Ο πρώτος γύρος για την ανάδειξη του αρχηγού του νέου φορέα για την Κεντροαριστερά αποτέλεσε μια ιστορική στιγμή για το χώρο, ο οποίος από το 2012 και μετά έχει μπει σε μια δίνη εσωστρέφειας και κατακερματισμού. Σε αντίθεση με πολλά άρθρα που θα διαβάσετε αυτές τις μέρες, δεν θέλω να επικεντρωθώ στους νικητές της πρώτης Κυριακής αλλά στον μεγάλο ηττημένο: την απολιτίκ πολιτικοποίηση.
Αυτό το παράδοξο δεν είναι μόνο γραμματικό και εννοιολογικό. Δυστυχώς υπήρξε γνήσιο γέννημα της κρίσης προσπαθώντας να μας πείσει οτι η πολιτική δεν είναι ένας αγώνας συμφερόντων, δεν είναι συγκεκριμένα κοσμοείδωλα που αντιπαρατίθενται. Είναι μια παιδική χαρά γεμάτη εναλλακτικές δράσεις, προτάσεις πολιτικής για 140 χαρακτήρες, πρόσωπα που ζουν όμορφα στον ιδιωτικό τους βίο και νομίζουν πως ήρθε η ώρα να κάνουν την επανάσταση του καλού.
Μέσα στην γενική θολούρα, τους δώσαμε πολλές ευκαιρίες για πειραματισμό. Εξέλεξαν δημάρχους, απέκτησαν κοινοβουλευτική παρουσία αλλά μπροστά στο βάρος των γεγονότων επέλεξαν να ψηφίζουν μεν αλλά να μην μπουν σε κυβερνήσεις συνεργασίας. Και ήρθε η στιγμή που μέσα στις συμπληγάδες ενός νέου δικομματισμού ο χώρος αυτός διεκδίκησε την αρχηγία της Κεντροαριστεράς με δύο πρόσωπα. Ο μεν Σταύρος Θεοδωράκης επιχείρησε να τεταγωνίσει τον κύκλο ως προς τη σχέση του Ποταμιού με τον νέο φορέα και το ζήτημα της συνένωσης της κοινοβουλευτικής του ομάδας με τη ΔΗΣΥ, ο δε Γιώργος Καμίνης δήλωνε επίμονα οτι δεν θα εγκαταλείψει το δημαρχιακό θώκο της Αθήνας.
Το αποτέλεσμα δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Κόντρα στο γνωστό σύνθημα, η πολιτική δεν γίνεται χωρίς πολιτικούς και οι άνθρωποι που εκφέρουν δημόσιο λόγο δεν μπορούν να πάνε πολύ μακριά χωρίς γωνίες, χωρίς ιδεολογική ταυτότητα με όρια. Η πολιτική δεν είναι σειρά στο Netflix και στη συγκεκριμένη περίπτωση αποδείχθηκε οτι επικράτησε η παρούσα ηγέτιδα Φώφη Γεννηματά, διότι κατά τα ψέμματα συγκράτησε με αυξανόμενη δύναμη ένα μαγαζί που διαλυόταν και αντίπαλος της είναι ένας παίκτης με νέα παρουσία, ο Νίκος Ανδρουλάκης.
Σε μια βιαστική ανάγνωση αυτό το δίπολο μοιάζει πολύ με εκείνο του β” γύρου της Νέας Δημοκρατίας. Αντίστοιχο με τη Φώφη θα μπορούσε να θεωρηθεί ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης διότι σε μια δύσκολη στιγμή κράτησε σταθερά σε ένα καλό ποσοστό το κόμμα. Η σύγκριση βέβαια αυτή αδικεί τον Μεϊμαράκη διότι ανέλαβε σε στιγμή μεγάλης κυβερνητικής φθοράς και με τον ΣΥΡΙΖΑ προ των πυλών.
Στην ίδια κατάσταση η Φώφη εξελέγη με μια κατάσταση διαλυμμένη, διαμόρφωσε ένα «τέχνασμα» το οποίο απεκλήθη Δημοκρατική Συμπαράταξη για να χωρέσει όλους όσους ήθελαν να εκφράσουν άποψη και παρά τις καθυστερήσεις το εγχείρημα οδηγήθηκε με επιτυχία σε κάλπες. Η Φώφη επιβραβεύθηκε για όσα προσέφερε σε αυτή την διαδικασία και μάλιστα με αύξουσα δύναμη, ενώ ο Ανδρουλάκης βγήκε μπροστά ως νέος.
Η διαφορά του Νίκου Ανδρουλάκη όμως με τον Κυριάκο Μητσοτάκη ήταν οτι ο Κυριάκος ήταν και νέος και διαφορετικός. Σε αυτό το κομμάτι ακόμα ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν έχει πείσει.
Η πρώτη Κυριακή λοιπόν έδωσε το μήνυμα: Η πολιτική δεν είναι αφρόλουτρο με καρύδα, αλλά μάχη στις λάσπες. Οι επίδοξοι αρχηγοί δεν μπορεί να είναι νερομπλούμ. Κι αν κάποιοι αισθάνονται οτι τελικά «κερδίζουν τα συστήματα» ή οτι η κοινωνία δεν είναι τόσο μπροστά όσο εκείνοι νομίζουν οτι είναι, ας διαβάσουν το αποτέλεσμα και ας θυμηθούν τι θέλουν και σε ποιούς απευθύνονται.
Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος