Ἡ περιφρόνησις καὶ ἡ ἐχθρότης πρὸς τὴν ἰδιοκτησία τοῦ νεοελληνικοῦ σοσιαλιστικοῦ μορφώματος καὶ δὴ αὐτοῦ ποὺ προέκυψε ἀπὸ τὸ ἀπαράδεκτο σοσιαλιστικὸ Σύνταγμα τοῦ 1975 (τὸ προοδευτικότερο τῆς Εὐρώπης, ὅπως ὑπερηφανεύονται οἱ «ἐθναρχικοί» κομπλεξικοὶ δεξιοί), δὲν μπορεῖ νὰ ἀποτυπωθῇ χαρακτηριστικότερα ἀπὸ τὴν ὕπαρξη τῆς πολεοδομίας καί, φεῦ, τῆς «ἀρχιτεκτονικῆς ἐπιτροπῆς».
Ἡ ἐνασχόλησις τοῦ κράτους μὲ τὴν αἰσθητικὴ στὸ τέλος, ὅπως σὲ ὅλα τὰ πράγματα, ἀκυρώνει καὶ τὴν αἰσθητική.
Χωρὶς τὴν πλήρη ἀπόδοση τῆς ἰδιοκτησίας στοὺς κατόχους της, μὲ ὅλα τὰ δικαιώματά της, δὲν νοεῖται πραγματικὴ ἐλευθερία καί, ὡς ἐκ τούτου ὑψηλὴ αἰσθητική.
Ἐπίσης δὲν ἐννοεῖται πραγματικὴ καὶ διατηρήσιμος (sustainable) ἀνάπτυξις.
Τὸ νὰ μᾶς κουνοῦν τὸ δάκτυλο οἱ πάσης φύσεως κάτοχοι τῆς ἠθικῆς καὶ τῆς αἰσθητικῆς (οἱ γνωστοὶ σοσιαλφιλελέδες = καρκινικὴ μετάλλαξις τοῦ σκληροῦ κουκουέ) προσβάλλει τὸν ἐλεύθερο ἄνθρωπο, προσβάλλεῖ δηλαδή, στὴν βάση του, τὸ μεγαλύτερο ἀγαθό που κληρονομήσαμε μὲ τὴν γέννησή μας.