▲ Με αμηχανία παρακολουθεί η Αθήνα.

▲ Η κυβέρνηση θα βρεθεί εγκλωβισμένη σε δύο κακές επιλογές. Μάλιστα δεν ισχύει το «μεταξύ δύο κακών το μη χείρον βέλτιστον», διότι το διακύβευμα θα είναι ύψιστα εθνικά συμφέροντα Σε μετωπική σύγκρουση εξελίσσεται η ένταση της Γερμανίας με την Τουρκία, με την ελληνική κυβέρνηση να πα­ρακολουθεί αμήχανη τις εξελίξεις. Ασφαλώς, το φάσμα των επιπτώσεων από τη διαμάχη Βερολίνου – Άγκυρας αφορά άμεσα και την Αθήνα. Η Γερμανία θεωρεί αντιδυτική και αντίθετη με τις ιδρυτικές αρχές της Ε.Ε περί Δημο­κρατίας και πολιτισμού τις πολιτικές επιλογές του συστή­ματος εξουσίας Τ. Ερντογάν.

Η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας και οι οικονομικές σχέ­σεις της με τη Γερμανία ήταν ένα από τα κεντρικά θέματα στο ντιμπέιτ του προεκλογικού αγώνα στη Γερμανία, μεταξύ των δύο μονομά­χων, της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ και του σοσιαλδημοκράτη ηγέτη Μάρτιν Σουλτς

. Και οι δύο πολιτικοί αρχηγοί συμφώνησαν ότι δεν μπορεί να γίνουν ανεκτά η προκλητική στάση της Τουρκίας και ο εκβιασμός της στους Ευρωπαίους, με αντάλλαγμα την αναχαί­τιση των προσφυγικών ροών. Η Γερμανίδα καγκελάριος επέμεινε ότι η συμπεριφορά της Τουρκίας συνιστά σοβαρό ευρωπαϊκό πρό­βλημα, γι΄ αυτό θα είναι το κεντρικό θέ­μα στη Σύνοδο Κορυφής των Ευρω­παίων ηγετών τον προσεχή Οκτώβριο στις Βρυξέλλες. Μάλιστα, ο Μ. Σουλτς πρότεινε τη διακοπή της οικονομικής βοήθειας που λαμβάνει η Τουρκία από την ΕΕ.

Η Γερμανίδα καγκελάριος ανακοί­νωσε στην τελευταία συνεδρίαση -λό­γω εκλογών- της γερμανικής Βουλής ότι στην προσεχή σύνοδο κορυφής της Ε.Ε οι συζητήσεις για τις ευρωτουρκικές σχέσεις θα πρέπει να επικεντρωθούν και στον τερματισμό των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της χώρας και στο «πάγωμα» των ευρωπαϊκών κονδυλίων που χορηγούνται στην Τουρκία στο πλαίσιο της ενταξιακής διαδικα­σίας, επισημαίνοντας ωστόσο ότι οι σχέσεις με την Τουρκία είναι «στρατηγικής σημασίας». Το γερμανι­κό ΥΠ.ΕΞ προειδοποίησε τους πολίτες που ταξιδεύουν στην Τουρκία ότι κινδυνεύουν να συλληφθούν αυθαίρετα, ακόμη και στις τουρι­στικές περιοχές. Επίσης, σκληρές δηλώσεις σε βάρος της τουρκικής κυβέρνησης έκανε από το βήμα της γερμανικής Βουλής και ο υπουρ­γός Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ.

Το ανερχόμενο ξενοφοβικό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμα­νία» (AfD) στις βασικές προεκλογικές διακηρύξεις του περιλαμβά­νει και την οριστική διακοπή των ευρω- ενταξιακών εργασιών, επισημαίνοντας ότι «η Τουρκία δεν είναι σε θέση να ενταχθεί στην ΕΕ», άποψη ιδιαίτερα δημοφιλής στους Γερμανούς ψηφοφόρους. Επί­σης, η εκπρόσωπος της Κομισιόν δήλωσε ότι η «Τουρκία του Ερντογάν κάνει τεράστια βήματα μακριά από την Ευρώπη», επισημαίνοντας τις σχέσεις της Τουρκίας με το Ιράν και διάφορες σουνιτικές εξτρεμιστικές οργανώσεις, όπως η «Μουσουλμανική Αδελφότητα», καθώς και τη νέα ρήξη στις τουρκο-ισραηλινές σχέσεις.

