Την παραπομπή της Ρούλας Πισπιρίγκου ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου για τον θάνατο της πρωτότοκης κόρης της Τζωρτζίνας και την απόπειρα ανθρωποκτονίας του παιδιού αποφάσισαν με βούλευμά τους οι δικαστές του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, οι οποίοι κάνουν λόγο για «εμμονικά και ναρκισσιστικά στοιχεία» της προσωπικότητας της 34χρονης, η οποία χαρακτηρίζεται από «θρασύτητα», «απουσία συναισθήματος για τα παιδιά της» και αγωνία για δημοσιότητα, στοιχεία που της προσδίδουν ιδιαίτερη επικινδυνότητα, σύμφωνα με τους δικαστές.

Μετά τη μελέτη της δικογραφίας που έχει σχηματιστεί για την ανθρωποκτονία της 9χρονης Τζωρτζίνας τον Ιανουάριο του 2022, αλλά και την απόπειρα ανθρωποκτονίας της τον Απρίλιο του 2021, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών αποφαίνεται ότι η προσωρινά κρατούμενη μητέρα του παιδιού πρέπει να λογοδοτήσει ως η δράστης των δύο πράξεων σε βάρος της κόρης της, τις οποίες «τέλεσε με δόλο και σε ήρεμη ψυχική κατάσταση».

Στο βούλευμα γίνεται εκτενής αναφορά τόσο στην πράξη που επέφερε το αποτέλεσμα που -κατά τη δικογραφία- επεδίωκε η 34χρονη όσο και στην «αποτυχημένη» ενέργεια σε βάρος της 9χρονης, για την οποία οι τρεις δικαστές-μέλη του Συμβουλίου (Γεώργιος Κασίμης, πρόεδρος Πλημμελειοδικών, Χαράλαμπος Γεωργακόπουλος και Θεοδώρα Τραϊανίδου, πλημμελειοδίκες) αποφαίνονται ότι δεν αφορά προσπάθεια ασφυκτικού θανάτου αλλά τη χορήγηση ουσίας, πιθανότατα κεταμίνης. Αποφαίνονται, δηλαδή, ότι τον Απρίλιο του 2021, όταν η Ρούλα Πισπιρίγκου επιχείρησε να θανατώσει το παιδί της, χρησιμοποίησε χημική ουσία και όχι μέθοδο απόφραξης αναπνευστικής οδού, κάτι που εν τέλει πέτυχε με τη χορήγηση κεταμίνης λίγους μήνες μετά, όταν η Τζωρτζίνα υπέκυψε σε θανατηφόρα δόση.

Σύμφωνα με το σκεπτικό του βουλεύματος, όσον αφορά την απόπειρα ανθρωποκτονίας που τελέστηκε τον Απρίλιο του 2021, όταν η Τζωρτζίνα νοσηλευόταν στο Καραμανδάνειο Νοσοκομείο Πάτρας, η αξιολόγηση των ιατρικών δεδομένων καταλήγει στο ότι ο αποκλεισμός της μύτης και του στόματος δεν είναι πρόσφορος τρόπος ώστε να προκληθεί ανακοπή. Οι δικαστές αποφαίνονται ότι εντός του νοσοκομείου «η κατηγορούμενη χορήγησε μη επακριβώς ταυτοποιήθησα ουσία, κατασταλτική του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος, με πιθανότητα που αγγίζει τη βεβαιότητα η ουσία αυτή να είναι κεταμίνη, ουσία που μπορεί να προκαλέσει ανακοπή». Σημειώνεται ότι το 9χρονο παιδί, ενώ νοσηλευόταν στο Καραμανδάνειο χωρίς προηγούμενα παθολογικά ευρήματα, εκδήλωσε καρδιακή ανακοπή την οποία αντιμετώπισαν με τεράστια προσπάθεια οι γιατροί σώζοντας τότε τη ζωή του. Έπειτα από αυτό το κοριτσάκι υπέστη μόνιμη εγκεφαλική βλάβη.

Για τον θάνατο της Τζωρτζίνας, οι δικαστές υιοθετούν πλήρως την πρόταση του εισαγγελέα Γιώργου Νούλη σχετικά με τη χορήγηση θανατηφόρας ουσίας στις 29 Ιανουαρίου μέσα στο νοσοκομείο Παίδων όπου νοσηλευόταν το κορίτσι, σε χρόνο που στο δωμάτιο βρισκόταν μόνο η μητέρα του.

Στο κεφάλαιο του βουλεύματος που αφορά το κίνητρο της 34χρονης αναφέρονται η εμμονή της Πισπιρίγκου με τον σύζυγο της Μάνο Δασκαλάκη αλλά και συγκεκριμένα στοιχεία της προσωπικότητάς της που οδήγησαν την κατηγορούμενη να στραφεί σε βάρος του παιδιού της.

Βασιζόμενοι στην περιγραφή της ειδικής πραγματογνώμονα που είχε οριστεί κατά την ανάκριση, οι δικαστές τονίζουν: «Η κινητροδότηση της κατηγορούμενης ως προς την εκπόρευση της ως άνω εξακολουθητικής αξιόποινης συμπεριφοράς της ελέγχεται στα δυσμενή και παθογενή χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και της ιδιοσυγκρασίας της, που αποκρυσταλλώνονται, κυρίως, σε ιδέες μεγαλείου συνδεόμενες με τη δημοσιότητα / διασημότητα, αλλά μη έχουσες έρεισμα στην πραγματικότητα, στον ενστερνισμό της αντίληψης πως μπορεί κανείς να αποκτήσει δημοσιότητα / διασημότητα μέσα από παραβατικές πράξεις, στη διαρκή διαπραγμάτευση μεταξύ αλήθειας και ψέματος, πραγματικού και μη πραγματικού, σε αποστέρηση κάθε γνησίου συναισθήματος, σε επικέντρωση (κατά προεξάρχοντα ρόλο) σκέψεων και επενδύσεων γύρω από τον ήδη εν διαστάσει σύζυγό της και υποστηρίζοντας την κατηγορία, με ενδιάθετη έκφραση κτητικότητας επ’ αυτού, στη διακατοχή της από την ιδέα / φόβο της εγκατάλειψης, στην απόδοση μεγάλης σημασίας στο να βρίσκεται κανείς στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος μέσω της διασημότητας που προσφέρει η δημοσιότητα, στην αντίληψη των παιδιών της ως μια ναρκισσιστική προέκταση του εαυτού της και σε προσέγγιση εξιδανίκευσης του θανάτου, καταδεικνύεται, κατά την κρίση του παρόντος Συμβουλίου, θρασύτητα, έντονη αντικοινωνικότητα, αδιαφορία για την ανθρώπινη ζωή, ταπεινά ελατήρια και ιδιαίτερη επικινδυνότητα της κατηγορούμενης… ».

Με το βούλευμα οι δικαστές διατάσσουν να συνεχιστεί η προσωρινή κράτηση της Πισπιρίγκου για ακόμη έξι μήνες, καθώς η κατηγορούμενη είναι ύποπτη τέλεσης νέων, όμοιων αξιόποινων πράξεων ακόμη και κατά των δικών της ανθρώπων.

Σημειώνεται ότι η Ρούλα Πισπιρίγκου είναι αντιμέτωπη και με ακόμη δύο πράξεις ανθρωποκτονίας κατά των άλλων δύο παιδιών της, της Μαλένας και της Ίριδας, για τις οποίες διενεργείται ανάκριση.