ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΞΕΚΙΝΗΣΟΥΝ ΤΑ STRESS TESTS
Αδυναμίες που χρήζουν αντιμετώπισης και κενά πληροφόρησης στις αρμόδιες ελεγκτικές αρχές, επισημαίνει το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο στη διαχείριση κρίσεων από πλευράς Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Αποτέλεσμα εικόνας για draghi ecb

Σε έκθεσή του που δημοσιεύτηκε χθες, το ΕΕΣ επισημαίνει ότι το επιχειρησιακό πλαίσιο της ΕΚΤ για τη διαχείριση κρίσεων παρουσιάζει ορισμένες αδυναμίες και υπάρχουν ενδείξεις αναποτελεσματικής εφαρμογής του, ενώ “παρά την ως έναν βαθμό καλή συνεργασία”, η ΕΚΤ αρνήθηκε να παράσχει σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία που είχε ζητήσει το ΕΕΣ.

Αυτό επηρέασε αρνητικά το έργο του ελέγχου στο βαθμό που το ΕΕΣ ήταν μεν σε θέση να εξαγάγει συνολικά συμπεράσματα για τον σχεδιασμό των διαδικασιών που εφάρμοζε η ΕΚΤ, αλλά όχι να επιβεβαιώσει στην πράξη την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης κρίσεων από αυτήν.

Σημειώνεται ότι το ΕΕΣ είναι το αρμόδιο όργανο για τον έλεγχο της αποτελεσματικότητας της διαχείρισης της ΕΚΤ. Η τελευταία ανέλαβε από το 2014 εκτεταμένες αρμοδιότητες όσον αφορά την τραπεζική εποπτεία.

Επί του παρόντος, στην αρμοδιότητά της υπάγονται περί τις 120 τράπεζες στη ζώνη του ευρώ. Η νομοθεσία που θεσπίστηκε πρόσφατα προβλέπει τη διαρκώς εντονότερη εποπτική προσοχή της ΕΚΤ όταν μία “συστημικά σημαντική” τράπεζα στην ΕΕ εμφανίζεται να αντιμετωπίζει προβλήματα.

Η έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου έρχεται λίγο πριν από την έναρξη των stress tests στις ευρωπαϊκές τράπεζες και χτυπά “καμπανάκι” τόσο για το διαρκές και πολύ σημαντικό θέμα της ελλιπούς παροχής εγγράφων από την ΕΚΤ, όσο και για την υφιστάμενη “αδιαφανή” διαδικασία διαχείρισης κρίσεων.

“Τον Ιούνιο του 2017, διαπιστώσαμε ότι η ΕΚΤ δεν έχει διενεργήσει ανάλυση έναντι ομοειδών τραπεζών με παρόμοια επιχειρηματικά μοντέλα και χαρακτηριστικά”, αναφέρει χαρακτηριστικά στην έκθεσή του το ΕΕΣ.

Όπως αναφέρεται στην έκθεση του ΕΕΣ που φέρει τον τίτλο “Η αποτελεσματικότητα της διαχείρισης τραπεζικών κρίσεων από την ΕΚΤ”, στις οδηγίες ΔΕΕΑ (Διαδικασία Εποπτικού Ελέγχου και Αξιολόγησης) για τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης (έκδοση 2016), δεν προσδιορίζεται η ελάχιστη προβλεπόμενη κεφαλαιακή απαίτηση (δηλαδή εάν περιλαμβάνεται ο πυλώνας 1, ο πυλώνας 2 και τα κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας), ούτε οι σχετικές απαιτήσεις ρευστότητας.

Ομοίως, δεν αναφέρεται και σε άλλες απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας, ιδίως όσες αφορούν ρυθμίσεις για τη διακυβέρνηση και την επιχειρησιακή ικανότητα, οι οποίες θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο αυτό. Δεν διευκρινίζεται, ακόμη, τι συνιστά παραβίαση των σχετικών κανονιστικών απαιτήσεων ή τι καθιστά πιθανή παραβίασή τους στο εγγύς μέλλον, αν και αυτό είναι θεμελιώδες προκειμένου η ΕΚΤ να κατανοήσει πότε πρέπει να ασκεί τις αρμοδιότητές της.

Οι κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με τις αξιολογήσεις πιστωτικών ιδρυμάτων “που τελούν σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης φερεγγυότητας” είναι ελλιπείς όσον αφορά την εμβέλεια και τον βαθμό λεπτομέρειάς τους, επισημαίνει επίσης το ΕΕΣ.

Όπως αναφέρεται σε άλλο σημείο της έκθεσης, το επιχειρησιακό πλαίσιο της ΕΚΤ για τη διαχείριση κρίσεων πάσχει από ελαττώματα και υπάρχουν ενδείξεις αναποτελεσματικής εφαρμογής του.

Οι κατευθυντήριες οδηγίες για τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης δεν είναι επαρκώς ανεπτυγμένες και δεν καθορίζουν αντικειμενικά κριτήρια ή δείκτες βάσει των οποίων θα μπορούσε να διαπιστωθεί αν μια τράπεζα έχει εισέλθει σε κατάσταση κρίσης. Δεν υπάρχουν κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με τη βέλτιστη χρήση των εξουσιών της ΕΚΤ ή σχετικά με τα καταλληλότερα προς εξέταση μέτρα σε συγκεκριμένα σενάρια.

Πέραν αυτού, οι ελεγκτές του ΕΕΣ κάνουν λόγο για άρνηση της ΕΚΤ να παράσχει στοιχεία που της ζητήθηκαν προκειμένου να διεξαχθεί ο έλεγχος της αποτελεσματικότητας της διαχείρισής της.

“Δεν μας παρασχέθηκαν λεπτομερή στοιχεία σχετικά με την πραγματική χρήση των εξουσιών της (ΕΚΤ) και, συνεπώς, δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε συμπέρασμα σχετικά με την αποτελεσματικότητα της διαχείρισής της στην πράξη”, αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση.

Μάλιστα, γίνεται λόγος για άρνηση της ΕΚΤ. “Η ΕΚΤ αρνήθηκε να παράσχει σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία τα οποία ζητήσαμε στο πλαίσιο του ελέγχου μας, γεγονός που είχε αρνητικό αντίκτυπο στις ελεγκτικές εργασίες μας. Ως εκ τούτου, οι παρατηρήσεις και τα συμπεράσματά μας έχουν προσωρινό χαρακτήρα.

Μπορούμε να συναγάγουμε γενικά συμπεράσματα σχετικά με τον σχεδιασμό των διαδικασιών της ΕΚΤ, δεν είμαστε όμως σε θέση να επιβεβαιώσουμε στην πράξη την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης κρίσεων από πλευράς της ΕΚΤ”, επισημαίνεται χαρακτηριστικά.

ΠΗΓΗ: capital.gr