Σε ανεξήγητο φαινόμενο εξελίσσεται η φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα. Η μακρά αλυσίδα μέτρων που εφαρμόστηκαν στα χρόνια των μνημονίων με στόχο την προσγείωσή της δημιούργησε ένα στρεβλό σύστημα που λειτουργεί όπως η… τραμπάλα.
Ετσι από τη μία η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη σημειώνει κάθετη πτώση, την ίδια όμως ώρα ανεβαίνει η ιδιωτική δαπάνη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Και ενώ η ηλεκτρονική συνταγογράφηση θα έπαιζε τον ρόλο του «μεγάλου αδελφού» βάζοντας φρένο στην προκλητή ζήτηση, στην πράξη οι γιατροί έχουν σπάσει κάθε προηγούμενο ρεκόρ.
Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που οικονομολόγοι της Υγείας, στελέχη του κλάδου και τεχνοκράτες αναφέρονται σε μια «τρύπια» προσπάθεια χαμένων ευκαιριών. Επιμένουν ωστόσο ότι μπορεί να βρεθεί χρυσή τομή, υπό την προϋπόθεση πως θα υπάρξει πολιτική βούληση.
Τα βάρη στους ασθενείς
Η σταδιακή και ολοένα αυξανόμενη επιβάρυνση των νοικοκυριών για την αγορά φαρμάκων προκύπτει από το εξής: το 2009 η συμμετοχή στη φαρμακευτική περίθαλψη ήταν μεσοσταθμικά 9%, όμως σήμερα ξεπερνά το 30%.
Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Οτι οι ασφαλισμένοι πληρώνουν 750 εκατ. ευρώ για συμμετοχή στην (κατά τα άλλα) αποζημιούμενη φαρμακευτική περίθαλψη.
Αρνητική έκπληξη, δε, προκαλεί το γεγονός ότι η συμμετοχή των ασφαλισμένων είναι ίση με το ποσό που θα επιστρέψει και η φαρμακοβιομηχανία στον ΕΟΠΥΥ μετά την εφαρμογή του rebate (κλιμακωτή έκπτωση) και του claw back (επιστροφή λόγω υπέρβασης της φαρμακευτικής δαπάνης) για το περασμένο έτος.
Ετσι, η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη έχει πέσει μεν στα 1,9 δισ. ευρώ – όταν το 2009 είχε εκτιναχθεί στα 5,1 δισ. ευρώ -, αλλά οι ασφαλισμένοι και η φαρμακοβιομηχανία επιβαρύνονται με περισσότερο από 1,4 δισ. ευρώ.
Δηλαδή, ένα στα τέσσερα φάρμακα παρέχεται δωρεάν από τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις, ενώ το δεύτερο το πληρώνουν από την τσέπη τους οι ασφαλισμένοι… ελαφρύνοντας το δημόσιο Ταμείο.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα παραπάνω, κάθε άλλο παρά έκπληξη προκαλεί η τοποθέτηση του καθηγητή Κοινωνικής Πολιτικής και Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γιάννη Υφαντόπουλου, ότι «οι διανεμητικές επιπτώσεις των μνημονίων έβλαψαν κυρίως τους φτωχότερους».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «οι φτωχοί έχουν επωμιστεί επτά, οκτώ φορές μεγαλύτερο βάρος από ό,τι οι πλούσιοι», όπως σημείωσε κατά την πρόσφατη διακομματική συζήτηση της «Πρωτοβουλίας για την Υγεία» («ομάδα σκέψης» που κινείται στον κεντροαριστερό χώρο και εκπροσωπείται από τον πρώην γενικό γραμματέα του υπουργείου Υγείας κ. Αντώνη Δημόπουλο) με θέμα «Το φάρμακο αύριο».
Στο ίδιο μήκος κύματος, η έρευνα του Ινστιτούτου Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής καταλήγει ότι το 24% των πολιτών αναγκάζεται να κάνει γενναίες περικοπές σε είδη πρώτης ανάγκης (π.χ. φαγητό και καύσιμα) για να αγοράσει φάρμακα.
Στρεβλές πολιτικές
Η καταγγελία του Φαρμακευτικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης περιγράφει την καθημερινότητα που βιώνουν τα ελληνικά νοικοκυριά εξαιτίας της ασφυκτικής οικονομικής κατάστασης με τον πλέον γλαφυρό τρόπο.
