«Μιλώντας κανείς για τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία, την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό, αγγίζει ένα μυστήριο, ένα θαύμα κυριολεκτικά, πού συντελέσθηκε μέσα στην Ιστορία. Διότι ή ιστορική ένωση των δύο αυτών οικουμενικών μεγεθών προκάλεσε αληθινή κοσμογονία. Δημιούργησε ένα νέο κόσμο, μία αληθινή «Νέα Εποχή». Για να μιλήσω θεολογικά, ξαναδημιούργησε, ανάπλασε τον κόσμο ολόκληρο. Και ή ένωση των δύο αυτών μεγεθών ως πηγή ζωής ανεξάντλητη αρδεύει συνεχώς την παγκόσμια κοινωνία. Στην εποχή μας, όμως, τίθεται με τρόπο οξύ και καθοριστικό το πρόβλημα της συνέχειας του συνδέσμου αυτού, πού τόσο ωφέλησε τον κόσμο…» (π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών)
Συνέχεια από το προηγούμενο…
6) Όλα αυτά τα ζούμε με τη συνέχεια της παιδείας της ελληνικής μέσα στην Εκκλησία μας. Παιδεία για τον Ελληνισμό, αρχαίο και χριστιανικό, είναι ή αγωγή του ανθρώπου, ή διάπλαση και διαμόρφωση του όλου άνθρωπου σε αληθινό άνθρωπο, δηλαδή ένθεο άνθρωπο, τον Άγιο. Δεν είναι απλή εκπαίδευση και αναπαραγωγή γνώσεων, αλλά ή εσωτερική καλλιέργεια του ανθρώπου, για να μπορέσει να ενταχθεί στην εν Χριστώ κοινωνία, ζώντας αδελφικά με όλους τους άλλους σύν-ανθρώπους του. Και αυτό γίνεται με τη νίκη της κοινωνικότητας πάνω στην ατομοκρατία. «Δεν ζούμε τώρα στο ΕΓΩ, αλλά Στο ΕΜΕΙΣ», συνήθιζε να λέγει ό Μακρυγιάννης. «Ηis problem», μαθαίνει να λέγει ό Αμερικανός. Ό Ορθόδοξος Έλληνας, όμως, μαθαίνει να λέγει:
«Το πρόβλημα ρου είναι και δικό μου πρόβλημα». Αυτή είναι κατάληξη της αληθινής ελληνορθόδοξης παιδείας, πού δεν είναι υπόθεση μόνο του σχολείου, αλλά και της οικογενείας και της κοινωνίας. Ελληνορθόδοξος είναι εκείνος, πού δεν μπορεί να φάει, όταν πεινάει ό διπλανός. Αυτός είναι ό ορθόδοξος Έλληνας, ό Ρωμιός. Το Ρωμιός (Ρωμαίος) δεν είναι το εθνικό μας όνομα, αλλά το Έλλην. Ρωμιός σημαίνει ορθόδοξος πολίτης της Νέας Ρώμης, της Κωνσταντινούπολης. Εγώ υπογράφομαι συνήθως Ρωμιός – Έλλην, δηλαδή ορθόδοξος Έλληνας. Κανένας δυτικός χριστιανός δεν μπορεί να ονομασθεί Ρωμιός. Και γι’ αυτό πολεμείται αυτό το όνομα.
Ή παιδεία του Ελληνορθόδοξου, όπως λέγει ό Μ. Βασίλειος στο κλασικό έργο του «Προς τους νέους», οδηγεί στην «παρασκευήν» ενός «έτερου (άλλου) βίου», πού είναι ή εν Χριστώ ζωή. Όλες οι άλλες όψεις της ζωής μας (γάμος, καριέρα) υποτάσσονται και συνεργούν σ’ αυτόν τον στόχο. Ή αιωνιότητα αρχίζει από τον κόσμον αυτό και σ’ αυτήν οδηγεί ή αγωγή των νέων μας, όταν είναι σύμφωνη με την ελληνορθόδοξη παράδοση μας. Οί άγιοί μας είναι υπερήφανοι για την ελληνική καταγωγή τους και την ελληνική παιδεία τους. Ό Μέγας Βασίλειος καυχιόταν απέναντι στους «αρχαιολάτρες» ότι ή μητέρα του, ή αγία Έμμέλεια, καταγόταν από τους Ηρακλείδες, τους Δωριείς. Ποιος από μας μπορεί να καυχηθεί κάτι τέτοιο;
Οι μεγάλοι Πατέρες μας είναι συνεχιστές των αρχαίων μεγάλων Ελλήνων. Ό άγιος Γρηγόριος ό Θεολόγος, ό άγιος Γρηγόριος Νύσσης, οι ελληνικότεροι —και στην παιδεία—των Πατέρων μας. Ό Μέγας Φώτιος, ό μεγάλος Έλλην Πατριάρχης. Ό άγιος Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, ό μεγάλος ομηριστής. Ό άγιος Γρηγόριος ό Παλαμάς και τόσοι άλλοι. Μπορεί κάποιοι για λόγους υπερασκητικούς να υποτιμούν την ελληνική παιδεία, αλλά ελέγχονται από τους άλλους Πατέρες. Ό Γρηγόριος ο Θεολόγος (4ος αιώνας) ελέγχοντας τέτοιες τάσεις, παρατηρεί: «Ουκούν ατιμαστέον την παίδευσιν, επειδή ούτω δοκεί τισι». (Δεν θα περιφρονήσουμε την παιδεία, επειδή έτσι πιστεύουν κάποιοι). Και ποιοι είναι αυτοί; Οί ύπεράγαν Ορθόδοξοι!
