Τα στοιχεία του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών είναι ανησυχητικά καθώς όχι μόνον δείχνουν επιδείνωση του οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα αλλά και επισημαίνουν πως αυξάνεται το ποσοστό των πολιτών που δηλώνουν πως «μόλις τα βγάζουν πέρα».
Το ΙΟΒΕ αποδίδει τη συγκεκριμένη εξέλιξη στην αβεβαιότητα, στη συνεχιζόμενη επίπτωση των φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, αλλά και στην εντεινόμενη έλλειψη σαφήνειας και συναίνεσης για τους όρους χρηματοδότησης της χώρας μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος.
Ειδικότερα, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα» αυξάνεται ελαφρά τον Μάρτιο στο 67% (από 64%), ενώ διατηρείται σταθερό στο 11%, το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ:
Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος διακόπτει τον Μάρτιο την ανοδική τροχιά των τελευταίων μηνών και υποχωρεί σε χαμηλότερα επίπεδα τον Μάρτιο, στις 99,8 (από 104,3) μονάδες. Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της σημαντικής εξασθένησης των επιχειρηματικών προσδοκιών σε όλους τους επιμέρους τομείς της οικονομίας, οι οποίες άλλωστε ήταν και αυτές που είχαν δώσει μια δυναμική ανόδου το προηγούμενο διάστημα.
Οι επιχειρηματικές προσδοκίες επιδεινώνονται εντονότερα στις Κατασκευές και τη Βιομηχανία και λιγότερο στις Υπηρεσίες και το Λιανικό εμπόριο. Αντίθετα, στην πλευρά της καταναλωτικής εμπιστοσύνης καταγράφεται σταθερότητα. Η συνολική τάση του δείκτη αντανακλά μια διόρθωση των, ίσως υπερβολικά αισιόδοξων προσδοκιών, που καταγράφονταν τους προηγούμενους μήνες από την πλευρά των επιχειρήσεων. Καθώς δεν έχει προκύψει κάποια ιδιαίτερα δυσμενής εξέλιξη στην οικονομία κατά το προηγούμενο μήνα, αντίθετα η ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες παραμένει ισχυρή από το εξωτερικό της χώρας, είναι πιθανόν αυτή η διόρθωση να συνδέεται με την αβεβαιότητα που αναπτύσσεται και ευρύτερα θέματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής.
Εξάλλου, ο συνδυασμός, από τη μια πλευρά, της συνεχιζόμενης επίπτωσης των φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, και, από την άλλη, η εντεινόμενη έλλειψη σαφήνειας και συναίνεσης για τους όρους χρηματοδότησης της χώρας μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος, προκαλεί προβληματισμό και λειτουργεί ανασχετικά στη δυναμική επιτάχυνσης της ανάπτυξης. Μένει να διαπιστωθεί αν αυτή η εξέλιξη θα είναι συγκυριακή ή θα διαμορφωθεί σε τάση, τους επόμενους μήνες.
Αναλυτικότερα:
- Στη Βιομηχανία, οι αρνητικές εκτιμήσεις για τις παραγγελίες και τη ζήτηση διευρύνονται, ενώ στα ίδια επίπεδα κινούνται οι προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες, με το ισοζύγιο ωστόσο στις εκτιμήσεις για τα αποθέματα να κλιμακώνεται.
- Στις Κατασκευές, τόσο οι προβλέψεις για το πρόγραμμα εργασιών των επιχειρήσεων, όσο και εκείνες για την απασχόληση επιδεινώνονται αισθητά.
- Στο Λιανικό Εμπόριο, οι εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις βαίνουν πιο αρνητικές, ενώ οι θετικές προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους εξασθενούν ελαφρώς, όπως και ο δείκτης εκτιμήσεων για το ύψος των αποθεμάτων.
- Υπηρεσίες, οι θετικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων, όπως και εκείνες για την τρέχουσα ζήτηση χάνουν έδαφος, με τις προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της να βελτιώνονται όμως οριακά.
- Στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη οι προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών επιδεινώνονται, όπως και οριακά οι αντίστοιχες για την οικονομική κατάσταση της χώρας, με την πρόθεση για αποταμίευση να βελτιώνεται και τις προβλέψεις για την πορεία της ανεργίας να βαίνουν λιγότερο απαισιόδοξες.
Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης ουσιαστικά διαμορφώθηκε τον Μάρτιο στο επίπεδο του Φεβρουαρίου, στις -52,8 (από -53,0) μονάδες, σε επίπεδο όμως σημαντικά υψηλότερο σε σύγκριση με τον αντίστοιχο περυσινό (-74,4 μονάδες). Η σταθερότητα του δείκτη εκτιμάται ότι οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι τον Μάρτιο δεν έλαβαν χώρα σημαντικές πολιτικοοικονομικές εξελίξεις π.χ. σχετικά με την τέταρτη αξιολόγηση του τρέχοντος προγράμματος, οι οποίες συνήθως προξενούν αβεβαιότητα στα νοικοκυριά.
