Καί, τολμῶ νὰ ἰσχυρισθῶ, δίχως κρύφιες προθέσεις προσβολῆς τῶν προσωπικῶν θρησκευτικῶν θεωρήσεων κάθε συμπολίτου μας, πὼς οὐδόλως τυχαία εἶναι αὐτὴ ἡ, κάπως περίεργη, δημιουργία. Καὶ οὐδόλως τυχαία εἶναι διότι ἀπὸ μόνη της ὁ ὀρθία στάσις, ποὺ δὲν συνηθίζεται στὶς ἀνάλογες ἀπεικονίσεις, δηλώνει (πέραν τῆς ἐπικρατήσως καί) ἕνα εἶδος προστασίας.
(Εἴπαμε… δὲν ἐξετάζουμε τὶς προσωπικὲς θρησκευτικὲς θεωρήσεις, ἀλλὰ τὴν εἰκόνα καὶ μόνον!!!)
Ὑπάρχουν λοιπὸν μερικὲς πολὺ ἐνδιαφέρουσες λεπτομέρειες στὴν παραπάνω εἰκόνα, ποὺ μποροῦν νὰ μᾶς ποῦν πολλὰ περισσότερα, ἀπὸ ὅσα ἐκ πρώτης ὅψεως διακρίνουμε.
Τρία λοιπὸν εἶναι τὰ σημεία, τῆς παραπάνω εἰκόνος, ποὺ μὲ ἔκαναν νὰ χαμογελάσω.
Τὸ πρῶτον στοιχεῖον τὸ ἀνέφερα ἤδη καὶ ἀφορᾶ στὴν ὀρθίαν στάσιν, ποὺ καταλαμβάνει ὅλον σχεδὸν τὸν Αἰγιακὸ χῶρο. Τὸ περίεργον ὅμως εἶναι ἄλλο. Ἂν καὶ δίχως ὅπλα, ἐν τούτοις διακρίνεται σαφῶς μία ἀμυντικὴ (ἢ ἀκόμη κι ἐπιθετική) στάσις στὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἀκόμη καὶ μὲ τὸ μαντῆλι καὶ τὸν τρόπο ποὺ τὸ κρατᾶ. Ἴσως νὰ εἶναι τυχαῖον, ἀλλὰ ἴσως κι ὄχι.
Πάντως ἡ ἐν λόγῳ στάσις δὲν δηλώνει τὴν κλασσικὴ βρεφοκρατοῦσα Παναγία, ἀλλὰ μίαν Παναγία παροῦσα καὶ προστατευτική, σὲ καθαρὰ ἐθνικὸ ἐπίπεδον.
Τὸ δεύτερον στοιχεῖον ἀφορᾶ στὸν χῶρο ποὺ καταλαμβάνει ἡ εἰκόνα καὶ στὴν (ἴσως κι ἀσυνείδητον) σύνδεσιν τῆς εἰκόνος μὲ κάτι πιὸ μεγάλοο καὶ βαθύ.
Ἂς προσπαθήσω ὅμως νὰ σᾶς ἐξηγήσω τὶς παρατηρήσεις μου.
Ἡ θέσις τῆς Παναγίας δὲν εἶναι «κεντραρισμένη» μὲ τέτοιον τρόπο, ὥστὲ νὰ «ἐννοῇ» πὼς παρέχεται ἡ προστασία της μόνον στοὺς ἐντὸς Ἑλλάδος χριστιανούς. Εἶναι σαφῶς τοποθετημένη στὴν εὑρυτέρα περιοχὴ τοῦ Αἰγαίου, πατώντας ἐπάνω στὴν Κρήτη καὶ ἀκουμπώντας στὴν Μακεδονία μας, ἀλλὰ τὰ χέρια εἶναι κατὰ τέτοιον τρόπο σχεδιασμένα, ποὺ «ἐννοοῦν», ἐμμέσως πλὴν σαφῶς (λόγῳ ἐννοημένου «κεντραρίσματος»), καὶ τὰ μικρασιατικὰ παράλια, καθὼς ἐπίσης κι ὅ,τι ἄλλο θὰ μποροῦσε κάποιος νὰ ἀντιληφθῇ.
Βέβαια βλέποντας τὴν παραπάνω εἰκόνα διακρίνουμε ἄμεσα πὼς εἶναι ἔτσι φτιαγμένη γιὰ νὰ δίδῃ τὸ μήνυμα τῆς «ὑψηλῆς προστασίας» ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον γιὰ τὴν σημερινὴ Ἑλλάδα μας.
