Η υπόθεση της απαγωγής Λεμπιδάκη, μετά το αίσιο τέλος της, θα πρέπει υποχρεωτικά να ανοίξει μια κουβέντα για τη βαριά παρανομία που μαστίζει τα τελευταία χρόνια το νησί της Κρήτης. Η κατάσταση πλέον έχει ξεφύγει και όλοι πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί: Πολιτεία, φορείς, πολίτες.
Ο γράφων τα τελευταία εικοσί πέντε χρόνια ζει μακριά από το νησί, οπότε έχει τη δυνατότητα της εξ αποστάσεως παρατήρησης. Και αυτό που παρατήρησε ήταν οι ραγδαίες μεταβολές στη συμπεριφορά και την εικόνα του νησιού και των κατοίκων του.
Η ραγδαία και απότομη αύξηση του πλούτου, εξαιτίας κυρίως του τουρισμού, αλλά και μέσω των (ανεξέλεγκτων) επιδοτήσεων των αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, οδήγησε σε φαινόμενα νεοπλουτισμού μεγάλης έντασης. Θηριώδη 4Χ4, πολυτελή ΙΧ, αλλά και διπλοκάμπινα αγροτικά, κατακλύζουν πλέον τους δρόμους των πόλεων, αλλά και της επαρχίας. Τα κέντρα των πόλεων γίνονται απέραντα κέντρα διασκέδασης, πάντα γεμάτα.
Παράλληλα, με την πτώση του ανατολικού μπλοκ, ολόκληρα οπλοστάσια πέρασαν στα χέρια μαφιόζων ψάχνοντας για αγοραστές. Και η Κρήτη, με την παράδοση οπλοκατοχής, ήταν ιδανικός προορισμός. Πλέον η παλικαριά δεν μετριέται με την λεβεντιά αλλά με το κουμπούρι που ο καθένας ελεύθερα μπορεί να κουβαλά. Και το κουβαλά ελεύθερα, γιατί ξέρει ότι έχει την προστασία του τοπικού βουλευτή ή πολιτευτή, που ξέρει ότι θα τον βγάλει έξω εάν κάτι στραβώσει, στο όνομα, βεβαίως, του «εθιμικού δικαίου»!
Την ίδια περίοδο αρχίζει και η μαζική καλλιέργεια ναρκωτικών. Η Κρήτη ανέκαθεν, λόγω της θέσης της, ήταν σταυροδρόμι των εμπόρων ναρκωτικών, ποτέ όμως δεν υπήρχε τόσο έντονο το φαινόμενο της καλλιέργειας. Ολόκληρες οικογένειες, από το μικρότερο έως το μεγαλύτερο μέλος τους έχουν αυτό σαν αποκλειστική απασχόληση. Υπάρχουν χωριά της Κρήτης που ζουν από τα ναρκωτικά. Και πεθαίνουν όμως, καθώς τα σκληρά ναρκωτικά (κοκαΐνη, ηρωίνη κ.λπ.) κάνουν θραύση σ’ αυτές τις περιοχές.
Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την υπερκατανάλωση αλκοόλ (τα ποσοστά αλκοολισμού στην Κρήτη, ακόμα και σε μικρές ηλικίες είναι πολλαπλάσια του μέσου όρου της χώρας) έχουν δημιουργήσει μια κατάσταση ανεξέλεγκτης, σκληρής παραβατικότητας, η οποία τείνει να παγιωθεί. Πλέον μιλάμε για οργανωμένο έγκλημα που περιλαμβάνει εμπόριο όπλων, ναρκωτικών, γυναικών, εκβιασμούς, προστασία σε μαγαζιά, τοκογλυφίες. Και όλα αυτά σε μια κοινωνία που παλιότερα είχε υποδειγματική κοινωνική συνοχή, ταπεινότητα, μέτρο.
Ακόμα και στην παραδοσιακή μουσική, η εμπορευματοποίηση και η χυδαιότητα κυριαρχεί. Οι ύμνοι στη ζωοκλοπή και την οπλοκατοχή είναι τα σουξέ των πανηγυριών, παρέα με τα αθλιότερα των σκυλάδικων, εν μέσω μπαλωθιών και άφθονης κατανάλωσης ουίσκι.
Είναι γεγονός πλέον ότι η κοινωνία της Κρήτης βρίσκεται ένα βήμα πριν την πλήρη αποσύνθεση. Η παρανομία τείνει να κυριαρχήσει στη ζωή του νησιού και όλοι μοιάζουν να την έχουν αποδεχτεί. Η αστυνομία φοβάται και κάνει τα στραβά μάτια, όταν δεν συνεργάζεται με τους μαφιόζους του νησιού. Η τοπική αυτοδιοίκηση και οι πολιτευτές του νησιού συνήθως ανταλλάσουν ψήφους παρέχοντας προστασία έναντι της δικαιοσύνης.
Δεν πάνε πολλά χρόνια από τότε που γόνος παλαιού πολιτευτή του νησιού, κατεβαίνοντας για πρώτη φορά σε εθνικές εκλογές, κατάφερε να εκλεγεί με μικρή διαφορά ψήφων παίρνοντας «μονοκούκι» τις ψήφους μιας συγκεκριμένης περιοχής, γνωστής στο πανελλήνιο για τα υψηλότατα ποσοστά παρανομίας! Ή για άλλον γνωστό πολιτευτή, που απαίτησε τη μη αποβολή κάποιων «λεβεντόπαιδων» που εκφόβιζαν συμμαθητές τους.
Οι μόνοι που μπορούν να δώσουν λύση και να σώσουν την τιμή του νησιού είναι οι απλοί κάτοικοι. Αυτοί που, ακόμα αγαπάνε τον τόπο τους, που συνεχίζουν σε πείσμα των καιρών να παράγουν, που ο πλουτισμός δεν είναι αυτοσκοπός ούτε μέσο επίδειξης.
Να ξαναπιάσουν το χαμένο νήμα της παράδοσης, της λεβεντιάς και της αξιοπρέπειας που χαρακτήριζε αυτό το νησί και δεν άφησε κατακτητή να στεριώσει πάνω του για αιώνες.
Αυτοί που σεβόμενοι την ιστορία του τόπου τους, τιμούν τους προγόνους τους που πολέμησαν στη Μακεδονία, τη- Β. Ήπειρο, τους εκτελεσθέντες σε τόσους και τόσους τόπους μαρτυρίου από τους Γερμανούς.
Γιατί τα μαύρα πουκάμισα και τα στιβάνια τα έχουν τιμήσει λεβέντες, είναι ντροπή να τα μαγαρίζουν ζωοκλέφτες και νταβατζήδες.
Του Σταύρου Πνευματικάκη από την Ρήξη φ. 137