Οι οκτώ γκρεμισμένες ελληνικές κατοικίες στην Χιμάρα δεν είναι απλά μία ακόμη απόδειξη της αλβανικής βαρβαρότητας. Δεν είναι καν ένα διαπιστευτήριο της ελληνικότητας της περιοχής. Η Χιμάρα και οι κάτοικοί της έχουν βιώσει πολύ πιο επώδυνα πάθη και ηρωικές στιγμές αυτοθυσίας στην ιστορική τους πορεία υπερασπιζόμενοι την εθνική τους ταυτότητα.
Απ’ όσους Ελλαδίτες γνωρίζουν πού βρίσκεται στον χάρτη η ελληνικότατη αυτή περιοχή, οι περισσότεροι την γνωρίζουν ως πατρίδα του Πύρρου Δήμα. Ελάχιστοι όμως γνωρίζουν ότι είναι και πατρίδα του Σπυρίδωνος Σπυρομήλιου που διακρίθηκε στην εθνεγερσία του 1821, ενώ συμμετείχε και στην αντίσταση κατά την πολιορκία του Μεσολογγίου επικεφαλής σώματος 250 συμπατριωτών του.
Ο συνονόματός του, Σπύρος Σπυρομήλιος, έγραψε τη δική του ένδοξη ιστορία ως οπλαρχηγός στον Μακεδονικό Αγώνα και ως επικεφαλής σώματος εθελοντών κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, ενώ ήταν ο γενικός αρχηγός της αυτόνομης Χιμάρας ως μέλος της Αυτόνομης Κυβέρνησης της Βορείου Ηπείρου, που σχηματίστηκε από Βορειοηπειρώτες μετά την εντολή της Αθήνας για εκκένωση αυτής από τα ελληνικά στρατεύματα, την 17η Φεβρουαρίου 1914. Ακόμη και μετά την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας (17/5/1914), που δικαίωσε την αντίσταση των Βορειοηπειρωτών αδελφών μας, οι Χιμαριώτες δεν το επικύρωσαν επιμένοντας στην ένωση με την Ελλάδα, υπό το σύνθημα «Ένωσις ή Θάνατος»!
Μετά την αποχώρηση του ελληνικού στρατού, τόσο τό 1914, όσο και 27 χρόνια αργότερα το 1941, το αλβανικό μένος εναντίον του Ελληνισμού αποτυπώθηκε πιο έντονα από παντού στην Χιμάρα, η οποία, παρά τον αμιγή ελληνικό πληθυσμό της, εξαιρέθηκε από την μειονοτική ζώνη, στερώντας από τους κατοίκους της το δικαίωμα στην μόρφωση στην γλώσσα τους και την δυνατότητα αυτοδιαχείρισής τους στο πλαίσιο της αυτονομίας που απολάμβαναν, έστω και περιορισμένα, 99 χωριά της Βορείου Ηπείρου.
Παρά ταύτα, ο Ελληνισμός της Χιμάρας υπεράσπισε σθεναρά όλα τα χρόνια της κομμουνιστικής δικτατορίας την εθνική του ταυτότητα, την Ιστορία του και τις παρακαταθήκες των προγόνων του. Εξακολούθησε να αναδεικνύει ανθρώπους παραδείγματα και μάρτυρες για τις επόμενες γενιές. Πιο πρόσφατη η τραγική μορφή του Αριστοτέλη Γκούμα, που δολοφονήθηκε από Αλβανούς στην πατρίδα του με ιδιαιτέρως ειδεχθή τρόπο, στις 13 Αυγούστου 2010, επειδή «τόλμησε» να μιλήσει ελληνικά! Ήταν μόλις 37 ετών.
Οι Χιμαριώτες πληρώνουν σήμερα τα λάθη τους επειδή, παρασυρμένοι από τις κομματικές εμπάθειες που έσπειραν μέσα στην κοινωνία τους τα ελλαδίτικα κόμματα και οι μικροπολιτικές φιλοδοξίες τους, επέλεξαν την τοπική ηγεσία τους με κριτήρια ξένα και ανάξια της κληρονομιάς και των παρακαταθηκών τους. Χαλαρώνοντας ο δεσμός που τους έδενε χρόνια, ήταν πια εύκολη λεία για τον αλβανικό εθνικισμό.
Φυσικά, δεσμοί αιώνων δεν είναι δυνατόν να σπάσουν με το γκρέμισμα οκτώ κατοικιών, ούτε με τον δωσιλογισμό μιας τοπικής εξουσίας. Οι Χιμαριώτες, όπως εξ άλλου και όλοι οι Βορειοηπειρώτες, αποτελούν τμήμα του Ελληνισμού που βρίσκεται ακόμη στην γη του. Δεν βρίσκεται δηλαδή στην κατάσταση που βιώνουν άλλοι Έλληνες που ξεριζώθηκαν από τις πατρογονικές εστίες τους (Μικρασιάτες, Πόντιοι, Θρακιώτες, Κύπριοι). Αποτελούν δηλαδή κομμάτι του Ελληνισμού που δίνει τον αγώνα της εθνικής του αυτογνωσίας στα εδάφη των πατέρων του. Κι αυτό είναι το μεγάλο του πλεονέκτημα απέναντι σε οποιαδήποτε επιβουλή ενάντια στα ιστορικά δίκαιά του.
Αυτός ο αγώνας χρειάζεται σεβασμό και όχι κομματική σπέκουλα. Στήριξη από το εθνικό κέντρο και όχι καιροσκοπισμό. Φρόνηση και όχι απαξίωση. Οι Έλληνες της Χιμάρας θα μας δείξουν τον δρόμο και τον τρόπο του αγώνα, όπως έκαναν πολλές φορές στο παρελθόν. Εμείς δεν έχουμε παρά να τον ακολουθήσουμε μέχρι την τελική δικαίωση.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 8ης Νοεμβρίου 2017 της εφημερίδας «Δημοκρατία».
Πηγή: https://www.e-grammes.gr