Τις βάσεις για ακόμη περισσότερη φτώχεια στην Ελλάδα έβαλε η ψήφιση του νέου πακέτου μέτρων για την περίοδο 2018-2021. Το μεσοπρόθεσμο σχέδιο δημοσιονομικής στρατηγικής αποκαλύπτει τη «συνταγή» με την οποία σκοπεύει η κυβέρνηση να παραγάγει τα πρωτογενή πλεονάσματα του 3,5%: βύθιση των κοινωνικών παροχών –συμπεριλαμβανομένων και των συντάξεων– και αύξηση των φόρων.

Για πρώτη φορά μάλιστα στα μνημονιακά χρόνια, αυτοί που θα κληθούν να σηκώσουν το μεγαλύτερο βάρος είναι οι χαμηλόμισθοι και οι χαμηλοσυνταξιούχοι, δηλαδή αυτοί που «φλερτάρουν» με τα όρια της φτώχειας.

Το ΕΚΑΣ θα εκλείψει, η αύξηση των φορολογικών εσόδων θα προκύψει κυρίως από τη μείωση του αφορολογήτου που πλήττει τα χαμηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια, εφάπαξ οικονομική ενίσχυση όπως αυτή που δόθηκε το 2014 αλλά και το 2016 δεν προγραμματίζεται μέχρι και το 2021, ενώ ο προϋπολογισμός του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος σχεδιάζεται να παραμείνει αμετάβλητος μέχρι και τις αρχές της επόμενης 10ετίας. Μειωμένος θα είναι και ο προϋπολογισμός του ΕΟΠΥΥ ενώ το μοναδικό κονδύλι του κρατικού προϋπολογισμού στο οποίο προβλέπεται να υπάρξει σημαντική αύξηση είναι η μισθολογική δαπάνη του Δημοσίου.

Στο κονδύλι για τις κοινωνικές παροχές του κράτους, περιλαμβάνεται η δαπάνη για τις συντάξεις, ο προϋπολογισμός του ΕΟΠΥΥ, το κονδύλι για το κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης, το ΕΚΑΣ αλλά και οι όποιες εφάπαξ παροχές αποφασίζονται ανάλογα με την πορεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού. Για τις κοινωνικές παροχές, το 2015 δόθηκαν 38,916 δισ. ευρώ, ενώ για φέτος προβλέπεται να διατεθούν περίπου 39,051 δισ. ευρώ. Μέχρι το 2021, το συγκεκριμένο κονδύλι θα πρέπει να έχει ψαλιδιστεί στα 37,147 δισ. ευρώ. Δεδομένου μάλιστα ότι υπάρχει πρόβλεψη για αύξηση του ΑΕΠ, η δαπάνη για τις κοινωνικές παροχές, από το 22% του ΑΕΠ το 2016 και το 21,6% του 2017, θα γκρεμιστεί στο 17,6% μέχρι το 2021.

Ποιος θα… πληρώσει αυτή τη μείωση των κοινωνικών παροχών κατά 1,9 δισ. ευρώ μέσα στην επόμενη 4ετία; Κατά κύριο λόγο οι χαμηλοσυνταξιούχοι –υφιστάμενοι και μελλοντικοί– οι οποίοι κινδυνεύουν να βρεθούν πλέον κάτω από το όριο της φτώχειας, κάτι που είχαν αποφύγει μέχρι σήμερα λόγω της επιδοματικής πολιτικής του κράτους που καταργείται αλλά και της διασφάλισης των χαμηλών συντάξεων που πλέον δεν υπάρχει. Ετσι:

1. Από τα 921 εκατ. ευρώ που προέβλεπε ο κοινωνικός προϋπολογισμός το 2015 για το ΕΚΑΣ, από του χρόνου το κονδύλι θα έχει πέσει στα… 80 εκατ. ευρώ και από το 2020 στο… μηδέν. Η ζημία που έχει ήδη γίνει στους συνταξιούχους, που ούτως ή άλλως φλερτάρουν με τη φτώχεια, αποκαλύφθηκε από τις εκθέσεις του συστήματος ΗΛΙΟΣ: οι δικαιούχοι του ΕΚΑΣ από 371.976 τον Ιούλιο του 2015 έχουν μειωθεί ήδη σε 235.866 ενώ οι φτωχότεροι των συνταξιούχων χάνουν από την περικοπή περίπου 46 εκατ. ευρώ τον μήνα. Περίπου 260.245 συνταξιούχοι εισέπρατταν μια ενίσχυση της τάξεως των 230 ευρώ μηνιαίως τον Ιούλιο του 2015 και αυτή η ενίσχυση έχει γίνει τώρα από μηδενική έως 120 ευρώ τον μήνα. Από τον Δεκέμβριο του 2017, θα υπάρξει νέος γύρος περικοπών και αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα για πρώτη φορά στα μνημονιακά χρόνια οι 371.976 φτωχότεροι συνταξιούχοι να υποστούν αυτομάτως ετήσια απώλεια εισοδήματος ακόμη και άνω των 3.000 ευρώ τον χρόνο.

