ΑΣ ΜΗΝ σταθούµε στον αριθµό των συµµετεχόντων στο συλλαλητήριο που έγινε την Κυριακή στην Αθήνα για το λεγόµενο Μακεδονικό (ή Σκοπιανό) ζήτηµα.

ΑΣ ΜΗΝ αναλωθούµε στη συζήτηση για το αν το πλήθος υπερέβη το ένα εκατοµµύριο ή ήταν πολύ µικρότερο σε µέγεθος.

ΑΣ ΜΕΙΝΟΥΜΕ στη διαπίστωση ότι η συµµετοχή σ’ αυτό ήταν µαζική. Επρόκειτο για εκατοντάδες χιλιάδες που κατέκλυσαν το κέντρο της πρωτεύουσας και δεν πτοήθηκαν από τα όσα προηγήθηκαν, µε ουκ ολίγες επιθέσεις και απειλές. ∆ιότι, χωρίς υπερβολή, πριν από τη διεξαγωγή του συλλαλητηρίου είχαµε ένα κυνήγι µαγισσών. Μόνο που τώρα αυτό προήλθε εξ Αριστερών.

∆ΙΑΒΑΣΑΜΕ φερ’ ειπείν, εκτός άλλων, σε άρθρο γνωστού παράγοντα του ΕΑΜ ότι «το συλλαλητήριο µπορεί να µην έχει αιτήµατα, να µην απευθύνεται πουθενά, αλλά έχει στόχους επεξεργασµένους σε σκοτεινά κέντρα ανωµαλίας εγχώρια και εξωχώρια. Η ανατροπή της κυβέρνησης Τσίπρα έχει καταστεί φανερό πως είναι αδύνατη µέσα σε συνθήκες κοινοβουλευτικής δηµοκρατικής οµαλότητας. Μόνο µέσα σε συνθήκες «αραβικής άνοιξης», µόνο σε κλίµα ανωµαλίας αίµατος και εµφυλίου αυτό έχει πιθανότη- τες. Αυτός είναι ο στόχος».

ΟΜΩΣ, η πραγµατική ανάγνωση του ογκώδους συλλαλητηρίου της Αθήνας είναι πιθανότατα λιγότερο εντυπωσιακή. ∆εν υπήρχαν πίσω απ’ αυτό «σκοτεινά κέντρα», ούτε όλοι όσοι συµµετείχαν σ’ αυτό ήταν ακροδεξιοί ή φασίστες.

ΠΟΛΥΣ κόσµος κατέβηκε στην πλατεία Συντάγµατος να διαδηλώσει µε σκοπό να εξωτερικεύσει την οργή του για όλα όσα υποµένει τα τελευταία χρόνια. Ένα σηµαντικό µέρος της κοινωνίας αισθάνε- ται ταπεινωµένο, βλέποντας τη µακροχρόνια οικονοµική κρίση να συνδυάζεται εσχάτως µε υποχωρήσεις στα εθνικά θέµατα. Αρκεί να ρίξει κανείς µια µατιά στο Αιγαίο, όπου οι Τούρκοι έχουν αποθρασυνθεί και τα Ίµια είναι άβατο ακόµη και για τον υπουργό Εθνικής Αµυνας!

«ΟΧΙ ΑΛΛΕΣ εθνικές καρπαζιές», φώναξε στην κάµερα τηλεοπτικού σταθµού ένας εκ των δια- δηλωτών, διερµηνεύοντας ένα υπολογίσιµο λαϊκό αίσθηµα. Με άλλα λόγια, πολλά µαζεύτηκαν… ΓΙΑ ΟΛΟΝ αυτόν, λοιπόν, τον κόσµο, που νιώθει λαβωµένος, είναι ανεπίτρεπτο να παραδώσουµε (και) το όνοµα «Μακεδονία» στους Σκοπιανούς.

ΣΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ αν το ογκώδες συλλαλητήριο της Κυριακής θα αλλάξει τα δεδοµένα, η απάντηση εί- ναι µάλλον αρνητική. Το βέβαιο είναι ότι η κυβέρνηση υπέστη µια ακόµη δεινή ήττα, που αυτήν τη φορά ήλθε από ένα προνοµιακό µέχρι πρότινος πεδίο γι’ αυτήν: την πλατεία. ΟΦΕΙΛΕΙ, ωστόσο, να µην υποτιµήσει το µήνυµα ενός µεγάλου πολιτικού  γεγονότος, όπως ήταν το εν λόγω συλλαλητήριο, αλλά να ενισχύσει µ’ αυτό τη διαπραγµατευτική θέση της. Αντ’ αυτού, ατυχώς για την ίδια, επιχειρεί να υποβαθµίσει ή και να ακυρώσει την δυναµική του.

ΠΡΟΦΑΝΩΣ, αγνοεί έτσι συνειδητά ότι το µεγα- λύτερο τµήµα της κοινωνίας δεν θα επιθυµούσε να δει τη γειτονική χώρα να αποκαλείται «Μακεδονία». Κατά πόσο, όµως, είναι πλέον εφικτός ο συγκεκριµένος στόχος;

Η ΝΤΟΡΑ Μπακογιάννη, η οποία εµµένει στη γραµµή που χαράχτηκε το 2008 στο Βουκουρέστι, το είπε δι- αφορετικά και µε διάθεση αυτοσαρκασµού: «Κι εγώ θα ήθελα να είµαι Σίντι Κρόφορντ, αλλά δεν είµαι»