Οί φανατικοί Ορθόδοξοι, πού παύουν να είναι Ορθόδοξοι, όταν είναι φανατικοί.
Έτσι καταξιώθηκε ή ελληνική παιδεία —τα ελληνικά γράμματα— στην άγιοπατερική μας παράδοση. Όταν ο αυτοκράτορας Ιουλιανός (361-363) απαγόρευσε στους χριστιανούς να φοιτούν σε ελληνικά σχολεία, ιεράρχες, όπως ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο Νόννος Πανοπόλεως κ.α, άρχισαν να γράφουν σε αρχαία μέτρα ποιήματα, για να μελετούν τα παιδιά των χριστιανών Ελλήνων. Έδιναν, έτσι, τη δυνατότητα στα παιδιά των χριστιανών να μαθαίνουν τη γλώσσα των προγόνων τους. Ό ίδιος ό Γρηγόριος ό Θεολόγος, όταν προκλήθηκε από κάποιον αρχαιολάτρη Σταγείριο, πού υπερηφανευόταν για την κλασική παιδεία του, του απάντησε: «Αττικός ει συ την παίδευσιν; Αττικοί και ημείς». Και εμείς έχουμε ελληνική παιδεία, του είπε.
Ή ελληνορθόδοξη παιδεία γίνεται, ελεύθερα, κήρυγμα στους ναούς μας. Ή λατρεία μας είναι ολόκληρη σ’ αυτή τη γλώσσα. Και γι’ αυτό δεν πρέπει να αλλάξει ή γλώσσα της λατρείας μας (μεταφράσεις να γίνονται, αλλά για την υποβοήθηση μας). Όσοι επιμένουν στην αλλαγή της γλώσσας της λατρείας μας ενεργούν αντεθνικά. Διότι οδηγούν στο να χαθεί ή μόνιμη δυνατότητα να σωθούν τα ελληνικά μας, ή διαχρονική γλώσσα του Γένους μας. Ή λατρεία μας είναι ή μόνιμη κιβωτός της γλώσσας μας. Αυτό γίνεται αισθητό ιδιαίτερα σήμερα. Και αυτό πραγματοποιήθηκε με μίαν ιστορική απόφαση της Εθναρχίας μας, του Οικουμενικού Πατριαρχείου, τον 16ο αιώνα. Τότε πού οι δυτικές θρησκευτικές προπαγάνδες χρησιμοποιούσαν τη «δημοτική» για την άσκηση της προπαγάνδας τους, ή Εθναρχία απεφάσισε: Ή γλώσσα της λατρείας να μείνει απείραχτη, αλλά το κήρυγμα να γίνεται στη γλώσσα του λαού. Έτσι σώθηκε ή ελληνική γλώσσα σε όλες τις διαχρονικές μορφές της.
Ή Ελληνικότητα συμπορεύεται με την Ορθοδοξία και σώζεται μέσα στην Ορθοδοξία. Αυτό ομολογείται από τους μεγάλους του Γένους μας. «Όταν πήραμε τα όπλα, —έλεγε ό Θεόδωρος Κολοκοτρώνης—, είπαμε πρώτα υπέρ πίστεως και μετά υπέρ πατρίδος». «Πατρίδα και Θρησκεία» ήθελε να σώσει και ό Μακρυγιάννης. Και ό Γάλλος λόγιος Λακαριέρ σε μια συνέντευξη του το 1998 έλεγε: «Ό Έλληνας στην Ορθοδοξία νιώθει στο σπίτι του». Αυτό, πού για άλλους είναι αυτονόητο, δεν είναι για κάποιους δικούς μας…
Αύριο η συνέχεια..
Με σεβασμό και τιμή
ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΝ. ΣΑΚΚΕΤΟΣ