Ο προτεινόμενος νέος πρέσβης των ΗΠΑ στην Ευρωπαϊκή Ενωση, Τεντ Μάλοχ.
Υπέρ της εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, την οποία μάλιστα εκτιμά ότι η χώρα θα ζητήσει από μόνη της σε ένα ή ενάμιση χρόνο το πολύ, τάσσεται ο προτεινόμενος νέος πρέσβης των ΗΠΑ στην Ευρωπαϊκή Ενωση, Τεντ Μάλοχ. Το πρόβλημα, ωστόσο, σημειώνει στη συνέντευξή του στις «Ιστορίες» του ΣΚΑΪ (στον Αλέξη Παπαχελά), είναι «ποιος και πώς θα διαχειριστεί τη μετάβαση», που, όπως αναφέρει, είναι «πολύ σημαντική ερώτηση για το άμεσο μέλλον», στην οποία, πάντως, ούτε ο ίδιος έχει απάντηση.
Ο κ. Μάλοχ διευκρινίζει ότι την άποψή του δεν την έχει συζητήσει με κανέναν στο αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών ή Οικονομικών, ωστόσο θυμίζει ότι ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ πριν από ένα χρόνο είχε τουιτάρει ότι «οι Ελληνες χάνουν τον χρόνο τους στην Eυρωζώνη». Σημειώνει ότι συμφωνεί με τον νέο Αμερικανό πρόεδρο και μάλιστα, συνεχίζει, «αν κάτι τέτοιο είχε γίνει πριν από τέσσερα χρόνια, θα ήταν και πιο απλό».
Εκτιμά ότι «σίγουρα θα υπάρχει Ευρώπη» (αν και διαφορετική απ’ αυτήν που γνωρίζουμε μέχρι σήμερα), ωστόσο εκφράζει τις αμφιβολίες του για το αν θα υπάρχει Ευρωζώνη. Συνδέει μάλιστα την εκτίμηση αυτή με το Brexit και σημειώνει ότι η ύπαρξη της Ευρωζώνης θα κριθεί τον επόμενο ενάμιση χρόνο το πολύ. Προαναγγέλλει δε μια «διαφορετική σχέση των ΗΠΑ με την Ευρώπη». Οπως το θέτει, «θα θέλαμε να δούμε όσο το δυνατόν περισσότερα κράτη στην Ευρώπη να παίρνουν δημοκρατικές αποφάσεις για τα ίδια».
Οσο για την Ελλάδα, πιστεύει ότι «οι πιθανότητες είναι ισχυρότερες ότι από μόνη της θα αποφασίσει να εγκαταλείψει το ευρώ». Πιστεύει ότι όλα θα κριθούν από τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα και ότι εάν το Ταμείο δεν συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα και δεν υπάρξει ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους, «οδηγούμαστε σε τροχιά σύγκρουσης του ΔΝΤ με τους Ευρωπαίους πιστωτές». Αυτό με τη σειρά του εκτιμά ότι σημαίνει πως «η Ελλάδα θα πρέπει να ζητήσει να φύγει από το ευρώ», όπως σημειώνει. Δεν έχει, ωστόσο, απάντηση για το πώς θα επιβιώσει η Ελλάδα εκτός Ευρωζώνης. Αρκείται να επισημάνει ότι τα προγράμματα λιτότητας αποδείχθηκαν αποτυχημένα και πως η κατάσταση στην Ελλάδα είναι «μη βιώσιμη». Και καταλήγει: «Θα πρέπει να αναρωτηθούμε πόσο χειρότερη θα μπορούσε να είναι η κατάσταση από αυτό που συμβαίνει τώρα».
Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο οι ΗΠΑ να χρηματοδοτήσουν τα πρώτα δύο χρόνια την Ελλάδα για μια τέτοια μετάβαση, απαντά ότι η χώρα χρειάζεται «μεταρρυθμίσεις, αναδιάρθρωση του χρέους», κάτι που, όπως λέει, «οι ιθύνοντες στη Γερμανία κι αλλού δεν μπορούν να αποδεχθούν γιατί θα σήμαινε “κούρεμα” για τους δανειστές και για τις γερμανικές τράπεζες, και, σύμφωνα με τη δική μου οπτική, επιστροφή στη δραχμή». Δεν συνάντησε ποτέ τον Γιάνη Βαρουφάκη, αλλά παραδέχεται ότι θα ήθελε να τον είχε συναντήσει.
Τι θα ρωτούσε τον Ελληνα πρωθυπουργό; «Πώς μπορείτε να αυξήσετε τη δραστηριότητα στον ιδιωτικό τομέα; Πώς μπορείτε να πετύχετε μείωση της φορολογίας; Πώς μπορείτε να κάνετε την οικονομία πιο ανταγωνιστική;», είναι μερικά από τα ερωτήματα –οικονομικής και όχι πολιτικής φύσεως, όπως παραδέχεται ο ίδιος– που θα έθετε στον Αλέξη Τσίπρα. Για τον Ντόναλντ Τραμπ, τον οποίο γνώρισε πριν από 20 χρόνια στη Φλόριντα, λέει ότι είναι άνθρωπος «της πράξης». Oπως επισημαίνει, «φτιάχνει λίστες και προσπαθεί να εκπληρώσει τις υποσχέσεις που τοποθετεί σε αυτές τις λίστες».
Α.Π.
Πηγή:http://www.kathimerini.gr