του ΠΑΝΤΕΛΗ ΣΑΒΒΙΔΗ

Σπεύδω εξ αρχής να δηλώσω ότι χρειάζεται. Διότι η ανθρώπινη φύση, τουλάχιστον μέχρι να υποστεί γονιδιακή μετάλλαξη, αναζητά να συνυπάρξει με τον όμοιόν της με τον οποίο συγκροτεί κοινωνία. Αυτή η κοινωνία ζει σε έναν τόπο από την εποχή που ο άνθρωπος εγκατέλειψε τη νομαδική περιπλάνηση. Τον τόπο αυτόν τον ονόμασε πατρίδα, και για να μπορεί να ζήσει ελεύθερος (πρωταρχικό στοιχείο της ύπαρξής του) δημιούργησε μηχανισμό αυτοπροστασίας. Τον ονόμασε στρατό.

Για να είναι, δε, αποτελεσματικός ο στρατός αυτός προβλήθηκε ως ιερό το σύστημα αξιών που υπερασπιζόταν και αποδίδονταν τιμές στους νεκρούς του. Η ιστορία των μαχών που έδινε και των νεκρών που έπεσαν υπερασπιζόμενοι την κοινότητα συμπυκνωνόταν σε ένα σύμβολο, τη σημαία.

Άρα, η σημαία, οι παρελάσεις, ο στρατός και μια κοινότητα ανθρώπων που ονομάστηκε έθνος είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Έχουν μια αλυσιδωτή συνοχή. Η αμφισβήτηση ενός κρίκου αποσυνθέτει την ενότητα. Το έθνος το κρατά σε συνοχή η παράδοσή του. Η αμφισβήτηση της παράδοσης δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά την αμφισβήτηση της αναγκαιότητας του έθνους.

Είναι απολύτως σίγουρο πως όσα αναφέρονται παραπάνω αποτελούν κοινοτοπίες, ιδίως για τους ασχολούμενους με το είδος. Θα πρέπει, όμως, να καταδειχθεί πού οδηγούμαστε ως κοινωνικό σύνολο.

Η Ελλάδα και ο ελληνικός λαός επελέγησαν από τους διαμορφωτές του παγκόσμιου συστήματος ως ένα πειραματικό οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό εργαστήριο. Το οικονομικό πείραμα το βιώνουμε με τραγικό τρόπο. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι τόσο σκληρά οικονομικά μέτρα όχι μόνο δεν χρειάζονταν, αλλά λειτουργούν αρνητικά στην επιτυχία του προβαλλόμενου ισχυρισμού των δανειστών ότι θέλουν να πάρουν τα χρήματα που μας δάνεισαν πίσω.

Το κοινωνικό, επίσης. Μελετάται πόσο αντέχει και τι επιπτώσεις έχει σε μια κοινωνία η εφαρμογή μια ακραίας οικονομικής πολιτικής. Πώς αντιδρά ένας λαός που, υποτίθεται, ήταν ατίθασος. Πώς μπορεί να ελεγχθεί; Με ποιες δυνάμεις;

Και, τέλος, πώς μπορεί να αποδομηθεί μια κοινωνία από τις παραδοσιακές σταθερές που την κρατούσαν σε συνοχή. Η ελληνική κοινωνία, υποτίθεται, πως είχε μια εμμονή με την παράδοσή της. Άρα, ήταν κατάλληλη να υποστεί το πείραμα της αποδόμησης. Αποτελούσε, άλλωστε, και τον πυρήνα ενός δυτικού μεν, αλλά διαφορετικού τρόπου ζωής. Αυτό που οι ασχολούμενοι με το θέμα καλούν συνεύρεση του αρχαίου ελληνισμού με την ορθοδοξία.

Όλα αυτά ετέθησαν στο στόχαστρο.

