Σε αναβάθμιση των προβλέψεών του για την ελληνική οικονομία προχωρά το ΙΟΒΕ, προβλέποντας πλέον ρυθμούς ανάπτυξης 6% το 2022, από 3,5-4% προηγουμένως, λόγω ισχυρότερης διεύρυνσης της ιδιωτικής κατανάλωσης (8,1%) και των εξαγωγών  (12,5%). Η πρόβλεψη για το σύνολο του τρέχοντος έτους περιλαμβάνει επίσης αύξηση των εισαγωγών κατά 13,5% και ηπιότερη των προηγούμενων προβλέψεων ενίσχυση των επενδύσεων (6,6%).

Για το 2023, το ΙΟΒΕ αναμένει σαφώς βραδύτερη ετήσια ανάπτυξη, κατά  1,6% σε πραγματικούς όρους, λόγω επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας και διατήρησης  του πληθωρισμού και της αβεβαιότητας. Ως προς τις συνιστώσες, μόνο οι επενδύσεις αναμένεται να υπερβούν την φετινή τους επίδοση, με υψηλότερη ετήσια διεύρυνση το 2023  (10,5%) ενώ η κατανάλωση αναμένεται να επιβραδυνθεί (0,6%). Αναμένεται μικρή περαιτέρω επιδείνωση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (από περίπου 7% του ΑΕΠ φέτος), με τις  εξαγωγές και τις εισαγωγές να αυξάνονται ετησίως το 2023 κατά 3,8% και 4,8% αντιστοίχως.

ΙΟΒΕ: Βλέπει ανάπτυξη 6% φέτος  και 1,6% το 2023-1

Το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι οι τιμές θα διατηρηθούν σε ανοδική τροχιά το τρέχον έτος, στην περιοχή του 9,7%, λόγω κυρίως της έντονης ανόδου των τιμών στα ενεργειακά προϊόντα, αλλά και της καταναλωτικής ζήτησης. Για το 2023, και λαμβάνοντας υπόψη τις υποθέσεις και τις τάσεις που  διαμορφώνουν τις τιμές προβλέπεται πως ο Γενικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή θα διαμορφωθεί στην περιοχή του 4,2%.

Το ποσοστό της ανεργίας το 2022 αναμένεται να κυμανθεί στην περιοχή του 12,3%, ενώ το 2023 στην περιοχή του 11,5%.

Το ΙΟΒΕ προειδοποιεί ότι οι δημοσιονομικές προοπτικές για το 2023 αναδεικνύονται αρνητικές, παρότι η εκτέλεση του προϋπολογισμού κινείται καλύτερα από τους αρχικούς στόχους για το τρέχον έτος. Ειδικότερα, καταγράφηκε υπέρβαση των ταμειακών στόχων του προϋπολογισμού στο πρώτο οκτάμηνο του 2022, κυρίως από  υψηλότερα έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού (+5,7 δισ. ευρώ έναντι του στόχου). Υπήρξε αύξηση στις περισσότερες κατηγορίες εσόδων σε σχέση με πέρυσι, κυρίως λόγω της αυξημένης οικονομικής δραστηριότητας και της καλύτερης, σε σχέση με τις προσδοκίες, επίδοσης της οικονομίας. Υπέρβαση στόχου και στην πλευρά των δαπανών (-192 εκατ. ευρώ), κυρίως λόγω του ετεροχρονισμού των πληρωμών των εξοπλιστικών προγραμμάτων κατά 803 εκατ. ευρώ.

Παρότι τα θεμελιώδη μεγέθη του τραπεζικού συστήματος βελτιώνονται, οι τράπεζες θα αντιμετωπίσουν αυξανόμενες προκλήσεις μεσοπρόθεσμα, προειδοποιεί το ΙΟΒΕ. Στις θετικές εξελίξεις, τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια στους ισολογισμούς των τραπεζών μειώθηκαν το δεύτερο τρίμηνο στο  χαμηλότερο επίπεδο από τον Δεκέμβριο του 2009, οι ιδιωτικές καταθέσεις και η πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις ενισχύθηκαν προς τα μέσα του έτους.

Από την πλευρά των προκλήσεων, επιταχύνθηκε η αύξηση του κόστους χρήματος, ενώ οι συνθήκες χρηματοδότησης από τις αγορές κεφαλαίου έχουν επιδεινωθεί. Το κόστος νέου δανεισμού για το ελληνικό δημόσιο σημείωσε άνοδο το τρίτο τρίμηνο του 2022, ενώ παράλληλα διευρύνθηκε το spread με  τον «πυρήνα» της Ευρωζώνης. Το κόστος νέου τραπεζικού δανεισμού στον ιδιωτικό τομέα  παρέμεινε χαμηλά, αν και καταγράφηκε άνοδος στη στεγαστική πίστη. Μη αμελητέος είναι και ο κίνδυνος για νέο γύρο ληξιπρόθεσμων οφειλών λόγω των συνεπειών της ενεργειακής κρίσης στη δυνατότητα αποπληρωμής νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Υψηλός κίνδυνος ύφεσης στην Ευρώπη

Κατά την παρουσίαση της τριμηνιαίας έκθεσης, ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, καθηγητής Νίκος Βέττας, σημείωσε ότι η νέα κρίση στην παγκόσμια οικονομία έχει ρίζες από το παρελθόν, αναφερόμενος στα μη συμβατικά μέτρα  νομισματικής πολιτικής επί μακρόν, τις ανισορροπίες μεταξύ παραγωγής και ζήτησης, αλλά και  στα δημοσιονομικά των κρατών, σε συνέχεια τη πανδημίας, γεωπολιτική αστάθεια, στρεβλώσεις στις αγορές ενέργειας.

Η κρίση απαιτεί συντονισμένη δράση και δομικές αλλαγές, τόνισε. Η νομισματική πολιτική καλείται να  βρει ισορροπία μεταξύ τιθάσευσης πληθωρισμού και αποφυγής παγίδας ύφεσης, ο  δημοσιονομικός «χώρος» είναι περιορισμένος, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προϋποθέτουν  αξιοπιστία και πολιτικό κεφάλαιο. Ο κίνδυνος ύφεσης, ειδικά στην Ευρώπη, είναι πλέον  υψηλός.

Η ελληνική οικονομία καταγράφει θετική δυναμική κατά το τρέχον έτος, που είναι ισχυρότερη  από αυτή που αρχικά αναμενόταν και από τον μέσο όρο στις ευρωπαϊκές οικονομίες. Η μεγέθυνση της οικονομίας συνοδεύεται και από βελτίωση σε δείκτες που μπορεί να  σηματοδοτούν ποιοτική αναβάθμισή της, όπως η εξωστρέφεια.

Θετική έκπληξη φέτος αποτελεί ο ρυθμός μεγέθυνσης της ιδιωτικής κατανάλωσης, παρά τον  πολύ υψηλό πληθωρισμό. Επίσης θετική εξέλιξη υπάρχει στις εξαγωγές, κυρίως στον τουρισμό  και τις λοιπές υπηρεσίες αλλά και ευρύτερα.

Στον αντίποδα, ανησυχητική είναι η εξέλιξη του πληθωρισμού που κυμαίνεται σε επίπεδα  υψηλότερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Επίσης ανησυχητική είναι η συστηματική  διεύρυνση των εισαγωγών και γενικότερα η εξέλιξη του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.