Η ζημιογόνος Deutsche Bank πλήρωσε 2,2 δις € προμήθειες στα στελέχη της – ενώ οι χρεοκοπημένες ελληνικές τράπεζες πληρώνουν αποζημιώσεις έως 180.000 € στους υπαλλήλους τους που επιλέγουν την εθελουσία έξοδο.
Συμμετέχοντας σε μία τηλεοπτική συζήτηση και τασσόμενος υπέρ της διαγραφής μέρους του χρέους των οφειλετών στις τράπεζες, ίσου με τις αποσβέσεις τους με τις οποίες δεν πληρώνουν μελλοντικούς φόρους, καθώς επίσης υπέρ της δυνατότητας να επιστρέφουν οι ενυπόθηκοι δανειολήπτες τα σπίτια τους χωρίς να παραμένουν χρεωμένοι, όπως συμβαίνει στις Η.Π.Α., μου αντέτεινε ο συνομιλητής μου πως κάτι τέτοιο δεν θα ήταν σωστό για όλους αυτούς που πληρώνουν τα δάνεια τους ή που δεν χρωστούν καθόλου.

Χωρίς να το γνωρίζει λοιπόν υιοθέτησε το δόγμα του «ηθικού κινδύνου» που προβάλλουν πονηρά οι τράπεζες, για να προστατεύσουν τα συμφέροντα τους – όταν για τις ίδιες δεν ισχύει κάτι τέτοιο, αφού συνήθως ιδιωτικοποιούν τα κέρδη και κοινωνικοποιούν τις ζημίες τους, υποχρεώνοντας τότε τα κράτη να τις διασώσουν, με τα χρήματα των φορολογουμένων τους (όπως έγινε με τα 40 δις € που δόθηκαν στις ελληνικές τράπεζες και επιβάρυναν το δημόσιο χρέος μας).
Εν τούτοις, δεν είναι μόνο αυτός ο τρόπος που οι τράπεζες εκμεταλλεύονταιασύστολα το σύστημα – κρίνοντας από τα 2,2 δις € προμήθειες που πλήρωσε οι Deutsche Bank στα στελέχη της (1,4 δις € στους διαχειριστές επενδυτικών κεφαλαίων), επί πλέον στους μισθούς τους, παρά τις ζημίες της ύψους 730 εκ. €, για τρίτο συνεχές έτος (άρθρο).
Κάτι σχετικά ανάλογο πάντως διαπιστώνεται και στις χρεοκοπημένες ελληνικές τράπεζες,οι οποίες πληρώνουν αποζημιώσεις έως 180.000 € στα στελέχη τους που επιλέγουν την εθελουσία έξοδο – όταν την ίδια στιγμή στηρίζονται με κεφάλαια από την τρίτη δανειακή σύμβαση, για την οποία οι Έλληνες επιβαρύνθηκαν με δεκάδες μέτρα εξαθλίωσης τους.
Η Deutsche Bank βέβαια ισχυρίσθηκε πως εάν δεν επιβραβεύσει με υψηλές προμήθειες τα στελέχη της, θα αναζητήσουν σε άλλη τράπεζα δουλειά – οπότε θα τα χάσει, δεν θα είναι καθόλου εύκολο να τα αντικαταστήσει και δεν θα μπορεί να λειτουργήσει σωστά, παράγοντας κέρδη. Εκτός αυτού πως ο γενικός διευθυντής της, με ετήσιο μισθό 3,4 εκ. €, ανήκει στους λιγότερο πληρωμένους στον κλάδο – ενώ 11 στελέχη της κερδίζουν περισσότερα από τον ίδιο, το καθένα πάνω από 5 εκ. € το έτος. Έχουν όμως αλήθεια λογική τέτοια ποσά, ειδικά για μία ζημιογόνα επιχείρηση;
Εάν τώρα εξετάσει κανείς τι συμβαίνει με τις άλλες μεγάλες τράπεζες, θα διαπιστώσει πως η Deutsche Bank υπερβάλλει – αφού η βρετανική HSBC, με τριπλάσιο προσωπικό, καθώς επίσης με κέρδη 8 δις € μετά φόρων, πλήρωσε λίγο υψηλότερες προμήθειες, ύψους 2,7 δις €, έναντι 2,2 δις € της γερμανικής τράπεζας. 
Σε μία εποχή όμως που γενικά δεν είναι καλή για το χρηματοπιστωτικό κλάδο, ενώ δύσκολα ελέγχεται η ποιότητα των κερδών και των ισολογισμών τους, η πληρωμή τέτοιων ποσών είναι ασφαλώς εξοργιστική – πόσο μάλλον όταν αυτές προκάλεσαν την κρίση του 2008, η οποίαν ουσιαστικά δεν καταπολεμήθηκε, αλλά απλά μεταφέρθηκε διογκωμένη στο μέλλον.
Σε κάθε περίπτωση, πολύ λογικά οι επενδυτές αποφεύγουν τις τοποθετήσεις στις τράπεζες, προβλέποντας πως θα αντιμετωπίσουν ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα στο μέλλον – ειδικά οι ευρωπαϊκές, πολλές από τις οποίες είναι πλημμυρισμένες στα κόκκινα δάνεια ή έχουν άλλου είδους επισφαλή στοιχεία στους Ισολογισμούς τους (όπως οι γαλλικές που είναι εξαιρετικά εκτεθειμένες στην Ιταλία).
Πηγή : https://analyst.gr