Ελπίζω να έχουμε συνειδητοποιήσει πια όλοι πως κανένας δεν μπορεί να είναι αξιοπρεπής και ασφαλής, εάν η πατρίδα του δεν είναι οικονομικά υγιής και εθνικά ανεξάρτητη – ενώ όχι μόνο μπορούμε να τα καταφέρουμε αλλά, επί πλέον, είμαστε σε θέση να κάνουμε τη χώρα μας μεγάλη, αρκεί να το θελήσουμε πραγματικά.
«Όταν μιλάμε για ελληνική διαφθορά, να έχουμε υπόψη μας ότι οι γαλλικές, γερμανικές, σκανδιναβικές ή άλλες ευρωπαϊκές βιομηχανίες και επιχειρήσεις, συμμετείχαν σε αυτή τη διαφθορά. Όταν επομένως μιλάτε για ατασθαλίες, να αναφέρεσθε στις ατασθαλίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο και όχι μόνον στην Ελλάδα. Θα πρέπει να σταματήσουμε πλέον να φορτώνουμε στην Ελλάδα μια συμπεριφορά που στην ουσία είναι γενικευμένη» (Πρόεδρος Γάλλων Πρασίνων).
«Στο Μαϊάμι, αποκαλύφθηκε ότι τα κέντρα υπηρεσιών υγείας Medicare και Madicaid, απώλεσαν 60 δις $, από τα οποία σημαντικό μέρος κατευθύνθηκε σε δήθεν αγορές ακριβών φαρμάκων εναντίον HIV/AIDS – καθώς και αναπηρικών πολυθρόνων για ανύπαρκτους ασθενείς» (Economist).
Ανάλυση
Όπως έχω αναφέρει, η Ελλάδα έχει οδηγηθεί στο να γίνει «αποτυχημένο κράτος», με την οικονομική σημασία της λέξης – όπου ως τέτοια θεωρείται εκείνη η χώρα που δεν μπορεί να εκπληρώσει τρεις κεντρικές λειτουργίες για τους Πολίτες της: να τους προσφέρει ασφάλεια, ευημερία και νομιμότητα, με την έννοια του ολοκληρωμένου Κράτους Δικαίου.
Πόσο μάλλον όταν αδυνατεί να λάβει μόνη της βασικές αποφάσεις, να χρηματοδοτείται ελεύθερα, να παρέχει σωστές δημόσιες υπηρεσίες ή να συνεργάζεται με άλλα κράτη ισότιμα – ως μέλος της διεθνούς κοινότητας, στην οποία ανήκει. Όταν της επιβάλλονται νόμοι ενάντια στο σύνταγμα της, καθώς επίσης μέτρα που τη βυθίζουν ακόμη περισσότερο στο χάος – με μοναδική λογική την προτεσταντική τιμωρία των Πολιτών της, έτσι ώστε να μη διανοηθούν να σηκώσουν ποτέ το κεφάλι, όσα μαρτύρια, ληστείες ή κλοπές και αν υποστούν.
Αξίζει να ζει κανείς σε ένα τέτοιο κράτος; Αξίζει να ντρέπεται για τον εαυτό του και για την εκκωφαντική σιωπή του, απέναντι σε όλα όσα συμβαίνουν; Αξίζει να ανέχεται τους εξευτελισμούς και τις προσβολές των «βαρβάρων» επιτρόπων, ιδίως του κ. Σόιμπλε που έχει σύμπλεγμα με την Ελλάδα, απλά και μόνο για να επιβιώσει; Έχει το δικαίωμα να αδιαφορεί για τις επόμενες γενιές, για τα παιδιά του και για τα παιδιά των παιδιών του, τα οποία καταδικάζει στη φτώχεια, στην ανέχεια, στα μνημόνια στο διηνεκές και στη διεθνή ανυποληψία, αντί να τους κληροδοτήσει ως οφείλει κάτι περισσότερο από όλα όσα κληρονόμησε ο ίδιος;
Αξίζει να εγκαταλείψει την πατρίδα του στην τύχη της, αναζητώντας τη δική του ευημερία σε άλλα κράτη; Να επιτρέψει στους ξένους να τον διώξουν από τη χώρα του για να εγκατασταθούν οι ίδιοι, ληστεύοντας τον τεράστιο πλούτο της; Αυτό θα έκανε όταν ένας διαρρήκτης εισέβαλλε στο σπίτι του, με στόχο να καταστρέψει την οικογένεια και τα παιδιά του, αρπάζοντας επί πλέον όλα όσα με κόπο δημιούργησε;
Περαιτέρω έχω αναφέρει επίσης ότι, εάν ήμουν πρωθυπουργός της χώρας, ρητορικά φυσικά, δεν θα υπέγραφα καμία αξιολόγηση πια, θα κατέθετα αμέσως αγωγή εναντίον των παράνομων δανειακών συμβάσεων στο ευρωπαϊκό δικαστήριο, ενώ θα προέβαινα σε αναβολή πληρωμών έως ότου αποφασίσει – καταργώντας φυσικά τα μνημόνια, απομακρύνοντας τους επιτηρητές (είναι ντροπή να τους αποκαλούμε θεσμούς) και υιοθετώντας ένα εθνικό σχέδιο που θα εξασφάλιζε στην Ελλάδα ισοσκελισμένο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και ισοσκελισμένο προϋπολογισμό.