Καλῶς ἢ κακῶς, ἐφ΄ ὅσον αὐτὸς ὁ χῶρος μάθαμε πὼς εἶναι ἡ Ἑλλάς, ὀρθῶς φαίνεται νὰ στέκῃ ἔτσι, μόνον ποὺ εἶναι λίγο δεξιότερα (ὅπως ἐμεῖς βλέπουμε τὴν εἰκόνα) ἀπὸ ὅσο θεωρητικῶς θὰ ἔπρεπε. Κρίνοντας ὅμως ἐκ τῶν ἱστορικῶν δεδομένων, καθὼς ἐπίσης καὶ ἀπὸ τὶς πολυετεῖς κι ἐπαναλαμβανόμενες δημοσιεύσεις περὶ κρυπτοχριστιανῶν στὴν Μικρὰ Ἀσία, ἴσως τελικῶς πράγματι ἡ εἰκόνα αὐτὴ νὰ ἔχῃ τοποθετηθῆ ἐκεῖ ἀκριβῶς ποὺ ἔπρεπε νὰ στέκεται. Ὄχι ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον στὸν σημερινὸ ἑλλαδικὸ χῶρο, ἀλλὰ ἀκριβῶς στὸ κέντρον τῆς ἐκτάσεως ποὺ καταλαμβάνουν σήμερα οἱ χριστιανικοὶ πληθυσμοὶ τῆς περιοχῆς μας.
Ἴσως νὰ παρανοῶ τὶς προθέσεις τοῦ δημιουργοῦ, ἀλλὰ ἴσως κι ὄχι.
Τὸ τρίτον στοιχεῖον εἶναι ἡ λέξις «Ἀθήνα», ποὺ ἔτσι ὅπως (σχεδὸν ἀτονικά) γράφεται σήμερα, μέσα ἀπὸ τὸν ἀνεπαίσθητο τόνο (ποὺ δὲν διακρίνεται ἄμεσα, ἐφ΄ ὅσον «πέφτει» ἐπάνω στὶς πτυχώσεις καὶ τὶς γραμμώσεις τοῦ φορέματος τῆς εἰκόνος) εὔκολα μπορεῖ νὰ διαβασθῇ (ἀπολύτως ἀτονικά) σὰν «Ἀθηνᾶ». Καί, τελικῶς, ἐὰν τὸ καλοσκεφθοῦμε, δὲν ἀπέχει καὶ πολὺ ἀπὸ τὴν πραγματικότητα, ἐφ΄ ὅσον ἀληθῶς ἡ Ἀθήνα εἶναι ἡ πόλις τῆς Ἀθηνᾶς, ποὺ …«συμπτωματικῶς» εἶναι καὶ ἡ σημερινὴ πρωτεύουσα τῆς χώρας.
Ὅμως…
Θά μπορούσαμε, ἐκ πρώτης καὶ μόνον ὅψεως, νά ἀντιληφθοῦμε, στιγμιαίως, πώς ἄν καί βλέπουμε τήν Παναγία, στήν πραγματικότητα κυττᾶμε τήν θεά Ἀθηνᾶ;
Ἐγὼ τοὐλάχιστον, ὅταν γιὰ πρώτη φορὰ εἶδα τὴν ἐν λόγῳ εἰκόνα, στιγμιαίως …παρενόησα. Ὄχι φυσικὰ διότι ἀγνοῶ τὸ σημερινὸ θρησκευτικὸ γίγνεσθαι τῆς χώρας, ἀλλὰ διότι ἐκεῖνο τὸ «Ἀθήνα», ποὺ ἐπάνω του δὲν διέκρινα ἀμέσως τὸν τονισμό του, μὲ παρέπεμψε αὐτομάτως, καλῶς ἢ κακῶς, στὴν θεὰ Ἀθηνᾶ. Κι αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ (ἴσως ὑποσυνείδητον) στοιχεῖον ποὺ περιλαμβάνεται στὴν παραπάνω ἐπεξεργασμένη εἰκόνα, προσδίδει ἄλλες διαστάσεις, ἀναφορικῶς μὲ τὸ ποιὸς (πάντα ὑποσυνειδήτως) θὰ θέλαμε νὰ προστατεύῃ τὴν χώρα.
Διότι, κακὰ τὰ ψέμματα… Ὁ πολεμικὸς χαρακτὴρ ἀνήκει στὴν Ἀθηνᾶ κι ὄχι στὴν Παναγία. Ἡ Ἀθηνᾶ εἶναι αὐτὴ ποὺ ἐμφανίζεται πάνοπλος καί, ἐκ παραλλήλου, μὲ τὴν Σοφία της, δύναται στὰ πεδία τῶν μαχῶν νὰ τρομοκρατήσῃ τοὺς ἐχθρούς, νικώντας τους, ἐνᾦ παραλλήλως, στοὺς δίπλα της συστρατευμένους, παρέχει ἐσωτερικὴ ἡρεμία, πολεμικότητα καὶ διανοητικὴ ἀσφάλεια.
