα η κυβέρνηση εξακολουθεί να μην παρεμβαίνει για την τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού (…) και να μη λαμβάνει σοβαρά μέτρα προστασίας της κοινωνίας από αυτή την επερχόμενη αύξηση του κόστους διαβίωσης συνολικά» υποστήριξε και διερωτήθηκε «τι θα πρωτοκαλύψουν» τα 150 εκατ. ευρώ που θα διατεθούν για την επιδότηση του κόστους των ανατιμήσεων του ρεύματος στα ελληνικά νοικοκυριά, τη στιγμή που έχει εκτιμηθεί πως η επιβάρυνση από τις ανατιμήσεις στη χονδρική τιμή του ρεύματος θα ανέλθει στο 1 δισ. ευρώ μόνο μέχρι τον  Μάρτιο του 2022.

Η κα Αχτσιόγλου εκτίμησε ακόμα πως αν δεν υπάρχει «κούρεμα»  των χρεών της πανδημίας σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, που δεν είναι στρατηγικοί κακοπληρωτές, «δεν θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε παρακάτω, ώστε σε αυτή την ανάπτυξη που περιγράφει ο υπουργός να συμμετάσχει το μεγαλύτερο μέρος κοινωνίας και της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και για αυτό επιμένουμε ότι η οικονομική πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση δεν είναι συμπεριληπτική». Η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ υποστήριξε  ακόμα πως στο Ταμείο Ανάκαμψης «σχεδόν τίποτα δεν αφορά τη δημόσια υγεία, για την οποία υπάρχουν μόνο ανθυποέργα αμελητέας αξίας και δεν είναι δυνατόν μετά από τέτοια κρίση πανδημική να μην υπάρχει σοβαρή επένδυση στην υγεία, δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα για τη δημόσια παιδεία, για την εργασία μόνο ιδιωτικά κέντρα κατάρτισης και για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα αποκλεισμός από τον τραπεζικό δανεισμό».

Οι εκπρόσωποι των φορέων

«Απολύτως θετικά» αντιμετωπίζει η επιχειρηματική κοινότητα τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού από το βήμα της 85ης ΔΕΘ, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ), Αθανάσιο Σαββάκη, ο οποίος επισήμανε πως η κυβέρνηση ανταποκρίθηκε σε ρεαλιστικές και λογικές προτάσεις του επιχειρείν, ενσωματώνοντας κάποιες από αυτές στα νέα μέτρα. Υπενθύμισε τις προτάσεις του ΣΒΕ για τον νέο αναπτυξιακό νόμο, ενώ πρόσθεσε πως οι επιχειρήσεις σήμερα βιώνουν μια περίεργη συγκυρία, αντιμετωπίζοντας τις τεράστιες αυξήσεις των πρώτων υλών και του κόστους της ενέργειας, που δημιουργούν προβλήματα ειδικά για τα διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα. «Το πρόβλημα αυτό χρήζει άμεσης αντιμετώπισης θα έλεγα σε micro και όχι τόσο σε macro επίπεδο» είπε.

«Σαφώς θετικό κίνητρο» για τις επιχειρήσεις χαρακτήρισε τα 3,5 δισ. ευρώ, που θα «πέσουν» στην αγορά ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος (ΚΕΕΕ), Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, επισημαίνοντας ωστόσο ότι παρότι τα κίνητρα για τα νοικοκυριά ήταν πολύ ευνοϊκά, ωστόσο «δεν ακούσαμε τίποτα για τις ΜΜΕ». Όπως είπε, παρά τα 150 εκατ. ευρώ, που δίδονται στα νοικοκυριά για το ρεύμα, δεν θα αποφευχθούν οι ανατιμήσεις, οι οποίες βρίσκονται προ των πυλών, καθώς δεν υπάρχει αντίστοιχη κάλυψη για τις βιομηχανίες και τις βιοτεχνίες που παράγουν τα προϊόντα. Συμπλήρωσε πως το 85% των επιχειρήσεων εξαιρούνται σήμερα από κάθε μορφή δανεισμού, τη στιγμή που δεν υπάρχει χώρα με ελεύθερη οικονομία που να μπορεί να λειτουργήσει χωρίς τραπεζικό σύστημα και χαρακτήρισε κερδοσκοπικά τα επιτόκια των επιχειρηματικών δανείων.

«Ενδείξεις πως τα πράγματα πηγαίνουν λίγο προς το καλύτερο, διαβλέπει από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος της ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΣ ΑΕ, Ιάκωβος Καργαρώτος, ο οποίος αφού υπενθύμισε ότι η εταιρεία συνέχισε τα τελευταία τρία-τέσσερα χρόνια να επενδύει, να δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας και να αυξάνει τις εξαγωγές, εξέφρασε τον προβληματισμό του αφενός για τις αλλαγές που ενδέχεται να επιφέρουν στο δημοσιονομικό πεδίο, συνολικά στην Ευρώπη, οι εκλογές σε Γερμανία και Γαλλία, αλλα και για το διαρκώς αυξανόμενο κόστος της κλιματικής κρίσης._