Ενδιαφέρουσα αποκάλυψη για έναν άγνωστο άγιο της Εκκλησίας μας, που για διάφορους λόγους δεν προβάλλεται από τα ΜΜΕ και ο οποίος έχει να παρουσιάσει διαφορετική ζωή απ’ ό,τι προδίδει το όνομά του!.. Τι γνώριζε, αλήθεια, ο σημερινός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κκ Ιερώνυμος, που διατήρησε τη μορφή του αγίου σ’ ένα παρεκκλήσι της Μονής του Οσίου Λουκά στη Βοιωτία;

ΧΩΡΙΣ αμφιβολία, όποιος ανοίξει το Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας θα εκπλαγεί από τα διάφορα ονόματα, που κοσμούν τους μάρτυρες και αγίους του χριστιανισμού. Άνθρωποι οι οποίοι θυσίασαν τη ζωή τους για την πίστη του Χριστού, αλλά η η νοοτροπία ορισμένων θέλησε να τους «ενταφιάσει» στα χρονοντούλαπα της ιστορίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Άγιος Βάκχος, ο οποίος φέρει αρχαιοελληνικό όνομα, που είναι ταυτισμένο με τις διασκεδάσεις και τα όργια, όπως οι βακχικές γιορτές, αλλά, στην πραγματικότητα, απέχει πολύ από την έννοια που είχε το όνομα αυτό στην αρχαιότητα, δεδομένου ότι ο Άγιος Βάκχος μαζί με τον Άγιο Σέργιο, είχαν μια κοινή πορεία στη ζωή τους.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός, ότι ο σημερινός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κκ Ιερώνυμος, πρώην Μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας, ως αρχαιολόγος, διατήρησε και συντήρησε μία εικόνα του Αγίου Βάκχου σ’ ένα παρεκκλήσι της Ιεράς Μονής του Οσίου Λουκά στη Βοιωτία, ενώ ο γνωστός σκηνοθέτης Αλέξης Σολομός έχει γράψει το 1964 μια ολόκληρη ιστορική πραγματεία γύρω από τον Άγιο Βάκχο, που είχε εκδώσει ο εκδοτικός οίκος «Πλειάς».
Για να δούμε τι λέει μεταξύ άλλων στα προλεγόμενά του (το κείμενο είναι πολυτονικό και διατηρεί την γραμματική της καθαρεύουσας):
«Πρωτογνώρισα τον άγιο Βάκχο στην εκκλησία του Δαφνιού, στο λαμπερό του μωσαϊκό. Ανάμεσα στους ιουδαίους ψαράδες, τους φτωχούς ιερομόναχους και τους άλλους ταπεινούς κατοίκους του ναού, ο Βάκχος κι ο Σέργιος ξεχωρίζουν με τις άσπρες και μαλαματιές στολές τους σα διόσκουροι ενός πανάρχαιου αρχοντικού πολιτισμού που ξαφνικά κι αναπάντεχα βρέθηκε νικημένος από μια πιο απλή και πιο λαϊκή πίστη.

