Συνταγματική κρίθηκε κατ΄ αρχήν από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας η ηλεκτρονική υποβολή πόθεν έσχες για όλους τους υπόχρεους, και για τους δικαστές.
“Η Διοίκηση έχει λάβει ικανά μέτρα προκειμένου να ελαχιστοποιήσει τους κινδύνους επέμβασης τρίτων σε αυτό και διαρροής των δεδομένων», αποφάνθηκε στο ΣτΕ, απορρίπτοντας σχετικό λόγο ακυρώσεως που είχαν προβάλλει οι προσφεύγουσες δικαστικές ενώσεις.
Ωστόσο, με την πολυαναμενόμενη απόφασή της, η Ολομέλεια του Συμβουλίου Επικρατείας, κάνοντας εν μέρει δεκτές τις προσφυγές των δικαστικών ενώσεων, έκρινε ως μη νόμιμες και αντισυνταγματικές διατάξεις της επίμαχης κοινής υπουργικής απόφασης των υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών (1846οικ./13.10.2016).
Η Ολομέλεια του ΣτΕ, με πρόεδρο τον Νικόλαο Σακελλαρίου και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Δημήτρη Σκαλτσούνη, έκρινε ότι η μη νομιμότητα ανάγεται στο γεγονός ότι δεν δημοσιεύθηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως οι παραμετρικές τιμές και οι οδηγίες συμπλήρωσης πεδίων των Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ. που περιλαμβάνονται στην ηλεκτρονική εφαρμογή «πόθεν έσχες», με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος νομιμότητας των ουσιωδών αυτών στοιχείων της κανονιστικής ρύθμισης.
Έτσι, οι σύμβουλοι Επικρατείας, ενώ έκριναν κατ΄ αρχήν συνταγματική την ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων πόθεν έσχες , έκριναν ως αντισυνταγματική -για το σύνολο των υπόχρεων σε δήλωση πόθεν έσχες (δικαστές, αιρετούς, δημοσιογράφους, εκδότες, κλπ) την υποχρέωση να δηλώνονται τα ποσά πάνω από 15.000 που βρίσκονται εκτός τράπεζας (στρώμα ή θυρίδες), καθώς και κινητά περιουσιακά στοιχεία (τιμαλφή, πίνακες κλπ) των οποίων η αξία υπερβαίνει τα 30.000 ευρώ.
-Ακόμα, κρίθηκε αντισυνταγματική η μη πρόβλεψη 5ετούς παραγραφής για τη διενέργεια και ολοκλήρωση του ελέγχου, καθώς και για τη διατήρηση των προσωπικών δεδομένων των υπόχρεων.
-Κρίθηκε επίσης πως μετά την πρώτη δήλωση πόθεν έσχες, στις επόμενες θα περιλαμβάνονται μόνο τα περιουσιακά στοιχεία, στα οποία επήλθε κάποια μεταβολή.
Για δικαστές
Ειδικά για τους δικαστές με την απόφαση της η Ολομέλεια του ΣτΕ δέχεται πως :
-το 15μελές όργανο το οποίο θα κάνει τον έλεγχο των δηλώσεών τους θα πρέπει να συγκροτείται «τουλάχιστον κατά πλειοψηφία, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου του, από ανώτατους τακτικούς δικαστές, μέλη των τριών Ανωτάτων Δικαστηρίων». Το ίδιο ισχύει και για σύζυγο δικαστικού/ής λειτουργού.
-Απρόσφορο μέτρο θεωρεί ακόμα η επίμαχη απόφαση την καθιέρωση υποχρεωτικού ελέγχου των ανωτάτων δικαστών και όχι δειγματοληπτικού, όπως ισχύει για όλους τους υπόλοιπους δικαστικούς λειτουργούς.
Απορρίπτει δε τις ενστάσεις «ως προς τις προβλεπόμενες ποινικές κυρώσεις, καθώς αυτές δεν παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας, ενόψει και του σκοπού δημόσιου συμφέροντος για τον οποίο θεσπίστηκε ο έλεγχος της περιουσιακής κατάστασης», αλλά «το όργανο ελέγχου οφείλει (σύμφωνα και με την αρχή της προηγούμενης ακρόασης), να καλεί προηγουμένως τον ελεγχόμενο προς παροχή διευκρινίσεων».
Ακόμη, οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν ότι η παράλειψη της υπουργικής απόφασης να προβλέψει εύλογο χρονικό περιορισμό (που δεν μπορεί να υπερβεί την πενταετία) για τη διενέργεια και ολοκλήρωση του ελέγχου, καθώς και για τη διατήρηση των προσωπικών δεδομένων των υπόχρεων, αντίκεινται στην κατοχυρωμένη συνταγματικώς αρχή της ασφάλειας του δικαίου και στη δυνατότητα διατήρησης των προσωπικών δεδομένων μόνο για όσο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητο για τις ανάγκες της επεξεργασίας.
Με άλλα λόγια, είναι πενταετής η παραγραφή ελέγχου των δηλώσεων πόθεν έσχες.
Η απόφαση αναφέρει ακόμα πως «η Διοίκηση οφείλει να διαμορφώσει τη διαδικτυακή εφαρμογή, κατά τρόπο ώστε να μην καθίσταται αδύνατη ή ιδιαιτέρως δυσχερής η υποβολή δήλωσης μέσω της χρήσης του ηλεκτρονικού συστήματος από τον μέσο χρήστη».
