Μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα η κυβέρνηση θα ανοίξει τα χαρτιά της για το ύψος που θα διαμορφωθεί ο κατώτατος μισθός από την 1η Μαΐου, που σύμφωνα με τα όσα τουλάχιστον έχει δηλώσει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα έχει μία γενναία αύξηση.
Επισήμως τουλάχιστον δεν έχει διαρρεύσει το ποσό στο οποίο τελικά θα διαμορφωθεί ο κατώτατος μισθός, αν και τα σενάρια δίνουν και παίρνουν και μόνο λίγα δεν είναι.
Όπως αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, που θέλουν να διατηρήσουν την ανωνυμίας, η όλη διαδικασία κινείται σε απόλυτα θεσμικό επίπεδο και δεν πρόκειται αυτό να αλλάξει μέχρι και την τελευταία στιγμή ενώ τα όποια σενάρια βλέπουν το φως της δημοσιότητας δεν τροφοδοτούνται από την πλευρά της κυβέρνησης.
Από την άλλη πλευρά βέβαια οι ίδιοι αξιωματούχοι, αναφέρουν ότι στη λήψη των τελικών αποφάσεων θα πρέπει ληφθούν υπόψη δύο σημαντικοί παράγοντες.
Ο πρώτος έχει να κάνει με τις αντοχές της οικονομίας και των επιχειρήσεων, ειδικά των μικρομεσαίων. Οι κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι θα πρέπει η όποια αύξηση δοθεί να είναι στα όρια των δυνατοτήτων της οικονομίας, έτσι ώστε να μην βρεθούν οι επιχειρήσεων σε δυσχερή θέση. Σημειώνουν επίσης, ότι στην συντριπτική πλειοψηφία, οι αμειβόμενοι με τον κατώτατο μισθό, είναι εργαζόμενοι σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και όχι σε μεγάλες ελληνικές ή πολυεθνικές.
Οι τελευταίες, σημειώνουν, απασχολούν ιδιαίτερα εξειδικευμένο προσωπικό που δεν αμείβεται με τον κατώτατο μισθό.
Ο άλλη παράμετρος έχει να κάνει με την ανάγκη να στηριχθούν οι εργαζόμενοι με χαμηλά εισοδήματα που ανήκουν στην αποκαλούμενη κοινωνική ομάδα των ευάλωτων νοικοκυριών που αναμφίβολα πλήττονται περισσότερο από τον υψηλό πληθωρισμό.
Πάνω σε αυτούς τους δύο άξονες επιχειρεί να ισορροπήσει η κυβέρνηση, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τις εισηγήσεις των αρμοδίων φορέων. Την Παρασκευή το ΚΕΠΕ παρέδωσε στον υπουργό Εργασίας το πόρισμα του διαλόγου που προηγήθηκε με τους επιστημονικούς και κοινωνικούς φορείς.
Την ίδια στιγμή ο υπουργός Εργασίας διευκρίνισε ότι η εισήγησή του προς το υπουργικό Συμβούλιο θα γίνει μετά τις εορτές του Πάσχα, την τελευταία εβδομάδα του Απριλίου και η ισχύς του νέου μισθού θα ξεκινήσει από την 1η Μαΐου.
Οι ενδείξεις, οι οποίες επιβεβαιώνονται εν μέρει από κυβερνητικές πηγές, είναι η κυβερνητική εισήγηση να κινηθεί μεταξύ 6% και 7%, πέραν του 2% που δόθηκε κατά την 1η.1.2022.
Το ύψος της αύξησης των μισθών -το οποίο αναμένεται να ξεπερνά τον πληθωρισμό- σε συνδυασμό με τα μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων αποτελούν το σκέλος των κυβερνητικών παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση της ακρίβειας.
Στο μεταξύ οι φορείς εργοδοτών και εργαζομένων έχουν θέσεις που απέχουν και μάλιστα σημαντικά μεταξύ τους, αναφορικά με το ύψος του κατώτατου μισθού. Σε αυξήσεις 3% ή 4%, κατ’ ανώτατο όριο, φαίνεται να επιμένουν οι ισχυρές εργοδοτικές οργανώσεις, όπως για παράδειγμα ΣΕΒ και ΣΕΤΕ, ενώ οι εκπρόσωποι των μικρομεσαίων επιχειρήσεων διατυπώνουν επιφυλάξεις για τις επιπτώσεις του εργατικού κόστους στη βιωσιμότητα των επιχειρήσεών τους.
Από την πλευρά της η ΓΣΕΕ επιμένει στην επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ από τα 663 ευρώ -γεγονός που αντιστοιχεί σε αύξηση περίπου 13%- δηλαδή η «διαφορά» μεταξύ των δύο πλευρών αγγίζει το 10%.
Η Τράπεζα της Ελλάδος διατυπώνει την πλέον συγκρατημένη πρόταση με επιπλέον αυξήσεις από 2,7% έως 3,4%, επικαλούμενη την «αυξημένη αβεβαιότητα λόγω των διεθνών τιμών της ενέργειας, την αύξηση του πληθωρισμού και την πολεμική κρίση στην Ουκρανία».
Θανάσης Παπαδής