2. Η ετήσια δαπάνη για τις συντάξεις προβλέπεται να μειωθεί από τα 30,006 δισ. ευρώ το 2015 και τα 30,201 δισ. ευρώ το 2017 στα 27,405 δισ. ευρώ το 2021. Η περικοπή θα προέλθει κατά κύριο λόγο από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, αλλά όχι μόνο. Μέχρι το 2021, θα έχει πλέον λειτουργήσει πλήρως και ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων ο οποίος θα οδηγήσει και αυτός σε αύξηση του ποσοστού της φτώχειας για δύο λόγους:

α. Σημερινές υψηλές συντάξεις θα σταματήσουν να χορηγούνται, κυρίως λόγου θανάτου του δικαιούχου, και θα αντικατασταθούν από τις πολύ χαμηλότερες συντάξεις που θα «παραγάγει» ο νόμος Κατρούγκαλου (είτε γήρατος είτε χηρείας).

β. Εργαζόμενοι που θα υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης θα αντικαθιστούν έναν υψηλό μισθό με μια πολύ χαμηλή σύνταξη καθώς θα έρχονται αντιμέτωποι με τους πολύ χαμηλούς συντελεστές αναπλήρωσης που προβλέπει ο νέος νόμος.

Το μοναδικό κονδύλι που αυξάνεται αφορά μισθούς στο Δημόσιο

Με την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς από το 2019 που προβλέπεται με τον τελευταίο νόμο, η σημερινή κυβέρνηση θα επιτεθεί για τρίτη φορά στις χαμηλές συντάξεις με κίνδυνο να ρίξει αρκετές από αυτές κάτω από το όριο της φτώχειας.

Το πρώτο χτύπημα στους χαμηλοσυνταξιούχους ήταν η κατάργηση της 13ης και της 14ης σύνταξης και το δεύτερο η αύξηση των εισφορών υπέρ υγείας από τη σημερινή κυβέρνηση. Το τρίτο χτύπημα θα είναι και το ισχυρότερο, καθώς ακόμη και συνταξιούχοι των 600-700 ευρώ κινδυνεύουν με μείωση του εισοδήματός τους ακόμη και κατά 18%. Η πραγματική μείωση θα είναι πολύ μεγαλύτερη καθώς θα συνδυαστεί με την κατάργηση των οικογενειακών επιδομάτων αλλά και την περικοπή του ΕΚΑΣ.

Στο μεταξύ, ο προϋπολογισμός του ΕΟΠΥΥ, από τα 3,86 δισεκατομμύρια ευρώ που ήταν το 2015, προγραμματίζεται να περιοριστεί στα 3,415 δισ. ευρώ μέχρι το 2021. Δεδομένου ότι από τώρα και μέχρι το 2021 προβλέπεται αύξηση του πληθωρισμού (ειδικά του ιατρικού πληθωρισμού ο οποίος τρέχει ταχύτερα από τον τιμάριθμο), η συγκράτηση της δαπάνης σε χαμηλά επίπεδα μπορεί να οδηγήσει και σε περικοπή παροχών εκτός από νοικοκύρεμα.

Πρόβλεψη για νέα έκτακτη παροχή, όπως αυτή που δόθηκε στους συνταξιούχους το 2016, δεν προβλέπεται μέχρι το 2021. Ειδικά για φέτος, ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος αναμένεται να επιτευχθεί οριακά ενώ από του χρόνου θα αρχίσει η μεγάλη συζήτηση για το αν θα ενεργοποιηθούν τα «θετικά μέτρα» του 2019 και του 2020 που υπόσχεται η κυβέρνηση. Οσο για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, θα χρηματοδοτηθεί για όλο το διάστημα μέχρι το 2021 με τα 760 εκατομμύρια ευρώ που δίδονται και φέτος, κάτι που σημαίνει ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για χαλάρωση των εισοδηματικών κριτηρίων ή για βελτίωση της οικονομικής βοήθειας στα πιο αδύναμα στρώματα του πληθυσμού.

«Φορολογική αφαίμαξη»

Στην αύξηση του κινδύνου της φτώχειας θα οδηγήσει και η πρόβλεψη για εκτίναξη των φορολογικών εσόδων στα 59,418 δισ. ευρώ το 2021 από 53,32 δισ. ευρώ το 2017. Αυτή η διαφορά θα χρηματοδοτηθεί κυρίως από τα φτωχότερα στρώματα λόγω της αύξησης των έμμεσων φόρων αλλά και της μείωσης του αφορολογήτου ορίου η οποία επιβαρύνει αναλογικά περισσότερο όσους δηλώνουν εισόδημα κάτω από 10.000 ευρώ.

Το μοναδικό κονδύλι του κράτους που εμφανίζεται να αυξάνεται στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα είναι η μισθολογική δαπάνη του Δημοσίου. Από τα 15,794 δισ. ευρώ το 2016, αναμένεται να διαμορφωθεί στα 17,33 δισ. ευρώ το 2021 λόγω και της σταδιακής χαλάρωσης του κανόνα των προσλήψεων από το «1 προς 5» στο «1 προς 1».

Πηγή: http://www.kathimerini.gr