Δεν ήταν τόσο ή μορφή κι ο βίος του σύρου μάρτυρα που με τράβηξαν, όσο η αλληγορία που προβάλλει απ’ τ’ όνομά του — αλληγορία πού φωτίζει μια μεταβατική κι άγνωστη, σχεδόν μυστηριώδη, εποχή θεάτρου. Γιατί πραγματικά ο αρχαίος Βάκχος δεν έπαψε ποτέ να ζη, όχι μονάχα σα θεός του κρασιού μα και σα δαίμονας της θεατρικής μέθης. Όταν πέθανε κι ο τελευταίος Μένανδρος και προτού γεννηθή ο πρώτος Χορτάτζης — γιατί ή Νέα Κωμωδία και το Κρητικό Δράμα είναι τα ορόσημα της άγνωστης θεατρικής μας ιστορίας — ο κισσοχαίτης Διόνυσος έμεινε πεισματικά κοντά μας, για να δέχεται κρυφές και φανερές θυσίες. Και για δεκαεφτάμισυ τουλάχιστον απ’ τους δεκαεννιά αυτούς αγνώστους αιώνες, το ελληνικό θέατρο συνέχισε ακλόνητο την πορεία του μέσ’ από μυριάδες μεταμορφώσεις και παραλλαγές, προλήψεις και νομοθεσίες, θανάτους και εξορίες, πότε πολυθεϊστικό και πότε μονοθεϊστικό, μα πάντα διονυσιακό. Στους καιρούς πού πάνω στην Ακρόπολη ή Παλλάδα Αθηνά ονομάζεται Παναγιά Αθηνιώτισσα, οι δυναμικοί ήρωες του αρχαίου θεάτρου έχουν φορέσει τις ασκητικές μάσκες τής χριστιανικής μυθολογίας. Η Θεοτόκος κλαίει το παιδί της με τα δάκρυα τής Εκάβης, και τα μαντάτα που έφερναν οι άγγελοι της τραγωδίας, τα φέρνουν τώρα οι άγγελοι τ’ ουρανού. Το προσωνύμι άγιος προστέθηκε, ανομολόγητα, στον ειδωλολάτρη άρχοντα του θεατρικού οργασμού. Και στην πλούσια κόμη του το χριστιανικό φωτοστέφανο αντικατάστησε το στεφάνι του κισσού.

Η εξερεύνηση της άγνωστης θεατρικής γης, που απλώνεται από την Αλεξάνδρεια των Πτολεμαίων ίσαμε την Ι¬ταλία των Μεδίκων, θα μας οδηγήση σε μια σημαντική ανακάλυψη: πως μονάχα στις ελληνόφωνες χώρες το θέατρο δέν ξέχασε ποτέ τον πνευματικό και ψυχαγωγικό του προορισμό, θα δούμε ίσως να σπάη πότε – πότε ο ιστορικός ή λογικός ειρμός και συχνά το ένα φαινόμενο να ξεπετάγεται απ’ τη στάχτη κάποιου άλλου. Μα η θεατρική τέχνη, σε κάθε λογής εκδήλωσή της, συνεχίζεται αδιάκοπα. Το ψυχαγωγικό θέατρο μεταφέρει τα τσαντήρια του και τα παιχνίδια του απ’ τις δωρικές πολιτείες της αρχαίας Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη των τελευταίων Παλαιολόγων — αφού πρώτα θρέψη με την πάντα ζωντανή του παράδοση τις χώρες της Ανατολής και, σ’ αντανάκλαση, της Δύσης. Το πνευματικό πάλι θέατρο προχωρεί με ορμή σε τρεις δρόμους αντάμα: της Ακαδημίας, της Εκκλησίας και του Ιππόδρομου — τρεις δρόμους πού φαίνονται παράλληλοι μα που στο τέλος σμίγουν.
Μια τεράστια διαφορά χωρίζει, σε θεατρική αντίλη¬ψη, την Ανατολή απ’ τη Δύση. Στη Δύση• ή διάκριση α¬νάμεσα σε αρχαίο Θέατρο και νεώτερο έχει το νόημά της. Το πρώτο τελειώνει με τις λατινικές τραγωδίες του Σενέκα και το δεύτερο αρχίζει, ύστερα από ένα κενό χιλίων χρόνων, με τα λατινικά μυστήρια. Στην Ανατολή, αντίθετα, η εξέλιξη δεν σταματάει. Το ελληνοχριστιανικό θέατρο είναι ένα στέρεο γεφύρι ανάμεσα στις δυό εποχές, την αρχαία και τη νέα, που σε τελευταία ανάλυση παύουν να είναι δυό…»