Εδώ οφείλουμε να κατανοήσουμε πως το συνάλλαγμα για τις εισαγωγές μας είναι οι εξαγωγές, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται ο τουρισμός – οπότε εάν είναι ισοσκελισμένο το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, πόσο μάλλον πλεονασματικό, δεν θα έχουμε κανένα πρόβλημα με την τροφοδοσία μας σε ενέργεια, φάρμακα κοκ. Όσο για τον προϋπολογισμό, εάν δεν είναι ελλειμματικός μαζί με τους τόκους, δεν θα έχουμε ανάγκη νέων δανείων, αλλά μόνο για να ανακυκλώνουμε τα παλαιότερα, όπως κάνουν όλες οι χώρες – ούτε θα αυξάνεται πια το δημόσιο χρέος μας.
Προφανώς για να τα καταφέρω θα χρησιμοποιούσα όλα τα μέσα που θα μπορούσε να έχει στη διάθεση της η Ελλάδα – όπως θα ήταν η μετατροπή του ΤΑΙΠΕΔ σε αναπτυξιακή τράπεζα με την εισαγωγή του σε κάποιο χρηματιστήριο, η δημιουργία ενός οργανισμού για την «τιτλοποίηση» του υπογείου πλούτου της χώρας, η ίδρυση μίας κακής τράπεζας για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων κοκ.
Ταυτόχρονα θα κατέθετα αγωγή αποζημίωσης εναντίον των επιτηρητών ύψους 1 τρις €, όσο δηλαδή αποδεδειγμένα η ζημία που προκάλεσαν στην ελληνική οικονομία, μία δεύτερη εναντίον της ΕΚΤ για την παράνομη διακοπή της ρευστότητας το 2015 και το κλείσιμο των τραπεζών, καθώς επίσης μία τρίτη εναντίον της Γερμανίας – για τις πολεμικές επανορθώσεις που ασφαλώς δικαιούμαστε. Παράλληλα θα κατέθετα αγωγές εναντίον όλων των βουλευτών και των ελληνικών κομμάτων που ψήφισαν τα μνημόνια και το PSI που μετέτρεψε την Ελλάδα σε όμηρο, χωρίς να ρωτήσουν κανέναν – ενώ θα ζητούσα από το ευρωπαϊκό δικαστήριο να αναιρεθεί το PSI, ως ύπουλα παράνομο και καταχρηστικό.
Εάν έχανα το ευρωπαϊκό δικαστήριο, όσον αφορά τις δανειακές συμβάσεις κλπ., τότε θα δήλωνα αμέσως στάση πληρωμών (χρεοκοπία) εντός του ευρώ, με την επίκληση της εθνικής μας κυριαρχίας – ξεκινώντας τις διαπραγματεύσεις για τη διαγραφή του 50% του χρέους. Την ίδια στιγμή θα κατέθετα αίτηση εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, εθνικοποιώντας τις τράπεζες μαζί με την κεντρική (ΤτΕ) που ανήκει μόλις κατά 6% στο δημόσιο και εκδίδοντας ένα παράλληλο νόμισμα – για να αποφύγω τους εκβιασμούς της ΕΚΤ στο διετές χρονικό διάστημα που έχει θεσμοθετηθεί, για τις διαπραγματεύσεις εξόδου μίας χώρας από την ΕΕ.
Ομάδες εργασίας
Συνεχίζοντας, όλα αυτά δεν θα μπορούσα φυσικά να τα κάνω μόνος μου, μεταξύ άλλων επειδή ασφαλώς δεν διαθέτω τις απαιτούμενες γνώσεις και ικανότητες – ούτε έχω το θράσος να ισχυρίζομαι κάτι τέτοιο αυθαίρετα, όπως όλοι οι πολιτικοί. Προφανώς λοιπόν θα αναζητούσα τους κατάλληλους ανθρώπους, για κάθε μία από τις παραπάνω ενέργειες – ξεκινώντας από τη σύσταση μίας επιτροπής διαπραγμάτευσης της διαγραφής του χρέους, την οποία θα στελέχωνα με τους καλύτερους και εμπειρότερους Έλληνες επιστήμονες, ενώ θα την πλαισίωνα με νομικές, οικονομικές και χρηματοπιστωτικές εταιρείες, έτσι ώστε να είναι σε θέση να χειριστεί το θέμα με επιτυχία.
