Θυμήσου πώς ζούσαν οι μανάδες μας. Αυτή είναι η κλασική απάντηση στη δυσφορία των σημερινών νέων γυναικών για τις συνθήκες της ζωής τους. Αλλά είναι μια απάντηση χωρίς αντίκρισμα. Τουλάχιστον στις ΗΠΑ, όπου σύμφωνα με την έκθεση του αμερικανικού Γραφείου Αναφοράς Πληθυσμού (PRB) «Χάνοντας έδαφος: Η Ευημερία των Νέων Γυναικών σε διαφορετικές γενιές στις ΗΠΑ» , οι γυναίκες της γενιάς των «millennials» (ηλικίας έως και 34 ετών) γνωρίζουν χειρότερες συνθήκες από εκείνες της αποκαλούμενης «γενιάς Χ» (αυτές που γεννήθηκαν από το 1965 ώς τις αρχές της δεκαετίας του 1980).
Μετά την εκτίμηση 14 επιμέρους δεικτών, ο γενικός δείκτης ισότητας φύλου για τις millennials σημείωσε μείωση της τάξης του 1% σε σχέση με τις γυναίκες της «γενιάς Χ». Οι οποίες με τη σειρά τους δεν έχουν πολλούς λόγους να πανηγυρίζουν καθώς, σύμφωνα με την έρευνα, βελτίωσαν μόλις κατά 2% τη θέση τους σε σχέση με εκείνες της γενιάς του Baby Boom -τις γεννημένες μεταξύ 1946-1964. Το πιο δυσοίωνο συμπέρασμα της έκθεσης είναι πως στην πραγματικότητα η τελευταία γενιά γυναικών που είδε τη ζωή της να βελτιώνεται αισθητά στις ΗΠΑ ήταν η μεταπολεμική.
Είναι αλήθεια πως τα στοιχεία που σχετίζονται με την εκπαίδευση βελτιώνονται συστηματικά από γενιά σε γενιά καταδεικνύοντας ότι όλο και μεγαλύτερος αριθμός γυναικών έχει πρόσβαση σε ανώτερες και ανώτατες σπουδές. Αλλά η σημαντική υποχώρηση σε άλλους ζωτικούς τομείς κλίνει την πλάστιγγα στην επιδείνωση των συνθηκών ζωής τους.
Το θέμα των αμοιβών είναι ένα από εκείνα που περισσότερο απασχολούν τις «millennials»: αν στη «γενιά Χ» μία στις τέσσερις κατάφερε να καταλάβει μια θέση εργασίας υψηλά αμειβόμενη, στη νεότερη γενιά η αναλογία μειώθηκε: μία στις πέντε. Το ποσοστό φτώχειας των γυναικών 30-34 ετών εκτοξεύτηκε, παρά τη βελτίωση του εκπαιδευτικού τους επιπέδου και των δεξιοτήτων τους, που θεωρούνται διαβατήριο για μια καλύτερα αμειβόμενη θέση εργασίας. Και δείκτες κρίσιμοι, όπως ο αριθμός των γυναικών που βρίσκονται στη φυλακή, τα ποσοστά θνησιμότητας κατά τον τοκετό και οι αυτοκτονίες γυναικών έχουν σημειώσει σημαντική αύξηση.
Η επιδείνωση της υλικής ευημερίας των γυναικών δεν είναι αποκλειστικά αμερικανικό φαινόμενο και συμβαδίζει με μια εξαιρετικά απογοητευτική τάση: την ανάλογη συντηρητικοποίηση των κοινωνικών αντιλήψεων των ίδιων των νέων για τον ρόλο των γυναικών, όπως έδειξε έρευνα των Τζοάνα Πέπιν και Ντέιβιντ Κότερ που δημοσιοποιήθηκε τον περασμένο Μάρτιο.
Το 1994 μόνο το 42% των μαθητών Λυκείου πίστευαν ότι το καλύτερο μοντέλο οικογένειας είναι αυτό που έχει επικεφαλής άντρα. Το 2014 ήταν το 58% των μαθητών που είχαν ανάλογη άποψη. Κι αν το 1994 μόνο το 30% των μαθητών πίστευε πως οι σοβαρές αποφάσεις πρέπει να παίρνονται από τους άντρες, το 2014 το ποσοστό είχε ανεβεί στο 40%.
Πηγή: http://www.efsyn.gr