Στην αρχή εφαρμόστηκαν τα οικονομικά μέτρα που οδήγησαν σε εξαθλίωση την ελληνική κοινωνία. Στη συνέχεια, μελετήθηκαν οι κοινωνικές αντιδράσεις, και, προφανώς, διαπιστώθηκε πως η αναπαραγωγή ενός φαντασιακού ιδεολογήματος, όπως η αναζήτηση της χαμένης νίκης (Εμφύλιος), και η αναπαραγωγή των ιδεολογημάτων του διαμορφώνουν ένα μίγμα ικανό να αναπαράγει τις νέες αντιλήψεις της ιθύνουσας πολιτικής τάξης με αριστερό πρόσημο (νομενκλατούρας). Και αφού διαπιστώθηκαν όλα αυτά, αφού η κοινωνία έπεσε σε βαθιά χειμερία νάρκη, εφαρμόζεται το τρίτο στάδιο. Η επικράτηση των νέων ιδεολογημάτων που θα αποσυνθέσουν ό,τι την κρατά σε συνοχή. Ιστορία, παράδοση, θρησκευτικό δόγμα, σύμβολα όπως η σημαία.

Είναι σχεδόν σίγουρο πως αφού εμπεδωθεί η αποδόμηση αυτή στην ελληνική κοινωνία λογικά θα πρέπει να τεθεί ζήτημα ύπαρξης στρατού. Ο μόνος λόγος για τον οποίο θα τον διατηρήσουν είναι διότι οι διεθνείς ισχυρές δυνάμεις τον χρειάζονται. Όχι μόνο τον ελληνικό, αλλά όλους τους κατά τόπους στρατούς.

Προς τι, όμως, όλα αυτά; Η επίθεση στην παράδοση και τους θεσμούς που συγκροτούν την έννοια του έθνους αμφισβητεί την ύπαρξη αυτού του έθνους. Άρα και την χωρική του υπόσταση. Διότι χώρα σήμερα είναι ο τόπος που ζει ένα έθνος. Όταν δεν υπάρχει το έθνος, τι θα υπερασπίζεται ο στρατός;

Η επίθεση δεν γίνεται μόνο κατά της Ελλάδας. Άλλες εθνότητες την υπέστησαν με οδυνηρότερο τρόπο. Ακόμη και η γειτονική Τουρκία. Η Ελλάδα την υφίσταται εν είδει σύγχρονου πραξικοπήματος. Με τη βούληση του λαού της και την επιλογή κυβερνήσεων που εφαρμόζουν αναγκαστικά ένα πρόγραμμα που σχεδιάζεται αλλού. Αυτό σημαίνει πως δεν έχουν ευθύνες οι κυβερνήσεις; Αντιθέτως. Οι ευθύνες τους είναι τεράστιες και, αν κάποτε αποκατασταθούν η λαϊκή κυριαρχία και η δημοκρατία, θα πρέπει να δώσουν λόγο.

Μετά τη χρεοκοπία του πολιτικού συστήματος της μεταπολίτευσης η ελληνική κοινωνία φαίνεται να μην έχει τις δυνάμεις που θα την οδηγήσουν συντεταγμένα στη νέα παγκόσμια τάξη που διαμορφώνεται. Είναι διεθνές έρμαιο. Μια κοινωνία που αποδείχθηκε τελικά πολιτικά υπανάπτυκτη, χωρίς αστική τάξη, χωρίς πνευματική ηγεσία, χωρίς σοβαρούς θεσμούς που θα διαμορφώσουν τη συνείδηση της κοινής γνώμης μοιάζει σαν ένα σαπιοκάραβο πεταμένο στη φουρτούνα.

Ένας (πολιτικά) ελάχιστος νεαρός με μια ομάδα που το μόνο που τη διακατέχει είναι το πάθος της για την κατοχή και τη νομή της εξουσίας έχουν αναλάβει την ηγεσία και την πορεία του σκάφους. Το τραγικό είναι πως δεν υπάρχει και σοβαρή εναλλακτική λύση.

Το επίσης τραγικό ότι δεν έχουν κανέναν δισταγμό να εφαρμόσουν οι κυβερνώντες σήμερα τη χώρα όσα τους υπαγορεύονται, και υποτίθεται ιδεολογικά έπρεπε να διαφωνούν. Και εξιλεώνονται στο ιδεολογικό τους ακροατήριο επιτιθέμενοι με μανία σε όσα από παράδοση θεωρούν πρόβλημα για την πολιτική και ιδεολογική τους αντίληψη.