Από την άλλη πλευρά, η μη μεταβολή της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, μετά τη μικρή επιδείνωσή της τον Φεβρουάριο, αναδεικνύει το ότι οι τρέχουσες συνθήκες δεν συγκροτούν ένα περιβάλλον ταχύτερης ανάκαμψης της οικονομίας συνολικά. Αυτό καταδεικνύει και η μικρή επιδείνωση των προβλέψεων για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών, καθώς και της χώρας.
Οι Έλληνες καταναλωτές παραμένουν οι πλέον απαισιόδοξοι στην ΕΕ, ενώ από τις υπόλοιπες χώρες ακολουθούν η Βουλγαρία (-22,2 από -21,6), η Ρουμανία (-24,5 από -26,5), η Κροατία (-12,3 από -8,7) και η Λιθουανία (-7,9). Ο μέσος δείκτης στην ΕΕ διαμορφώθηκε εκ νέου στις -0,3 μονάδες και στην Ευρωζώνη στις +0,1 μονάδες. Ανοδική τάση σημειώνεται τον Μάρτιο σε 10 (από 11 τον Φεβρουάριο) χώρες, ενώ θετικό πρόσημο διατηρούν 14 χώρες: οι σκανδιναβικές (Δανία, Σουηδία, Φινλανδία), το Λουξεμβούργο, η Τσεχία, η Γερμανία, η Μάλτα, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Πορτογαλία, η Κύπρος και η Ιρλανδία, η Σλοβενία και το Βέλγιο.
Αναλυτικά:
Επιδείνωση στις προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών
Οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους τους προσεχείς 12 μήνες επιδεινώνονται και τον Μάρτιο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις – 50,7 (από -46,1) μονάδες. Το 61% (από 57%) των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 4% προβλέπει εκ νέου μικρή βελτίωση. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώνονται στις +1,6 και -0,8 μονάδες.
Οριακή κάμψη στις προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση της χώρας
Ο δείκτης των προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας τους το προσεχές 12-μηνο επιδεινώθηκε οριακά τον Μάρτιο και διαμορφώθηκε στις -51,5 (από -51) μονάδες. Το 63% των καταναλωτών προβλέπει και πάλι ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι του 7% (από 8%) το οποίο αναμένει ελαφρά βελτίωση. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -1,7 και +3,2 μονάδες.
Μικρή επιδείνωση στην πρόθεση για αποταμίευση
Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες υποχωρεί τον Μάρτιο και διαμορφώνεται στις -76,3 (από -75,9) μονάδες. Το 89% των νοικοκυριών δεν θεωρεί πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο 12μηνο, ενώ το 10% τη θεωρεί πιθανή ή πολύ πιθανή. Οι σχετικοί δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +1,1 και -3,3 μονάδες αντίστοιχα.
Λιγότερο απαισιόδοξες προβλέψεις για την πορεία της ανεργίας
Ο δείκτης πρόβλεψης για την εξέλιξη της ανεργίας τους προσεχείς 12 μήνες μειώνεται τον Μάρτιο στις +32,8 (από +39,1) μονάδες. Το ποσοστό των νοικοκυριών που προβλέπει μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας διαμορφώνεται στο 52% (από 58%), με το 16% (από 13%) των ερωτηθέντων να αναμένει εκ νέου ελαφρά ή αισθητή μείωσή της. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +2,2 και -1,2 μονάδες αντίστοιχα.
Αμετάβλητες οι πληθωριστικές προσδοκίες
Στο ίδιο σχεδόν επίπεδο διαμορφώνονται οι προβλέψεις μεταβολών στις τιμές τους προσεχείς 12 μήνες, με το σχετικό δείκτη να βρίσκεται στις +9,4 (από +9,8) μονάδες. Το 43% των νοικοκυριών προβλέπει άνοδο τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό και το 35% αναμένει σταθερότητα. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +19,7 και +16,1 μονάδες.
Οριακή κάμψη στην πρόθεση για μείζονες αγορές
Η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.) επιδεινώνεται οριακά τον Μάρτιο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -51,7 (από -51,1) μονάδες. Το 60% των καταναλωτών προβλέπει ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ το 3% αναμένει το αντίθετο. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώνονται στις -14,5 μονάδες στην ΕΕ και στις -16,2 μονάδες στην Ευρωζώνη.
Πηγή: http://www.rizopoulospost.com