Κανένα κάτοικο αυτής της χώρας δεν θα απασχολούσε τι κάνει η κυρία Μαρέβα Μητσοτάκη, αν δεν ήταν κυρία Μητσοτάκη.

Αν έχει επιχειρήσεις, πού τις έχει, σπίτια στο Σηκουάνα ή offshore στην Καραϊβική. Επίσης η ενασχόληση με την κυρία Μητσοτάκη ως κυρία Μητσοτάκη, δεν σχετίζεται με διάθεση κουτσομπολιού ή ύπουλη απόφαση να χτυπηθεί ο σύζυγος, όπως αρέσκεται να αφηγείται με ύφος θύματος ο Μητσοτάκης.

Οι νόμοι του κράτους, της Ευρωπαϊκής Ένωσης σήμερα αλλά και ισχυροί ηθικοί και πολιτικοί κανόνες επιβάλουν τον έλεγχο στα δημόσια πρόσωπα από την εποχή ακόμη που η γυναίκα του Καίσαρος έπρεπε να δείχνει ό,τι έχει και να φαίνεται τίμια. Αυτό δεν αφορά τον κύριο Μητσοτάκη μόνο αλλά κάθε πρόσωπο της δημόσιας σφαίρας. Δεν πρόκειται για αδικία και σκληρότητα των νόμων, δεν είναι τα πρόσωπα το διακύβευμα όπως θέλουν να λένε, αλλά η κοινωνία και η εξασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος.
Κάθε πολιτικός και δημόσιο πρόσωπο, λένε οι νόμοι, οφείλει να έχει στη διάθεση του κράτους και της κοινωνίας, όλα τα στοιχεία εκείνα που αποδεικνύουν πως δεν λειτουργεί σε βάρος της από τη στιγμή που η κοινωνία του εμπιστεύτηκε ένα ρόλο, αφού ο ίδιος εθελοντικά τον επεδίωξε.

Αυτό λοιπόν είναι το θέμα, αν κάποιος εξαπατά την κοινωνία και καταχράται την εξουσία του και όχι τα περί προσωπικού που εφευρίσκονται την ώρα που η κυρία Σπυράκη είναι έτοιμη να κλάψει για την παραβίαση της προσωπικής ζωής του ζεύγους Μητσοτάκη.
Δεν υπάρχει καμία παραβίαση ιδιωτικού χώρου, αλλά η νομική απαίτηση οι Μητσοτάκηδες και ο γιος του Εισαγγελέα και η κόρη του δημοσιογράφου και η σύζυγος του εφοριακού να αποκαλύπτουν όσα έχουν και τον τρόπο με τον οποίο το έχουν. Ας αφήσουμε λοιπόν τα περί παραβίασης και ας μιλήσουμε για νομιμότητα γιατί αυτό και μόνο αυτό είναι.

Το αν η κυρία Μαρέβα Μητσοτάκη είναι ένα βαρίδι για τη ΝΔ είναι ένα άλλο θέμα που πρέπει να λύσει η ΝΔ. Γιατί τα δύο τελευταία χρόνια, τα προβλήματα της ΝΔ συνοψίζονται στην προσπάθεια της ηγετικής ομάδας να καλύψει τη Μαρέβα Μητσοτάκη. Είτε πρόκειται για τις σχέσεις με τον Παπασταύρου, είτε για το σπίτι του Βολταίρου, την offshore στα παραδείσια νησιά , είτε τώρα για τα εξοπλιστικά στη Σαουδική Αραβία πίσω από τα οποία προέκυψε έμμεσα το όνομα Μαρέβα, η ΝΔ απολογείται για έναν άνθρωπο ως στοιχείο όμως πολιτικής.

Δεν πρόκειται για την ατζέντα των αντιπάλων, αλλά για την κομματική ατζέντα του Μητσοτάκη ο οποίος αποφεύγει να απαντήσει και σέρνει το κόμμα του πίσω από τα φουστάνια της Μαρέβας. Και για να μην παρεξηγηθώ εννοώ τα φουστάνια που πουλάει ως επιχειρηματική δραστηριότητα. Το κόμμα πρέπει να καλύπτει συνεχώς την επιχειρηματία, οφσορούχα ή κάτοχο ακίνητης περιουσίας Μαρέβα, αντί να δίνει σαφείς εξηγήσεις.

