Η… μπαλίτσα έχει αλλάξει και το σχέδιο είναι να ν’ αλλάξει εντελώς
Δυο ημέρες μετά τα όσα έγιναν στο ντέρμπι «δικεφάλων» στην Τούμπα μεταξύ ΠΑΟΚ και ΑΕΚ, για την 25η αγωνιστική της Super League, η Ομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συλλόγων ανακοίνωσε ότι απέβαλλε από τις τάξεις της τον «δικέφαλο» του Βορρά. Η ECA τόνιζε μέσω της σχετικής ανακοίνωσης που δημοσιεύτηκε την Τρίτη 13 Μαρτίου ότι «θέλει να προστατέψει την κανονικότητα και τους νόμους των αγώνων αλλά και τις αξίες στις οποίες είναι βασισμένο το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο». Η ίδια τοποθέτηση ανέφερε ότι η ποινή θα παρέμενε ενεργή «μέχρι νεοτέρας» και θα συζητούταν στο Συμβούλιο που είχε προγραμματίσει για τις 27 του μήνα. Ούτε εκεί άλλαξε κάτι, καθώς το θέμα δεν βρέθηκε καν στην ατζέντα της.
Πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι δεν τρέχει και κάτι για τους Θεσσαλονικείς, καθώς η ECA δεν έχει κάποιον επίσημο ρόλο στις εξελίξεις που αφορούν το λαοφιλέστερο άθλημα στην Ευρώπη. Όμως, η Ομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συλλόγων δεν παύει να είναι το μοναδικό ανεξάρτητο όργανο που εκπροσωπεί άμεσα τους ποδοσφαιρικούς συλλόγους σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στόχος της είναι -βάσει της ιδρυτικής της διακήρυξης- να δημιουργήσει ένα νέο μοντέλο πιο δημοκρατικής διακυβέρνησης, που αντανακλά πραγματικά τον βασικό ρόλο των συλλόγων στο ποδόσφαιρο.
Για μια σημαντική μερίδα του φίλαθλοι κόσμου η ECA έχει περάσει στη συνείδηση ως ένας μοχλός πίεσης που δημιουργήθηκε από κάποιους ευρωπαϊκούς ποδοσφαιρικούς συλλόγους με μεγάλη επιρροή στο άθλημα, με σκοπό να εξασφαλιστεί ότι θα έχουν τον πρώτο λόγο στα έσοδα των διοργανώσεων της UEFA. Μάλιστα, πολλοί συνδέουν την αλλαγή πολιτικής της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας στον καταρτισμό των γκρουπ του Champions League με τον φόβο ότι κάποια ισχυρά brand names θα δημιουργήσουν τη δική τους κλειστή Λίγκα, κάτι σαν τη Euroleague ή το ΝΒΑ. Έτσι, από το άνοιγμα που είχε κάνει ο Μισέλ Πλατινί σε άλλες λιγότερο εμπορικές αγορές της Ευρώπης, περάσαμε στην εποχή που οι 16 από τις 32 ομάδες είναι από τα τέσσερα μεγάλα πρωταθλήματα της γηραιάς ηπείρου, Ισπανία, Γερμανία, Αγγλία και Ιταλία. Επίσης, από δύο σίγουρες έχουν η Γαλλία και η Ρωσία και από μια δεδομένη (την πρωταθλήτρια) η Πορτογαλία, το Βέλγιο, η Ουκρανία και η Τουρκία.
Εάν ρίξει κάποιος μια ματιά στα ιδρυτικά μέλη της ECA, θα καταλάβει ς ότι μπορεί να αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη επιρροή στα εκτεινόμενα της UEFA, σε περίπτωση που κάτι στραβώσει στο μέλλον, όσον αφορά κυρίως το οικονομικό κομμάτι. Τα μέλη αυτά ήταν η Γιουβέντους, η Μίλαν, η Μπαρτσελόνα, η Ρεάλ Μαδρίτης, η Τσέλσι, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η Μπάγερν Μονάχου, η Ολιμπίκ Λυών, ο Άγιαξ, η Πόρτο, οι Ρέιντζερς και ομάδες από κάποιες λιγότερο εμπορικές ποδοσφαιρικές αγορές, που -κατά κύριο λόγο- κυριαρχούν στη χώρα τους, όπως η Άντερλεχτ, η Κοπεγχάγη, η Ντιναμό Ζάγκρεμπ και ο Ολυμπιακός από την Ελλάδα.