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΣΕΡΓΙΟΣ ΚΑΙ ΒΑΚΧΟΣ

Ως γνωστόν, οι άγιοι μεγαλομάρτυρες Σέργιος και Βάκχος, (3ος αιώνας) ήσαν Ρωμαίοι αξιωματούχοι του στρατού αρχηγός και υπαρχηγός στρατιωτικής σχολής αντίστοιχα, επί Μαξιμιανού. Φίλοι αφοσιωμένοι ο ένας στον άλλο αλλά και στο καθήκον τους. Διαβλήθηκαν στο διώκτη των χριστιανών αυτοκράτορα και κλήθηκαν να θυσιάσουν στα είδωλα. Επειδή αρνήθηκαν, διαπομπεύτηκαν και τους αφαίρεσαν τα διακριτικά του αξιώματός τους. Τους έστειλαν τότε στον σκληρό ηγεμόνα της Συρίας Αντίοχο, για να τους πείσει και να μη στερηθούν τις υπηρεσίες των δυο αυτών γενναίων στρατιωτών. Έτσι ο Βάκχος παρέδωσε το πνεύμα από ανηλεή χτυπήματα, ενώ ο Σέργιος με σιδερένια και καρφωμένα στα πόδια του υποδήματα, αποκεφαλίστηκε με ξίφος. Η μνήμη τους τιμάται στις 7 Οκτωβρίου, ενώ η Εκκλησία μας ψάλλει και ειδικό απολυτίκιο.

ΟΥΔΕΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΒΑΚΧΟ ΚΑΙ ΤΑ ΒΑΚΧΕΙΑ

Εξυπακούεται ότι ο Άγιος Βάκχος της Ορθοδοξίας, πέραν του ονόματος, ουδεμία άλλη σχέση έχει με τον γνωστό Βάκχο της αρχαιότητας και όλες εκείνες τις γιορτές προς τιμήν του Βάκχου, οι οποίες από τη Μεγάλη Ελλάδα πέρασαν στη Ρώμη με την ονομασία Bacchanal (από το όνομα του Βάκχου = Bacchus), η οποία στα ελληνικά έχει αποδοθεί Μπακανάλια ή Βακ(χ)ανάλια και έτσι έχει επικρατήσει.
Να θυμίσουμε μόνον ότι εκείνοι που μετείχαν στα ρωμαϊκά Βακχεία σχημάτιζαν μυστικές ενώσεις, καλά οργανωμένες, με αρχηγούς που ονομάζονταν μάγιστροι (magistri) και με δικούς τους ιερείς. Οι μυημένοι γιόρταζαν κρυφά τα Βακχεία και ήταν δεσμευμένοι με όρκο που τους απαγόρευε να αποκαλύπτουν στους αμύητους όσα είχαν σχέση με τη θρησκεία τους. Οι μυστηριακές αυτές τελετές και συνήθειες έβαλαν σε υποψία τις Αρχές, πολύ περισσότερο μάλιστα που –επειδή δεν υπήρχαν συγκεκριμένες πληροφορίες– κυκλοφορούσαν φήμες ότι τα Βακχεία ήταν τελετές οργιαστικές, ανόσιες, ακόμα και εγκληματικές.

Έφτασε μάλιστα να θεωρηθεί το θρησκευτικό κίνημα των Βακχείων ανατρεπτικό και επικίνδυνο για την ασφάλεια του κράτους. Έτσι, το 186 π.Χ. η Σύγκλητος νομοθέτησε αυστηρότερα μέτρα εναντίον των Β. και τα απαγόρευσε. Οι ενώσεις των μυημένων διαλύθηκαν και τα μέλη τους υπέστησαν διώξεις. Μερικοί συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο ως κοινοί εγκληματίες, ενώ άλλοι αυτοκτόνησαν. (Βλέπε: εγκυκλοπαίδεια «Δομή»).

Με σεβασμό και τιμή

ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΝ. ΣΑΚΚΕΤΟΣ

ΠΗΓΗ