Για την Αριστερά, και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι Αριστερά, εν αρχή ην η μαρξιστική ανάλυση περί υπεραξίας. Την οποία καρπώνεται ο κάτοχος των μέσων παραγωγής. Άρα σε ένα αριστερό καθεστώς τα μέσα παραγωγής θα πρέπει να κοινωνικοποιηθούν. Ασχέτως αν επικράτησε η κρατικοποίηση της κοινωνικοποίησης. Η κοινωνικοποίηση (κρατικοποίηση) των μέσων παραγωγής είναι το πρώτιστο διότι το «σε τελευταία ανάλυση καθοριστικό στοιχείο είναι η οικονομία».

Για την επιτυχία του στόχου έπρεπε να καλλιεργηθεί ένα μίσος κατά των κατόχων των μέσων παραγωγής. Καλλιεργήθηκε με επιτυχία. Είναι εκπληκτική η μανία με την οποία καταφέρονται κατά των ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής. Των αποκαλούμενων καπιταλιστών. Όλο αυτό, όμως, το θεωρητικό αφήγημα κάπου έπρεπε να στηριχτεί. Καλλιεργήθηκε η ιδέα του εποικοδομήματος. Το εποικοδόμημα επιχειρεί να εγγυηθεί την ύπαρξη και την καλή λειτουργία, να κρατήσει γερά τα θεμέλια της κοινωνικοποιημένης (κρατικοποιημένης) οικονομίας.

Στο εποικοδόμημα υπάγεται και η προπαγάνδα. Γι’ αυτό τις τελευταίες ημέρες οι επιφορτισμένοι με την ιδεολογική προπαγάνδα φορείς στην Ελλάδα έχουν διακτινωθεί να υποστηρίξουν με διάφορα σαθρά επιχειρήματα την οικογενειοκρατία. Αυτοί που μέχρι χθες κατήγγειλαν, και ήρθαν να καταργήσουν, το πελατειακό κράτος.

Αυτό είναι με λίγα και απλά λόγια το αριστερό αφήγημα. Αυτός είναι και ο μπούσουλας για την αποτίμησή του ως αριστερού.

Στην κοινωνικοποίηση ή κρατικοποίηση της οικονομίας η ελληνική αριστερή κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί. Ό,τι μπορεί να κρατικοποιήσει, το κρατικοποιεί. Δεν μπορεί εν μια νυκτί να αλλάξει όλη την οικονομική δομή. Το επιχειρεί σιγά σιγά ευελπιστώντας πως θα της δοθεί χρόνος να υλοποιήσει το σχέδιό της. (Βιαστικά πήγε να το κάνει ο Λαφαζάνης και βρέθηκε εκτός).

Σε ό,τι αφορά το εποικοδόμημα, όλα όσα εφαρμόζει, από την αποδόμηση της ιστορίας μέχρι τη σημαία, τις παρελάσεις τη θρησκεία κτλ. είναι συνεπή με τις διαχρονικές αριστερές διακηρύξεις. Σε μεγάλο μέρος του εποικοδομήματος συμφωνεί και ένα σημαντικό τμήμα της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς. Δεν είναι παράξενο.

Βρισκόμαστε σε μια μεταβατική φάση και στη φάση αυτή προσδιορίζονται τα στοιχεία που θα συγκροτήσουν τη νέα μορφή της παγκόσμιας κοινωνίας. Και όπως στη νεωτερικότητα Αριστερά και Δεξιά συγκρότησαν τις δύο εναλλακτικής όψεις, έτσι και τώρα. Αναζητούνται, και εντοπίζονται σιγά-σιγά, τα νέα στοιχεία της φάσης που περνάμε, και Δεξιά και Αριστερά θα συνυπάρξουν ως εναλλακτικές λύσεις.

Για ποιον, όμως; Φοβάμαι, όχι για τις κοινωνίες. Και, φυσικά, ούτε για την ελληνική.

ΠΗΓΗ