Βλέπουμε ήδη τις αλλαγές στο άθλημα…
Βεβαίως, πολλοί είναι αυτοί που δικαίως θα αναρωτιούνται για το πόσο πιθανό είναι το ενδεχόμενο να υπάρξει στο μέλλον μια κλειστή Λίγκα, που θα αποκλείει μεγάλο κομμάτι ή εξολοκλήρου την… ποδοσφαιρική πλέμπα. Όμως, αλήθεια, ποιος θα φανταζόταν πριν από μερικά χρόνια ότι πλέον στη ζωή μας ότι σχεδόν όλες μας οι δουλειές θα είχαν τόσο μεγάλη εξάρτηση με μια μικρή συσκευή που παλιά την είχαμε μόνο για να επικοινωνούμε αραιά και πού, ή ότι η μουσική δεν θα ακούγονταν από δίσκους και CDs και θα κυκλοφορούσε «ελεύθερη» σε ένα διαδικτυακό κανάλι; Κάπως έτσι, έχει αλλάξει ήδη και η μορφή του λαοφιλέστερου αθλήματος σε σχέση με αυτά που ξέραμε τα προηγούμενα χρόνια, τα λεγόμενα και ρομαντικά.
Ήδη το VAR έχει μπει για τα καλά στη ζωή των περισσότερων ευρωπαϊκών Λιγκών, οι επιπρόσθετοι βοηθοί διαιτητή είναι μια πραγματικότητα που υφίσταται εδώ και χρόνια, η αλλαγή και τέταρτου ποδοσφαιριστή είναι πλέον μια πραγματικότητα που διαδοθεί σύντομα σχεδόν σε όλον τον ποδοσφαιρόκοσμο, οι γραμμές του γηπέδου έχουν… πλατύνει σημαντικά σε σχέση με το όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, τα ποσά που δαπανούνται για μεταγραφές έχουν αγγίξει τα όρια της «παράνοιας» (ποιος μπορεί να λησμονήσει ότι η Παρί Σεν Ζερμέν έδωσε 222 εκατομμύρια ευρώ μόνο για έναν παίκτη, τον Νεϊμάρ), τα ποσά που δίνονται για τηλεοπτικά δικαιώματα σε κάποια πρωταθλήματα μοιάζουν με προϋπολογισμούς κρατών, ενώ οι χορηγοί επενδύουν όλο και περισσότερα χρήματα, όμως σε λίγους, με αποτέλεσμα η ψαλίδα να ανοίγει.
…και δεν αποκλείονται περισσότερες
Με άλλα λόγια, δεν θα ήταν και τόσο… τρελό το ενδεχόμενο να δημιουργηθεί και ένα πρωτάθλημα που θα κοντράρονται οι δυνατότεροι από κάθε χώρα σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο. Άλλωστε, παραδείγματος χάριν, για την Μπάγερν Μονάχου έχει καταντήσει ρουτίνα να αντιμετωπίζει τη μια εβδομάδα τη -φιλότιμη μεν- Φράιμπουργκ και την άλλη -την αξιόμαχη δε, αλλά με «ελαφριά» φανέλα- Χόφενχαϊμ, κάνοντας… βόλτα στην Μπουντεσλίγκα. Ή αντιστοίχως, δεν θα ήταν παράλογο για την Γιουβέντους να απαλλαχτεί από την κατανάλωση φαιάς ουσίας με αντιπάλους όπως οι μικρούλες Σπαλ και Μπενεβέντο…
Η ανταπάντηση στα παραπάνω μπορεί να είναι το παράδειγμα της Λέστερ, που με τον Κλαουντιο Ρανιέρι στον πάγκο της πέτυχε ένα σύγχρονο ποδοσφαιρικό θαύμα, αλλά όπως λέει και ο θυμόσοφος λαός, δεν είναι και κάθε μέρα του Αϊ Γιαννιού. Οι «αλεπούδες» απλώς αποτελούν την εξαίρεση του κανόνα, που λέει ότι κάποιες ομάδες θα πηγαίνουν… τρένο προς τον τίτλο, ή τουλάχιστον θα τον διεκδικούν, κάθε σεζόν. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι πρωταθλητές του 2015-16 στο Νησί, την αμέσως επόμενη χρονιά κινδύνευσαν με υποβιβασμό, παρά το γεγονός ότι έγιναν λίγες αλλαγές στο ρόστερ τους.
Η θέση της Ελλάδας σε αυτήν την ιστορία
Όσο για την Ελλάδα, ήδη τα εγχώρια δεδομένα δείχνουν μια τάση αποκοπής των «μεγάλων» από τον ανταγωνισμό, ειδικά τα τελευταία χρόνια, αν εξαιρέσει κανείς τον Παναθηναϊκό που αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα εκ των έσω. Χάσμα που θα ανοίξει με την κατάργηση της κεντρικής τηλεοπτικής διαχείρισης. Και ναι, μπορεί ο Ατρόμητος να αποτελεί την έκπληξη του τρέχοντος πρωταθλήματος και με τις τιμωρίες των Ολυμπιακού και ΠΑΟΚ να βρίσκεται σε θέση διεκδίκησης ακόμη και εξόδου στα προκριματικά του επόμενου Champions League (εάν δεν «σκάσει» το Grexit), αλλά ποια κλειστή Λίγκα, που έχει ως πρώτο και βασικό κριτήριο το κέρδος, θα φιλοξενούσε την ουραγό ομάδα της Super League σε εισιτήρια.