Εν προκειμένω μου είναι αδιανόητο το ότι, η κυβέρνηση δεν το καταλαβαίνει και δεν το δρομολογεί, όταν η ίδια η Γερμανία, αναγνωρίζοντας την έλλειψη εμπειρίας στο θέμα της αντιμετώπισης υπερχρεωμένων κρατών, ζήτησε αμέσως τη συνδρομή του εμπειρότερου οργανισμού παγκοσμίως, του ΔΝΤ – ενώ οι ελληνικές κυβερνήσεις είχαν και έχουν την απίστευτη ανοησία να διαπραγματεύονται μόνες τους, έχοντας απέναντι τους δύο πανίσχυρα θηρία.
Παράλληλα θα προετοίμαζα μία άλλη ομάδα που θα ήταν σε θέση να διαπραγματευθεί την έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη, μετά από την κατάθεση αίτησης της κατά το παράδειγμα της Βρετανίας – εάν το απαιτούσαν βέβαια οι «επιτηρητές» ως προϋπόθεση της απολύτως αναγκαίας διαγραφής ενός μεγάλου μέρους του χρέους.
Ήμουν και είμαι βέβαια υπέρ του ευρώ, γνωρίζοντας πόσο πολύτιμο είναι, αλλά όχι έτσι όπως χρησιμοποιείται από τη Γερμανία, με στόχο την κυριαρχία της Ευρώπης – ενώ είμαι πεπεισμένος πως είμαστε ξανά αντιμέτωποι με μία γερμανική απειλή (ανάλυση). Φυσικά τυχόν έξοδος της Ελλάδας από τη νομισματική ζώνη θα έπρεπε να συνοδεύεται από τη μετατροπή όλων των εξωτερικών της χρεών (τα ιδιωτικά είναι πάνω από 200 δις €) από ευρώ σε δραχμές – αφού διαφορετικά δεν θα μπορούσε να επιβιώσει ούτε με τη διαγραφή (εναλλακτικά το πάγωμα) του 50% του δημοσίου χρέους.
Κρατικός Ισολογισμός
Περαιτέρω, θα προωθούσα την κατάρτιση ενός κρατικού ισολογισμού, έτσι ώστε να γνωρίζουν οι Έλληνες την καθαρή θέση της χώρας τους – όχι μόνο δηλαδή αυτά που χρωστάει αλλά, επίσης, τα περιουσιακά της στοιχεία, όπως είναι οι δημόσιες επιχειρήσεις, τα κρατικά ακίνητα, ο υπόγειος πλούτος, τα έργα υποδομής για τα οποία διατέθηκε ένα μεγάλο μέρος των δανείων της Ελλάδας κοκ. Ο ισολογισμός αυτός θα ήταν άλλωστε χρήσιμος για την αντικειμενική πιστοληπτική αξιολόγηση της πατρίδας μας – όχι για αυτές που δημοσιεύουν οι τρεις αδελφές, με εντελώς διαφορετικές σκοπιμότητες.
Εν προκειμένω μπορεί όλοι να κατηγορούν το δημόσιο χρέος και έχουν ασφαλώς δίκιο για το μέγεθος του, αλλά κανένας δεν έχει κάνει τον κόπο να «μετρήσει» πώς ήταν η Ελλάδα, οι δρόμοι της, τα λιμάνια της, τα νησιά της, τα αεροδρόμια της, τα δημόσια νοσοκομεία της, τα σχολεία της και εν γένει οι κρατικές υποδομές της το 1980 συγκριτικά με σήμερα – κατασκευές που κόστισαν πολλά χρήματα, ενώ τεκμηριώνουν πως ένα μεγάλο μέρος των δανείων χρησιμοποιήθηκε σωστά, προάγοντας την εθνική, καθώς επίσης την ιδιωτική οικονομία.
Το γεγονός δε ότι, κάποιος με ένα οικόπεδο σε κάποιο νησί που κόστιζε το 1980 ελάχιστα, ενώ σήμερα έχει πολλαπλασιαστεί η αξία του, ακριβώς λόγω των δημοσίων υποδομών, θα έπρεπε να αξιολογείται καλύτερα από τους Έλληνες – επίσης πως συγκριτικά με άλλα κράτη της Ευρωζώνης, η Ελλάδα ήταν και είναι υποχρεωμένη να δαπανά τεράστια ποσά για την εδαφική της ασφάλεια σε πολεμικό εξοπλισμό. Επομένως είναι άδικο να την συγκρίνουν με την Πορτογαλία ή με την Ολλανδία, για παράδειγμα, που δεν έχουν κανέναν εχθρό γύρω τους – οπότε επιβαρύνεται ελάχιστα ο προϋπολογισμός τους.
