Η πολιτική κρίση εντός των τουρκικών συνόρων, η κρίση στις σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρώπη, η εμπόλεμη κατάσταση με τους Κούρδους και η ένταση στο Αιγαίο έρχονται να συνθέσουν μια εικόνα που θα μπορούσε να ανταποκρίνεται στο 1996, αλλά και… στο 2017, με τη μόνη διαφορά ωστόσο ότι πλέον δεν υπάρχει μια ευρωπαϊκή προοπτική ικανή να ρίξει τους τόνους στον άξονα Αθήνας – Αγκυρας – Βρυξελλών, όπως έγινε στα τέλη της δεκαετίας του 1990 (με τη συνάντηση κορυφής της ΕΕ στο Ελσίνκι το 1999). Κάθε άλλο μάλιστα.

Η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης (PACE) αποφάσισε προχθές να (επανα)θέσει την Τουρκία σε καθεστώς επιτήρησης για πρώτη φορά έπειτα από 13 χρόνια, σε μια κίνηση που ερμηνεύεται ως «φοβερό πισωγύρισμα» για την Αγκυρα. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι οι δημοκρατικοί θεσμοί στην Τουρκία έχουν εκφυλιστεί τόσο στα μάτια των λοιπών 46 κρατών-μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης, ώστε χρήζουν επιτήρησης. Την ίδια ώρα, ωστόσο, αυτό σημαίνει και κάτι άλλο: ότι, σε αντίθεση με την Τουρκία του 2004, η Τουρκία του 2017 δεν ανταποκρίνεται πια στα καλούμενα κριτήρια της Κοπεγχάγης, όπως ονομάζονται τα προαπαιτούμενα (στους τομείς της δημοκρατίας, της συμμόρφωσης με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων), για να γίνει μια χώρα κράτος-μέλος της ΕΕ.

Η προηγούμενη φορά που η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης έθεσε την Τουρκική Δημοκρατία υπό καθεστώς επιτήρησης ήταν το μακρινό 1996 (χρονιά της κρίσης των Ιμίων, θυμίζουμε). Τη χρονιά εκείνη, ωστόσο, συνέβαιναν στην Τουρκία και άλλα πολλά, εξόχως προβληματικά αλλά και ανησυχητικά επίκαιρα με τα σημερινά δεδομένα.

Η χώρα βρισκόταν σε βαθιά πολιτική κρίση. Η χρονιά είχε ξεκινήσει πρώτα με τον ισλαμιστή Ερμπακάν και έπειτα με την Τανσού Τσιλέρ… να επιστρέφουν αναξιοποίητες τις εντολές σχηματισμού κυβέρνησης που έλαβαν από τον πρόεδρο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ.

Στην πορεία και μέσα σε συνθήκες πολιτικής αστάθειας σχηματίστηκε κεντροδεξιά κυβέρνηση μειοψηφίας από τους Μεσούτ Γιλμάζ και Τανσού Τσιλέρ. Μάλιστα οι ισλαμιστές του Κόμματος Ευημερίας, στο οποίο ανήκε και ο Ερντογάν, είχαν τότε προσφύγει στο Συνταγματικό Δικαστήριο αμφισβητώντας την ψήφο εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση, επικαλούμενοι παρατυπίες στην ψηφοφορία. Ο κυβερνητικός συνασπισμός τελικώς κατέρρευσε, δίνοντας τη θέση του σε μια κυβέρνηση ισλαμιστών με πρωθυπουργό τον Νετζμετίν Ερμπακάν και την Τσιλέρ στο τιμόνι του υπουργείου Εξωτερικών.

Η πρώην πρωθυπουργός της Τουρκίας Τ. Τσιλέρ
Η πρώην πρωθυπουργός της Τουρκίας Τ. Τσιλέρ

Εν τω μεταξύ, η πολεμική ένταση είχε χτυπήσει «κόκκινο» ενάντια στους αντάρτες του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK), ειδικά στη Νοτιοανατολική Τουρκία, που είχε τεθεί σε καθεστώς έκτακτης ανάγκης.

H Κύπρος
Το θερμόμετρο είχε ανέβει επικίνδυνα, ωστόσο και στην Κύπρο (δολοφονίες Σολωμού και Ισαάκ, επίσκεψη Ερμπακάν στα Κατεχόμενα), στο Βόρειο Ιράκ (με τη Βαγδάτη μάλιστα να κατηγορεί τους Τούρκους για «στρατιωτική εισβολή») αλλά και στις σχέσεις της Αγκυρας με τη Δαμασκό (με τον Τούρκο πρόεδρο Ντεμιρέλ να κατηγορεί την κυβέρνηση της Συρίας ότι στηρίζει τρομοκράτες). Αλλά και στις σχέσεις με την Ευρώπη τα «αγκάθια» παρέμεναν, με τον Ερμπακάν να αρνείται την πρόσκληση σε δείπνο με Ευρωπαίους στο Δουβλίνο.

Ολα εκείνα τα γεγονότα του 1996 (οι πολιτικές εντάσεις εντός της Τουρκίας αλλά και στις σχέσεις της Αγκυρας με τους «έξω») έρχονται σήμερα να ξυπνήσουν μνήμες… από το παρόν, δημιουργώντας φόβους για το μέλλον. Το πρόβλημα σε σύγκριση με τη δεκαετία του 1990 είναι ότι πλέον δεν υπάρχει μια προοπτική εκτόνωσης ικανή να ρίξει τους τόνους, δημιουργώντας προσδοκίες για νέες καλύτερες ημέρες.

Ηταν η Ελλάδα που τον Δεκέμβριο του 1999 υπογράμμισε ότι θα στηρίξει τα ενταξιακά βήματα της Τουρκίας, αποσύροντας το βέτο, και αυτό με αντάλλαγμα την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ (ένταξη που έμελλε να γίνει πραγματικότητα το 2004). Και ήταν ο ίδιος ο Ερντογάν, άλλωστε, που ήρθε στην εξουσία το 2002 ως τρόπον τινά… ευρωπαϊστής. Πίσω στο παρόν, ωστόσο, σχεδόν 20 χρόνια μετά το Ελσίνκι, τα δεδομένα πλέον έχουν αλλάξει σε ΕΕ και Κύπρο. Ο Ερντογάν, έχοντας απομακρυνθεί de facto από τις αρχές της ΕΕ, λατρεύει να επιτίθεται στους Ευρωπαίους, απειλώντας τους με ρήξη δεσμών και συμφωνιών. Το ενδεχόμενο μιας τουρκικής ένταξης στην ΕΕ φαντάζει πλέον απίθανο.

Επί της ουσίας, άλλωστε, ούτε το Βερολίνο, ούτε η Αγκυρα δείχνουν πραγματικά να επιθυμούν κάτι τέτοιο. Πολλοί στην Ευρώπη μιλούν ήδη όχι για ένταξη, αλλά για μια νέα εταιρική σχέση με την Τουρκία, εστιασμένη στους τομείς του εμπορίου, της οικονομίας, της διαχείρισης ανθρωπιστικών κρίσεων.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΚΑΦΙΔΑΣ

Πηγή