Εξίσου σκληρή όμως ήταν και η απάντηση της Τουρκίας. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου έκρινε ότι η Ευρώπη «στρέφεται σε αξίες μιας εποχής πριν από τον Β’ Παγκό­σμιο Πόλεμο… τη βαρβαρότητα, τον φασισμό, τη βία, τη μισαλλοδο­ξία». Σε ανακοίνωση που εξέδωσε το τουρκικό υπουργείο Εξωτερι­κών, κατηγορεί επίσης τους Γερμανούς πολιτικούς ηγέτες ότι ενθαρρύνουν την «ισλαμοφοβία», ενώ η φιλοκυβερνητική εφημερίδα «Aksam», σε πρωτοσέλιδο άρθρο της με τον τίτλο «Τα κατάλοιπα του Χίτλερ», παρομοιάζει την Ανγκελα Μέρκελ με τον Αδόλφο Χίτλερ!

Προβληματισμός

Η επιδείνωση των σχέσεων της Τουρκίας με τη Γερμανία και την ΕΕ πιθανότατα να δημιουργήσει σοβαρά πολιτικο-διπλωματικά και οικονομικά προβλήματα στην Ελλάδα. Η ελληνική κυβέρνηση, όπως και όλες οι κυβερνήσεις από το 1999, έχει ταχθεί υπέρ της έν­ταξης της Τουρκίας στην ΕΕ. Ο βασικός λόγος αυτής της πολιτικής επιλογής ήταν και είναι ότι μια ευρωπαϊκή Τουρκία θα υιοθετούσε τις δημοκρατικές αρχές της ΕΕ, θα εξευρωπαϊζόταν και θα γινόταν λιγότερο απειλητική για την Ελλάδα και την Κύπρο, αφού θα σεβόταν τις διεθνείς συνθήκες και συμβάσεις και, φυσικά, το κυριαρχικό και συνοριακό καθεστώς των κρατών-μελών της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης και της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ο Αλ. Τσίπρας, στις πρόσφατες συ­ναντήσεις που είχε με τον Ερντογάν στο Πεκίνο και με τον Γιλντιρίμ στη Αθήνα, τους διαβεβαίωσε για τη σταθερή από­φαση της Ελλάδας να στηρίξει την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Επομέ­νως , στην επόμενη σύνοδο κορυφής της ΕΕ, όπου θα συζητηθεί το ζήτημα της Τουρκίας και αναμένεται ότι το σύνολο σχεδόν των Ευρωπαίων ηγετών θα ταχ­θεί αρνητικά στην προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας θα βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση, διότι θα υποχρεωθεί είτε να επιμείνει στην πολιτική για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας και να συγκρουστεί με τους Ευρωπαίους ηγέτες -χάριν της Τουρκίας, δηλαδή, να έρθει σε σύγκρουση με τα γερμανικά συμφέροντα και τους θεσμικούς δα­νειστές μας!- είτε να ταυτιστεί με τους άλλους Ευρωπαίους ηγέτες και να προκαλέσει την οργή του Τ. Ερντογάν. Όμως, πόσο εύκολο είναι να αλλάξει πολιτική η κυβέρνηση, όταν οι τουρκικές απειλές για ανεξέλεγκτες προσφυγικές ροές, για τη διχοτόμηση της Κύπρου και για την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας σε νησιά του Αιγαίου παραμένουν ενεργές; Είναι σαφές ότι η ελληνική κυβέρνηση θα βρε­θεί εγκλωβισμένη σε δύο κακές επιλογές. Μάλιστα, στην περίπτωση αυτή, δεν ισχύει το «μεταξύ δύο κακών το μη χείρον βέλτιστον», διότι το διακύβευμα θα είναι ύψιστα εθνικά συμφέροντα. Πάντως, στην περίπτωση που ενταθεί η κρίση σε Βερολίνο, Βρυξέλλες και Άγκυρα, το πιθανότερο είναι η Τουρκία να ανοίξει την «κάνουλα» των προ­σφυγικών ροών προς τα ελληνικά νησιά και να κλιμακώσει τις προκλήσεις της σε βάρος της ελληνικής κυριαρχίας, απειλώντας ακόμη και με τη χρήση στρατιωτικής βίας, τόσο στο Αιγαίο όσο και στην ΑΟΖ της Κύπρου.

ΠΗΓΗ: NewsNowgr.com