Τέλος, θα απαιτούσα ασφαλώς το λογιστικό έλεγχο του δημοσίου χρέους για να αποκτήσουμε μία ακριβή εικόνα του πραγματικού ύψους του – χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως, αν και σε καμία περίπτωση δεν είναι βιώσιμο, το θεωρώ επαχθές.
Κατά την άποψη μου δεν είναι επαχθές, αφού η Ελλάδα δεν έχει κυβερνηθεί τις τελευταίες δεκαετίες από δικτατορικά καθεστώτα – αλλά από κόμματα που οι ίδιοι οι Πολίτες ψήφισαν ελεύθερα είτε λόγω του ότι χειραγωγήθηκαν, είτε από ιδιοτέλεια. Αυτή είναι όμως η Δημοκρατία, η πολιτική διαφθορά είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, ενώ οι ένοχοι μπορούν να βρεθούν εύκολα, αρκεί να υπάρξει πολιτική βούληση – οπότε είναι δυνατόν να επιστρέψουν στη χώρα τα «κλοπιμαία».
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, έχω την εντύπωση πως η πλειοψηφία των Ελλήνων έχει πλέον καταλάβει ότι, η χώρα δεν είναι κάτι διαφορετικό από το σπίτι της – το οποίο όσο πιο πλούσιο είναι, τόσο πιο καλά πρέπει να προστατεύεται, αφού τόσο πιο πολλοί το φθονούν ή/και το επιβουλεύονται.
Επίσης πως κανένας δεν μπορεί να είναι ασφαλής, ακόμη και ο πλέον εισοδηματικά ισχυρός, εάν η πατρίδα του δεν είναι οικονομικά υγιής και εθνικά ανεξάρτητη – μεταξύ άλλων επειδή έχει πλέον τεκμηριωθεί ότι, δεν χρεοκοπούν τα κράτη αλλά οι Πολίτες τους, αφού αυτοί καλούνται σε τελική ανάλυση να πληρώσουν τα χρέη μέσω των φόρων, της μείωσης των εσόδων τους, του περιορισμού του κοινωνικού κράτους κοκ.
Εάν το συνειδητοποιήσουμε, δραστηριοποιούμενοι όλοι μαζί χωρίς κομματικές ιδεοληψίες και προκαταλήψεις, κυρίως όμως αποδεχόμενοι πως πάνω από όλα πρέπει να θέσουμε την πατρίδα μας, την Ελλάδα, είμαι σίγουρος ότι όχι μόνο μπορούμε να τα καταφέρουμε αλλά, επί πλέον, πως είμαστε σε θέση να κάνουμε τη χώρα μας πραγματικά μεγάλη.
Άλλωστε διαθέτουμε έναν ανυπέρβλητο φυσικό, υπόγειο και πολιτισμικό πλούτο, ενώ οι τρεις βασικοί πυλώνες της οικονομίας μας, ο τουρισμός, η ναυτιλία και η ποιοτική γεωργία, πλαισιωμένοι από τους άλλους κλάδους, όπως είναι οι κατασκευές, η υψηλή τεχνολογία, το χρηματοπιστωτικό σύστημα κοκ., είναι ασφαλώς σε θέση να μας προσφέρουν ευημερία – αρκεί φυσικά να φροντίσουμε έτσι ώστε να μην εμποδίζεται η λειτουργία τους από ένα γραφειοκρατικό δημόσιο, να φορολογούνται σωστά, καθώς επίσης να διέπονται από ένα ορθολογικό επιχειρηματικό πλαίσιο εντός ενός Κράτους Δικαίου.
Τέλος, είναι αυτονόητο πως πρέπει να έχουμε συμμάχους, όπου ασφαλώς προτιμότερη είναι η Ενωμένη Ευρώπη – αρκεί φυσικά να το επιθυμεί και η ίδια, χωρίς να απαιτεί ως αντάλλαγμα την απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας, την υποδούλωση και τη λεηλασία μας, επειδή κάναμε κάποια λάθη στην οικονομική μας διαχείριση. Τα λάθη πρέπει να πληρώνονται, αλλά όχι με το να απαιτεί η γερμανική κυβέρνηση την καταδίκη σε έναν αργό, βασανιστικό θάνατο ενός ολόκληρου λαού – χωρίς καν να λαμβάνει υπ’ όψιν πως, μεταξύ άλλων, οι κομματικές επιλογές του δεν ήταν ποτέ οι καλύτερες.
Του Β. Βιλιάρδου