Το χρονικό
Έως τη χρήση 2014 (έτος 2015), οι δηλώσεις «πόθεν έσχες» υποβάλλονταν από όλες τις κατηγορίες των υπόχρεων σε αυτές γραπτώς. Με την ΚΥΑ 1846 οικ. (ΦΕΚ Β΄3300), θεσπίστηκε η ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων «πόθεν έσχες» και των συμπληρωματικών δηλώσεων «οικονομικών συμφερόντων» από τη χρήση 2015 (έτος 2016), με σκοπό τη μείωση της γραφειοκρατίας και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του ελέγχου.
Ωστόσο, οι Ενώσεις Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας, Δικαστικών Λειτουργών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Διοικητικών Δικαστών, Δικαστών-Εισαγγελέων και Εισαγγελέων Ελλάδος κατέθεσαν αίτηση αναστολής και αίτηση ακύρωσης (κύρια προσφυγή) κατά της ηλεκτρονικής υποβολής των δηλώσεων «πόθεν έσχες» στο Συμβούλιο της Επικρατείας, επικαλούμενες λόγους αντισυνταγματικότητας και κίνδυνο διαρροής των προσωπικών τους δεδομένων.
Στην αίτηση αναστολής και την κύρια προσφυγή τους προς το ΣτΕ, οι πέντε δικαστικές ενώσεις υποστήριξαν ότι το νομοθετικό πλαίσιο για την ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων «πόθεν έσχες» είναι αντίθετο στις συνταγματικές αρχές
Στις 19 Δεκεμβρίου 2016, η Ολομέλεια του ΣτΕ, με την υπ. Αρ. 373/2016 απόφαση Αναστολής, έκανε δεκτή την αίτηση αναστολής των πέντε δικαστικών ενώσεων, με το αιτιολογικό ότι η πλειονότητα των 15 μελών της αρμόδιας Αρχής που θα ελέγχει τις δηλώσεις «πόθεν έσχες» δεν είναι δικαστές και ότι το ελληνικό δημόσιο δεν προέβαλλε ότι συντρέχουν επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος που να επιβάλλουν την άμεση εκτέλεση της από 13.10.2016 απόφασης των υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών για την ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων «πόθεν έσχες». Στην απόφαση Αναστολής που εξέδωσε, το Συμβούλιο της Επικρατείας επανέλαβε το σύνολο των ισχυρισμών των πέντε δικαστικών ενώσεων περί της αντισυνταγματικότητας του νομοθετικού πλαισίου για την ηλεκτρονική υποβολή του «πόθεν έσχες».
Μετά την αποδοχή της αίτησης αναστολής των πέντε δικαστικών ενώσεων από την Ολομέλεια του ΣτΕ, η ηλεκτρονική κατάθεση των δηλώσεων «πόθεν έσχες» και οικονομικών συμφερόντων των δικαστών και εισαγγελέων για το έτος 2016 πάγωσε προσωρινά, έως την έκδοση της οριστικής απόφασης του ΣτΕ επί της κυρίας προσφυγής που κατέθεσαν οι πέντε δικαστικές Ενώσεις. Η κυρία προσφυγή συζητήθηκε στην Ολομέλεια του ΣτΕ στις 13 Ιανουαρίου 2017.
Εν αναμονή μάλιστα αυτής της απόφασης του ΣτΕ επί της κύριας προσφυγής, το Υπουργείο Οικονομικών, σε συνεννόηση με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, έδωσαν δύο τρίμηνες παρατάσεις στην υποβολή των δηλώσεων «πόθεν έσχες» για το έτος 2016. Η δεύτερη παράταση έληξε στις 30 Ιουνίου 2017 κι επειδή είχε περάσει εύλογος χρόνος (πεντέμισι μήνες) από την συνεδρίαση του ΣτΕ επί της κύριας προσφυγής των δικαστικών ενώσεων, τα αρμόδια Υπουργεία αποφάσισαν να μην δώσουν και τρίτη παράταση. Τον Ιούλιο 2017, λίγες μέρες μετά τη λήξη και της τελευταίας παράτασης, το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σε ημερίδα του με τίτλο, «Για την καταπολέμηση της διαφθοράς», έδωσε στη δημοσιότητα στοιχεία που έδειχναν ότι υπό την κάλυψη της εκκρεμούς απόφασης του ΣτΕ, λιγότεροι από το 10% των υπόχρεων σε δήλωση «πόθεν έσχες» δικαστικοί υπέβαλαν δήλωση «πόθεν έσχες» για το έτος 2016. Συγκεκριμένα, από τους 4.189 υπόχρεους στο σύνολο δικαστικούς, δήλωση «πόθεν έσχες» υπέβαλαν για το έτος 2016 μόνον οι 352, από τους 220 υπόχρεους δικαστές του Ελεγκτικού Συνεδρίου δήλωση «πόθεν έσχες» υπέβαλαν μόνον οι 57 και από τους 395 υπόχρεους του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους δήλωση «πόθεν έσχες» υπέβαλαν μόνον οι 37.
Πηγή: http://www.koutipandoras.gr