Ταυτόχρονα αναμένουν τις πρωτοβουλίες που θα αναλάβει η Κομισιόν, μετά την υιοθέτηση της πρότασης του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για την ανάληψη ενιαίας δράσης, που περιλαμβάνει μέτρα έκτακτης ανάγκης ώστε να στηριχθούν καταναλωτές και επιχειρήσεις, απέναντι στο υψηλό κόστος της ενέργειας.
Στο Eurogroup που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι δεν υπήρξε εκτενής συζήτηση γύρω από το πώς και κυρίως από πότε θα λειτουργήσει ο εν λόγω μηχανισμός, κάτι που εκτιμάται ότι θα συμβεί με μεταγενέστερο στάδιο.
Να σημειωθεί ότι η ελληνική πρόταση που είχε παρουσιαστεί στις αρχές της κρίσης στον ενεργειακό τομέα προβλέπει την ύπαρξη σε κεντρικό επίπεδο ενός ταμείου, το οποίο θα παράσχει επιπλέον πόρους στα κράτη – μέλη, με στόχο να στηρίξουν κατά κύριο λόγο μικρομεσαίες επιχειρήσεις, χωρίς να δημιουργείται δημοσιονομικό πρόβλημα.
Η βασική αρχιτεκτονική της ελληνικής πρότασης είναι να δημιουργηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο ένα ταμείο που θα μπορέσει να δώσει τη δυνατότητα στα μέλη να στηρίξουν τους καταναλωτές, που δεν θα πλήττει το χρέος και το έλλειμμα του κάθε κράτους.
Όπως έχει δηλώσει ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας, «την είχαμε θέσει από το Σεπτέμβριο του 2021 αυτή την πρόταση που θα χρησιμοποιεί έσοδα από δημοπρασίες ρύπων που είναι παγωμένα στο αποθεματικό του ETS και εάν αυτό δεν είναι εφικτό, τότε θα μπορεί να αποπληρωθεί μελλοντικά από έσοδα υφιστάμενων δημοπρασιών ρύπων που υλοποιεί το κάθε κράτος ετησίως».
Στο υπουργείο Οικονομικών, όπως είναι φυσικό στα δυσμενή σενάρια, δεν υπήρχε αυτό του πολέμου και των συνεπειών του. Επί του παρόντος, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν υπάρχει καμία απολύτως απόφαση και όπως όλοι στην Ευρώπη, οι αξιωματούχοι του υπουργείου είναι εν αναμονή.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα συνεχιστεί κανονικά το πρόγραμμα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, απέναντι στο αυξημένο ενεργειακό κόστος και όσο χρονικό διάστημα απαιτηθεί. Το ποσό που μέχρι σήμερα έχει δοθεί υπερβαίνει τα 2 δισ. και «τρέχει» με περίπου 350 – 400 εκατ. τον μήνα.
Στο δημοσιονομικό πεδίο δεν υπάρχει ακόμη ανατροπή και παραμένει ο στόχος για πρωτογενές έλλειμμα στο 1,4% του ΑΕΠ. Κανείς όμως δεν μπορεί να δεσμευθεί ότι ο στόχος αυτός θα παραμείνει και δεν θα μεταβληθεί στην πορεία, αναλόγως των εξελίξεων.
Και βέβαια ζητούμενο είναι τι θα γίνει με το επίδομα που υπάρχει ως σκέψη στην κυβέρνηση να χορηγηθεί προς τους ευάλωτους, πιθανότατα πριν το Πάσχα, προκειμένου να πάρουν μία μικρή ανάσα στην προσπάθεια αντιμετώπισης του αυξημένου πληθωρισμού.
Τέσσερις παράγοντες θα κρίνουν τον γενικότερο σχεδιασμό της κυβέρνησης.
1. Πόσο άμεσα θα λάβει τις αποφάσεις η Κομισιόν αναφορικά με την ανάληψη κοινής δράσης απέναντι στην ακρίβεια. Τι βάθος θα έχουν και βέβαια τι επιβάρυνση θα υπάρχει σε προϋπολογισμό και χρέος.
2. Σε τι ύψος θα διαμορφωθεί η ανάπτυξη του 2021, που ανακοινώνεται την προσεχή Παρασκευή.
3. Ποια είναι η πορεία των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού. Τα πρώτα δείχνουν ότι ο Φεβρουάριος τουλάχιστον κάλυψε ένα μεγάλο μέρος των απωλειών που υπήρξαν τον Ιανουάριο.
4. Η πορεία των τιμών σε ενέργεια, αλλά και οι εξελίξεις στο μέτωπο των πολεμικών επιχειρήσεων.
Εν κατακλείδι στο υπουργείο Οικονομικών πλέον δεν αποκλείουν κανένα σενάριο, αλλά και δεν βιάζονται να λάβουν οριστικές αποφάσεις. Επίσης υπό το βάρος επιβάρυνσης που αναμφίβολα θα έχουν οι στόχοι για την ανάπτυξη του 2022 σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και η ανάγκη για αύξηση των δαπανών, δεν αποκλείεται να μπει εκ νέου στο τραπέζι θέμα επέκτασης της ρήτρας διαφυγής και το 2023.