Κάποιες κόλλησαν το «μικρόβιο» του πάγκου από τους γονείς τους και έγιναν αφεντικά για ένα μεροκάματο δύσκολο αλλά που τους δίνει ζωή
Ρεπορτάζ
Στάθης Βασιλόπουλος
Φωτό: Χρήστος Ζήνας
Ξυπνούν αξημέρωτα, γεμίζουν, μέσα στο πυκνό σκοτάδι, τα φορτηγά με φρούτα και ζαρζαβατικά, στήνουν τους πάγκους και με τις ζωηρές φωνές τους προσπαθούν να πουλήσουν την πραμάτεια τους.
Είναι οι γυναίκες των λαϊκών αγορών, οι οποίες, παρά τη σκληρή μάχη που δίνουν για το μεροκάματο, υποδέχονται στο βασίλειό τους τούς καταναλωτές, έχοντας πάντα το χαμόγελο στα χείλη. Κάποιες από αυτές κόλλησαν το «μικρόβιο» της λαϊκής από τους γονείς τους και έγιναν αφεντικά, συνεχίζοντας την οικογενειακή παράδοση, ενώ άλλες ακολούθησαν τα βήματα των συζύγων τους ή αποφάσισαν, παρά τις σπουδές τους, να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους σε αυτό το δύσκολο επάγγελμα, με την ελπίδα ότι θα εξασφαλίσουν τα προς το ζην.
Η πτυχιούχος
«Ασχολούμαι με τις λαϊκές αγορές τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Είναι μια δουλειά η οποία, στην παρούσα φάση, αποδίδει και δίνει μια προοπτική στη ζωή σου» λέει στη «δημοκρατία» η Στεφανία Κανελλοπούλου, πτυχιούχος του Τμήματος Τεχνών Ηχου και Εικόνας του Ιονίου Πανεπιστημίου. Η νεαρή προτίμησε να αφήσει στο συρτάρι το πτυχίο της και να βαδίσει στα χνάρια της μητέρας της, με την οποία πουλούν καθημερινά στις λαϊκές αγορές της Αθήνας λεμόνια, καρύδια, πατάτες και κρεμμύδια.
«Πλέον είμαι επαγγελματίας, καθώς η άδεια είναι στο όνομά μου. Με τις σπουδές μου θα μπορούσα να ψάξω μια δουλειά στον ιδιωτικό τομέα, αλλά δεν θέλω να περιμένω τους άλλους πότε και αν θα μου δώσουν τον μισθό» συμπληρώνει η Στεφανία.
Από οκτώ ετών!
Η πρώτη γνωριμία της Ελένης Γκάτση με τις λαϊκές αγορές έγινε όταν ήταν μόλις οκτώ ετών. «Από μικρό παιδί θυμάμαι που πήγαινα στη λαϊκή της Ηλιούπολης για να βοηθήσω τον πατέρα μου» δηλώνει η παραγωγός από το Αργος, που βρίσκεται πίσω από τους πάγκους για πάνω από τρεις δεκαετίες.
Η κυρία Γκάτση, μητέρα τριών παιδιών, ανηφορίζει στην Αθήνα τρεις φορές την εβδομάδα γεμίζοντας τον πάγκο της με μανταρίνια και ζουμερά πορτοκάλια μέρλιν. Εκτός από εσπεριδοειδή, πουλά, όταν είναι η εποχή τους, και βερίκοκα.
Οπως αναφέρει η ίδια, προσπαθεί να κρατήσει τις τιμές χαμηλά, καθώς ο κόσμος, που έχει δει τα τελευταία χρόνια το εισόδημά του να εξανεμίζεται σε φόρους και την ακρίβεια να καλπάζει, δύσκολα θα ψωνίσει ακόμα και στη λαϊκή.
Πολεμήστε τις τοξίνες
Κάθε Πέμπτη η Ελένη Καταβάτη συστήνει στους καταναλωτές που επισκέπτονται τη λαϊκή αγορά του Ζωγράφου, να καταπολεμούν τις τοξίνες με χυμό από ρόδι, που, σύμφωνα με τους ειδικούς, συγκαταλέγεται στην κατηγορία των υπερτροφών. «Στις λαϊκές αγορές είμαι από πέντε ετών. Ηταν και οι δυο μου γονείς παραγωγοί κι έτσι αποφάσισα να ακολουθήσω το επάγγελμά τους» δηλώνει η 23χρονη, η οποία, μαζί με τον αδελφό της Νίκο, αλλάζει καθημερινά «γειτονιά» (Βύρωνας, Ηλιούπολη, Ψυχικό) για να διαθέσει τα προϊόντα της.
Eπαφή με τον κόσμο
Η Ελένη, όπως και οι άλλοι συνάδελφοί της- επαγγελματίες πωλητές και παραγωγοί- καλείται κάθε πρωί να γεμίσει τα τελάρα της με φρούτα (πέρα από ρόδι, πουλά μπανάνες, αχλάδια, ακτινίδια κ.ά.) και να επαναλάβει την ίδια διαδικασία το απόγευμα, προκειμένου να προετοιμάσει την επόμενη ημέρα.
Η ίδια τονίζει πως αυτό που της αρέσει περισσότερο στη δουλειά «είναι η επαφή με τον κόσμο». Τον δικό της αγώνα για επιβίωση δίνει και η Σταυρούλα Μωραΐτη, παραγωγός από τα Μέγαρα, που τα τελευταία 25 χρόνια δηλώνει καθημερινή παρουσία στις λαϊκές αγορές της Αττικής, απλώνοντας στους πάγκους της παντζάρια, πράσα και κάθε λογής χόρτα.