Οι Θεσσαλονικείς αγοράζουν φάρμακα βερεσέ ακόμη και αξίας 3-5 ευρώ, με αποτέλεσμα οι φαρμακοποιοί να τηρούν τεφτέρια και να καταφεύγουν στις δόσεις.
Στο μεταξύ, τα στοιχεία που παραθέτει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) κ. Πασχάλης Αποστολίδης είναι αποκαλυπτικά: Η κατά κεφαλήν δημόσια φαρμακευτική δαπάνη ακολουθεί πτωτική πορεία, καθώς από 461 ευρώ το 2009 έχει συρρικνωθεί στα 180 ευρώ το 2016.
Και προσθέτει ότι ο κλάδος καλύπτει την κοινωνική πολιτική του κράτους, επικαλούμενος το παράδειγμα των ανασφαλίστων, στους οποίους παρέχεται δωρεάν περίθαλψη χωρίς όμως την απαραίτητη πρόβλεψη σχετικής κρατικής δαπάνης.
Η εξαγγελία του υπουργού Ενέργειας και Περιβάλλοντος κ. Γιώργου Σταθάκη από την έδρα της Βουλής για κλιμακωτή μείωση της συμμετοχής των συνταξιούχων στα φάρμακα αποτελεί παραδοχή των στρεβλών πολιτικών και των συνακόλουθων επιβαρύνσεων στους πολίτες.
Παρά ταύτα, υπάρχουν μοντέλα που έχουν υιοθετεί σε χώρες του εξωτερικού, όπως αυτό της Ισπανίας – δεδομένου ότι πρόκειται ένα κράτος από το οποίο πέρασε η τρόικα -, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν «πυξίδα».
Ειδικότερα εκεί, οι συνταξιούχοι έχουν μηδενική συμμετοχή αν προτιμήσουν γενόσημα σκευάσματα εγχώριας παραγωγής.
Παροπλισμένος ο ΕΟΠΥΥ
Τα ελληνικά παράδοξα όμως δεν σταματούν εδώ. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε η πρώην διευθύντρια ΕΣΥ και πρώην πρόεδρος της Επιτροπής Τιμών Φαρμάκων κυρία Ζωή Δέδε κατά την ίδια διακομματική συζήτηση, οι διαδοχικές μειώσεις στις τιμές φαρμάκων που στόχευαν στη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης έφεραν το αντίθετο αποτέλεσμα.
Ειδικότερα, το 2015 υπολογίστηκε ότι το συγκεκριμένο μέτρο θα επιφέρει μείωση της δαπάνης κατά 72 εκατ. ευρώ. Εν τούτοις σημειώθηκε αύξηση στον τζίρο κατά 196 εκατ. ευρώ.
Αντίστοιχη είναι και η εικόνα για το 2016, με την κυρία Δέδε να δείχνει ως βασική αιτία την υποκατάσταση φθηνών φαρμάκων με νέα και συνεπώς ακριβότερα. «Κάθε δύο παλαιά φάρμακα υποκαθίστανται το ένα από ένα off patent ή νεότερο γενόσημο και το δεύτερο από νεότερο ακριβό σκεύασμα».
Την ίδια ώρα, ειδικοί στον χώρο του φαρμάκου επισημαίνουν ότι ο ΕΟΠΥΥ παραμένει «παροπλισμένος» όσο δεν ενισχύεται ο ρόλος και συνεπώς η αυτονομία του. Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ενδεικτικά ότι η ηλεκτρονική συνταγογράφηση θα έπρεπε να περάσει στην αρμοδιότητά του.
Υπό το πρίσμα αυτό, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Φαρμακοβιομηχανίας κ. Θεόδωρος Τρύφων επιμένει ότι «οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να ξεκινήσουν από τις 72 εκατομμύρια συνταγές του ΕΟΠΥΥ».
Ετσι, τα θεραπευτικά πρωτόκολλα, οι κόφτες και οι κλειστοί προϋπολογισμοί θα μπορούσαν να αποτελέσουν μέρος της λύσης ώστε οι δαπάνες να κατανέμονται πιο δίκαια.
Στην ίδια εκδήλωση που διοργάνωσε η «Πρωτοβουλία για την Υγεία» ο κ. Τρύφων υποστήριξε την είσοδο νέων ακριβών θεραπειών με αξιολόγηση της καινοτομίας, παράλληλε όμως επέμεινε στη σημασία της υποστήριξης των παλαιότερων και άρα φθηνότερων σκευασμάτων μέσω της παροχής κινήτρων σε γιατρούς, φαρμακοποιούς και ασθενείς.