Πράγματι, το εκπληκτικό σύνολο του Νταμίρ Κάναντι, που δεν έχουν καταφέρει να τη νικήσουν τόσο το αδιαφιλονίκητο φαβορί για τον τίτλο ΑΕΚ (τουλάχιστον με τα υπάρχοντα δεδομένα) όσο και ο επί επτά σερί χρόνια πρωταθλητής Ολυμπιακός, είναι στη 16η θέση του σχετικού πίνακα της Super League με 11.594 σε 12 παιχνίδια (966 μέσο όρο ανά αγώνα), λίγο πίσω από τον Απόλλωνα Σμύρνης που έχει «κόψει» 11.609 εισιτήρια σε ίδιο αριθμό αναμετρήσεων (967 μέσο όρο ανά ματς). Με άλλα λόγια, η δουλειά που έχουν κάνει στο Περιστέρι, δεν φαίνεται να προσελκύει ανάλογο κόσμο με την προσπάθεια διοίκησης, τεχνικού τιμ και παικτών.
Και πάλι, ακόμη και το λεγόμενο «Big 4» του ελληνικού πρωταθλήματος, δύσκολα θα χωρέσει σύσσωμο σε ένα πρωτάθλημα που θα συμμετέχουν κορυφαία ονόματα της Ευρώπης. Ποιος ο λόγος, άλλωστε, από τη στιγμή που το ποδόσφαιρο της χώρας μας έχει κάνει τόσες πολλές φορές τους διεθνείς θεσμούς να ασχοληθούν με αυτό, όχι για καλό λόγο. Ειδικά εάν έρθει και το λεγόμενο Grexit, τα πράγματα θα είναι πολύ χειρότερα και από ό,τι τώρα.
Λίγκες τριών και τεσσάρων ταχυτήτων
Κάτι άλλο που έχει κυκλοφορήσει στην ποδοσφαιρική πιάτσα ως ενδεχόμενο, είναι η ταυτόχρονη διεξαγωγή Λιγκών σε διαφορετικές ταχύτητες, που στην πρώτη θα μπορούν να εισέρχονται δύσκολα οι από κάτω. Ένα τέτοιο παράδειγμα υπάρχει ήδη σε εφαρμογή, αν και δεν αφορά συλλόγους, αλλά εθνικές ομάδες. Ο λόγος για το Nations League της UEFA, με το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα να είναι στο τρίτο γκρουπ δυναμικότητας.
Φυσικά, τα οικονομικά κριτήρια θα παίξουν και σε αυτήν την περίπτωση σημαντικό ρόλο στον καταρτισμό των σχετικών βαθμίδων. Άλλωστε, είναι δεδομένο ότι στο σύγχρονο ποδόσφαιρο όποιος είναι εύρωστος σε αυτό το κομμάτι, είναι και αυτός που πρωταγωνιστεί. Και θα συνεχίσει να το κάνει, ακόμη και γραμμή υποβιβασμού να θεσπιστεί. Μπορεί να υποβιβαστεί από έναν θεσμό ακόμη και με αντιπάλους όπως η Ρεάλ, η Μπάγερν, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η Λίβερπουλ, η Γιουβέντους, η Μίλαν κ.α. για παράδειγμα η Μπαρτσελόνα, που έχει τεράστια έσοδα κάθε χρόνο.
Το παράδειγμα της Μπαρτσελόνα χρησιμοποιήθηκε, επειδή ο καταλανικός σύλλογος ήταν ο τελευταίος από τα «μεγαθήρια» του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου που εγκατέλειψε την αρχή για μη τοποθέτηση χορηγού στη φανέλα του. Κάτι που επίσης πριν από μερικά χρόνια θα φάνταζε απίθανο για τους εκατομμύρια οπαδούς των «μπλαουγκράνα» σε όλον τον κόσμο, αλλά δείχνει περίτρανα το πώς έχει διαμορφωθεί η σύγχρονη μορφή του λαοφιλέστερου αθλήματος. Οπότε, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει και άλλες ριζοσπαστικές αλλαγές στο μέλλον, που ίσως ξενίσουν ακόμη περισσότερο τους παραδοσιακούς φίλους του, οι οποίοι φαίνεται ότι πλέον τρέχουν να ακολουθήσουν τις εξελίξεις στο άθλημα που είχαν γνωρίσει πολύ διαφορετικά.