Κατά την τελευταία περίοδο, και ιδιαίτερα μετά και την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, η Νέα Δημοκρατία εισήλθε στη φάση μιας αδιάλειπτης «επαναστατικής» έξαρσης και σύγκρουσης, που τελικό και απόλυτο στόχο έχει την ανατροπή της κυβέρνησης.

Οι πολιτικές πρακτικές και τα επιχειρήματα που επιστρατεύονται από τον πρόεδρο και την ηγετική ελίτ της ΝΔ σ’ αυτό τον «ασύμμετρο πόλεμο» συλλέγονται και συναθροίζονται αδιαφοροποίητα και ανεπεξέργαστα προκειμένου να εκτοξευτούν κατά ριπάς ώστε να πλήξουν καίρια την κυβέρνηση.

Στο «εξωτερικό» μέτωπο, η πλήρης υιοθέτηση και ιδιοποίηση των ακραίων θέσεων του διδύμου Σόιμπλε – ΔΝΤ συνδυάζεται με τις επιθέσεις κατά θεσμικών εκπροσώπων των δανειστών όταν αυτοί αναφέρονται με θετικό τρόπο στην ελληνική κυβέρνηση. Στις περιπτώσεις αυτές, πρόσωπα όπως ο Πιερ Μοσκοβισί ή ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ (ενδεικτικά παραδείγματα) λοιδορήθηκαν και απαξιώθηκαν από τη ΝΔ αλλά και το ΠΑΣΟΚ, με δηλώσεις και πρακτικές που επισημοποιήθηκαν ακόμα και μέσα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Στο «εσωτερικό» μέτωπο, το «σούπερ μάρκετ» των επιχειρημάτων της ΝΔ περιλαμβάνει ανύπαρκτα σκάνδαλα που αναζητούν Εξεταστικές, μικροπολιτικές ειδήσεις που μετατρέπονται σε μείζονα γεγονότα, ενώ ταυτόχρονα υιοθετείται αυτούσιο κάθε αίτημα και κάθε διαμαρτυρία -δίκαιη ή άδικη- που στρέφεται κατά της κυβέρνησης.

Και στο βάθος η διαπλοκή. Ο αγώνας των καναλαρχών «ζητεί δικαίωση», γι’ αυτό και η ηγεσία της ΝΔ αλλά και του ΠΑΣΟΚ όχι μόνο υιοθετούν την απαίτηση των μιντιαρχών να καταστήσουν την άνομη δράση τους «διάταξη του Συντάγματος», αλλά και υπονομεύουν τα κόμματα αυτά στην πράξη κάθε προσπάθεια να υπάρξει ένα νόμιμο – συνταγματικό καθεστώς στα ΜΜΕ.

Το βασικό ερώτημα, που δεν αφορά μόνο στην πολιτική στρατηγική της ΝΔ, αλλά και στις βαθιές, δομικού χαρακτήρα μεταβολές που έχουν επέλθει στο πολιτικό μας σύστημα, είναι το ακόλουθο: Η πολιτική που ακολουθεί η ΝΔ είναι μια ακραία εκδοχή του συνήθους, άλλωστε, κομματικού ανταγωνισμού; Μήπως, επιπρόσθετα, η πολιτική αυτή αποκτά κάποια έντονα στοιχεία λαϊκισμού προκειμένου να διευρύνει την πολυσυλλεκτικότητα της παράταξης;

Χωρίς να αγνοήσουμε ή να μηδενίσουμε την ύπαρξη των χαρακτηριστικών αυτών της πολιτικής της ΝΔ, θα πρέπει να τα εντάξουμε στο πλαίσιο των σημαντικών, δομικού χαρακτήρα αλλαγών που συντελέστηκαν -ιδιαίτερα κατά τη μνημονιακή περίοδο- στο πολιτικό μας σύστημα.