Ἡ Παναγία, παραδοσιακῶς μητρικὴ μορφή, δὲν δύναται νὰ παίξῃ στὶς συνειδήσεις τῶν πιστῶν τὸν ἴδιον ῥόλο μὲ αὐτὸν τῆς θεᾶς Ἀθηνᾶς, ἀνεξαρτήτως ἐὰν τεχνηέντως αὐτὸν τῆς προσδίδουν ἐκκλησιαστικοὶ κύκλοι.
Βέβαια, θὰ μοῦ πεῖτε ἴσως, πὼς στὸν πόλεμο τοῦ 1940 ἦσαν ἀρκετοὶ ἐκεῖνοι ποὺ σὰν ὅραμα εἶδαν τὴν Παναγία δίπλα τους νὰ τοὺς προστατεύῃ, κατὰ τὴν διάρκεια τῶν πολεμικῶν ἐπιχειρήσεων. Καὶ δὲν εἶναι τυχαῖον ποὺ τὸ τότε μεταξικὸ κράτος, ἐντέχνως ἀλλὰ σαφῶς, προέβαλε αὐτὴν τὴν ὑψηλὴ προστασία ὡς δεδομένη.
[Λὲς καὶ οἱ Ἰταλοὶ (ἢ καὶ οἱ Γερμανοί, μαζὺ μὲ τοὺς Βουλγάρους ἀργότερα) δὲν ἦσαν ἐξ ἴσου θρησκευόμενοι καί, κυρίως, χριστιανοί.
Ψιλὰ γράμματα…]
Ἡ πραγματικότης, βάσει πάντα κάποιων μαρτυριῶν εἶναι μία: σὰν ὅραμα, σὲ κάποιους στρατιῶτες, ἐνεφανίσθη ἡ μορφὴ τῆς Παναγίας, ἀλλὰ συνήθως σὲ …πολεμικὲς ἐκδοχές της καὶ στάσεις, καθὼς φυσικὰ καὶ σὲἀρκετὲς μαχητικὲς συμπεριφορές. Καλῶς ἢ κακῶς, ἐὰν μελετήσουμε τὶς περισσότερες ἐκ τῶν μαρτυριῶν, θὰ διαπιστώσουμε πὼς στὴν πραγματικότητα ὅλοι αὐτοὶ δὲν εἶδαν τὸ ὅραμα τῆς Παναγίας, ἀλλὰ τὸ ὅραμα τῆς θεᾶς Ἀθηνᾶς. Καὶ νομίζω πὼς εἶναι ἀπολύτως δικαιολογημένο κάτι τέτοιο, ἐφ΄ ὅσον πράγματι ὁ «στρατηγὸς τῶν Ἑλλήνων» ἦταν, ἀπὸ ἀρχαιοτάτων ἐτῶν, ἡ θεὰ Ἀθηνᾶ.
Τὸ τὶ ἔπραξε ἡ ἐκκλησία στὴν διάρκεια τῶν αἰώνων τῆς ἐξουσίας της, εἶναι μίαν ἄλλη ἱστορία, ποὺ οὐδόλως ἀλλάζει τὴν συλλογικὴ συνείδησιν τοῦ λαοῦ μας. Ἑνὸς λαοῦ, ποὺ εἴτε διαισθητικῶς εἴτε λόγῳ …«γενετικῆς κληρονομικότητος», πράγματι σὲ περιόδους πολεμικῶν ἐπιχειρήσεων, προσέδιδε πολεμικὲς ἰδιότητες, σὲ μίαν γυναικεία μορφή. Μίαν μορφή, σὰν αὐτὴν τῆς Παναγίας, ποὺ ὄχι μόνον δὲν θὰ μποροῦσε νὰ τὶς ἔχῃ αὐτὲς τὶς ἰδιότητες, ἀλλὰ ἐπὶ πλέον μᾶλλον, μὲ τά, κατὰ κύριον λόγο, μητρικά της χαρακτηριστικά, θὰ μπορούσαμε ἀσφαλῶς νὰ συμπεράνουμε πὼς ἀπεύχετο κάθε εἴδους πολεμικῶν ἐνεργειῶν.
Συνεπῶς; Ποιά μορφή ἐπικαλῶνται οἱ συμπολῖτες μας σήμερα; Τήν Παναγία ἤ τήν θεά Ἀθηνᾶ;
Μπορεῖ κάποιος νά ἀπαντήσῃ μέ ἀσφάλεια;
Ἤ ὄχι;
Ἄρα; Μήπως κάτι τρέχει μέ τό συλλογικό μας ὑπό-συνείδητον; Ἤ ὄχι;