Την Τρίτη, η ΝΔ παρασύρθηκε σε ένα νέο αδιέξοδο. Η Μαρέβα Γκραμπόφσκι Μητσοτάκη, έστειλε εξώδικο (το επόμενο βήμα είναι η αγωγή) σε δύο υπουργούς και τρεις διευθυντές εφημερίδων οι οποίοι έγραψαν πως η Μητσοτάκη ανήκε στην ίδια οργάνωση Endeavor με τον Τζων Σφακιανάκη ο οποίος σχετίζεται με την υπόθεση της Σαουδικής Αραβίας. Το ένα θέμα, το εύκολο, είναι το νομικό.
Γιατί η κυρία Γκραμπόφσκι δηλαδή χρησιμοποιεί τα εξώδικα για κάτι που είναι αληθές. Το δεύτερο θεμα όμως, το σοβαρό, είναι το πολιτικό. Η σύζυγος του αρχηγού της ΝΔ (μοναδική σύζυγος πολιτικού αρχηγού που το πράττει) ποινικοποιεί, προφανώς και με ευθύνη του συζύγου της, την πολιτική.
Γιατί την ώρα που πρέπει να δίνει απαντήσεις ως δημόσιο πρόσωπο και μόνο απαντήσεις, επιλέγει να αντικαταστήσει την πολιτική πρακτική με νομικισμούς. Αυτό από μόνο του είναι μια στάση ενοχής αλλά και έλλειψης σεβασμού στον πολιτικό πολιτισμό, τον οποίο η κυρία Μητσοτάκη επιχειρεί να τον στριμώξει στις αίθουσες των δικαστηρίων με κινήσεις εντυπωσιασμού.

Για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, υπήρξε πρώτα η ποινικοποποίηση της δημοσιογραφίας. Οι ίδιοι δικηγόροι, τα ίδια πολιτικά πρόσωπα, εγκαινίασαν πρώτα τις διώξεις των δημοσιογράφων και το χτύπημα της δημοσιογραφίας. Αντικατέστησαν σταδιακά τον δικαίωμα δημοσιογραφικού ελέγχου και την υποχρέωσή τους να απαντούν, με μηνύσεις και αγωγές.
Μετέφεραν το χώρο του δημόσιου ελέγχου από την κοινωνία μπροστά στην οποία έπρεπε να δίνονται οι απαντήσεις, στις αίθουσες των δικαστηρίων και τον αποδυνάμωσαν δίνοντάς του το χαρακτήρα ιδιωτικών αντιπαραθέσεων. Κάθε δημοσιογράφος μάλιστα που τολμούσε βαφτιζόταν από το σύστημα συκοφάντης και απαξιωνόταν.

Αυτή η διαδικασία λειτούργησε με την άδεια του πολιτικού συστήματος. Ακόμη και αυτή η κυβέρνηση διατηρεί τους τυποκτόνους νόμους και δίνει δικαίωμα στη δίωξη των δημοσιογράφων ωσάν να μην είναι αυτοί που από το Σύνταγμα και τους νόμους γράφουν όσα γράφουν. Στη συνέχεια αυτή η αθλιότητα άρχισε να διαβρώνει συνολικά τη δημόσια σφαίρα. Κανένας δεν δέχεται να κριθεί.
Ούτε πολιτικός, ούτε εισαγγελέας, ούτε δικαστικός , ούτε εφοριακός. Ο δημοσιογράφος έγινε ένα ενοχλητικό σύμπτωμα και ο δημόσιος έλεγχος δικαστική υπόθεση. Οι κακομαθημένοι του δημόσιου ελέγχου θέλουν λοιπόν τώρα να επεκτείνουν το προνόμιο και να μην απαντούν ούτε στη Βουλή αλλά να μηνύουν.

Ήταν θέμα χρόνου, αυτή η αντίληψη να μεταφερθεί στην πολιτική και να επιχειρηθεί η ποινικοποίησή της. Φυσικά έχει σημασία ότι το κάνει η σύζυγος του Προέδρου της ΝΔ. Όπως έχει σημασία πως την βιομηχανία των μηνύσεων και των αγωγών έστησαν οι Αδώνηδες, οι Αθανασίου , οι Μαρκογιαννάκηδες αποφεύγοντας να δώσουν απαντήσεις για πράγματα για τα οποία είχαν υποχρέωση να δώσουν.

Η Μαρέβα Μητσοτάκη και ο Κυριάκος Μητσοτάκης δημιουργούν πλέον έναν νέο πολιτικό πολιτισμό. Είναι έτοιμοι να μαστιγώσουν τη θάλασσα και να μηνύσουν τη βροχή, αλλά προς θεού, όχι να δώσουν απαντήσεις και να ελεγχθούν.

ΠΗΓΗ