Η ΝΔ, ιδιαίτερα από το 2012 μέχρι σήμερα, ενσωματώθηκε με γοργούς ρυθμούς στο νεοφιλελεύθερο πρότυπο και απέρριψε την παραδοσιακή φιλελεύθερη – συντηρητική της ταυτότητα. Δεν πρόκειται για μια συγκυριακή ιδεολογικοπολιτική «μετατόπιση», αλλά για συνολικό κοινωνικοοικονομικό και ιδεολογικοπολιτικό μετασχηματισμό του «σκληρού πυρήνα» της ταυτότητας και της στρατηγικής της. Ο ακραίος αντικοινωνικός χαρακτήρας του νεοφιλελεύθερου προτύπου, που συνδέεται με τη διάλυση του κοινωνικού κράτους, τη μαζική ανεργία και φτωχοποίηση μεγάλου τμήματος της κοινωνίας, με την απαξίωση του δημόσιου – κοινωνικού προτάγματος έναντι της ιδιωτικοποίησης των πάντων, με τον οικονομισμό και την κερδοσκοπία ως απόλυτο κριτήριο της κοινωνικής και ανθρώπινης ζωής. Ολα αυτά μαζί -και το καθένα χωριστά- καλλιέργησαν το έδαφος για υπερσυντηρητικές και ακροδεξιού χαρακτήρα συμπεριφορές και επιλογές.

Συνέπεια των δομικών αυτών αλλαγών είναι ο ιστορικού -και μη αντιστρεπτού- χαρακτήρα μετασχηματισμός της ΝΔ σ’ ένα ακροδεξιό – νεοφιλελεύθερο μόρφωμα. Δεν μετέτρεψαν σε ακροδεξιά τη ΝΔ ο Μάκης Βορίδης, ο Αδωνις Γεωργιάδης ή οι διάφοροι Μπαλτάτοι. Ολοι αυτοί αναδείχτηκαν και κυριαρχούν σήμερα στο ακροδεξιό «έδαφος» που καλλιέργησε ο νεοφιλελεύθερος – ακροδεξιός αντικοινωνισμός και αντιανθρωπισμός. Γιατί ο νεοφιλελεύθερος «θέλει» την Ακροδεξιά του, αφού ομού αποτελούν τελικώς ένα οργανικό δίδυμο, τις όψεις του ίδιου νομίσματος…

Η άρχουσα χρηματοπιστωτική δομή, ο νεοφιλελευθερισμός και οι πολιτικοί του εκφραστές έχουν κύριο αντίπαλο την ίδια την Πολιτική και τους δημοκρατικούς θεσμούς, τους οποίους υποβαθμίζουν και «εργαλειοποιούν», κάτι που βιώνουμε εδώ και χρόνια. Στη σημερινή συγκυρία μάλιστα, όπου η κυβέρνηση συγκρούεται ευθέως με το πολυσύνθετο κύκλωμα της διαπλοκής, η ΝΔ δεν διστάζει να ενεργοποιήσει τους θύλακες πρόσβασης, τους μηχανισμούς του «βαθέος κράτους» που διαθέτει στην κρατική δομή αλλά και στη Δικαιοσύνη, γεγονός που αποδεικνύεται τόσο από τον αμιγώς νεοφιλελεύθερο πολιτικό χαρακτήρα που αποπνέουν οι πρόσφατες αποφάσεις ανωτάτων δικαστηρίων για τα εργασιακά όσο και από ανακοινώσεις της ΕΔΕ που έχουν ξεκάθαρα κομματικό χαρακτήρα και στρέφονται κατά της κυβέρνησης.

Η ΝΔ αγνοεί επιδεικτικά τις ανάγκες και τα προβλήματα της κοινωνίας, ασκώντας στην πράξη αντιπολίτευση στην ίδια την κοινωνία. Ούτε στείρος αντιπολιτευτικός λόγος ούτε ευτελής λαϊκισμός, αλλά σταθερή νεοφιλελεύθερη – ακροδεξιά πορεία. Σ’ αυτό το θέμα μόνο για ασυνέπεια δεν μπορεί να κατηγορηθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης…

* Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών

Δημοσιεύτηκε στο φύλλο 08 της εφημερίδας Νέα Σελίδα, 30/07/2017

Πηγή