του Γιάννη Χ. Κουριαννίδη
Eίναι γεγονός ότι το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα διέρχεται μία βαθύτατη κρίση, η οποία είναι πρωτίστως κρίση των θεσμών και των αξιών του. Κάτι που είναι βεβαίως απολύτως φυσιολογικό, αφού μέσα σε 44 χρόνια οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις κατάφεραν να οδηγήσουν την πατρίδα μας στην πλήρη απαξίωση διεθνώς και στην απομόνωση, παρά τη συμμετοχή της σε υπερκρατικές οντότητες όπως το ΝΑΤΟ και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Απότοκος αυτής της κρίσης είναι η πλήρης αναξιοπιστία των κάθε μορφής πολιτικών ηγεσιών, αλλά και ακόμη και θεσμών που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με αυτές, όπως είναι λ.χ. η Δικαιοσύνη. Το πολιτικό σύστημα δείχνει να έχει χάσει ολοκληρωτικά το επικοινωνιακό παιχνίδι με τη βάση της κοινωνίας και τους πολίτες. Οτιδήποτε προβάλλεται ως αναγκαιότητα ή ως αλήθεια συναντά την δυσπιστία ή και την πλήρη άρνηση και αντίδραση από πλευράς τους. Αυτός είναι και ο λόγος που οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις δεν έγιναν αποδεκτές από τον ελληνικό λαό, έστω ως μία επώδυνη αναγκαιότητα, αλλά απλώς του επιβλήθηκαν μέσω μισητών νομοσχεδίων και υπουργικών αποφάσεων.
Η αναξιοπιστία του συστήματος
Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και μέτρα «φιλολαϊκά», όπως τα ψίχουλα που μοιράζουν κατά καιρούς οι μνημονιακές κυβερνήσεις σαν χρυσωμένα χάπια στους υπηκόους τους, δεν αποφέρουν τα ανάλογα πολιτικά οφέλη, ούτε καν σε δημοσκοπικό επίπεδο. Και είναι λογικό αυτό, αφού οι κυβερνήσεις ποτέ δεν είχαν πει την αλήθεια στον λαό, πάντοτε του χάιδευαν τα αυτιά, τον έμαθαν να σκέφτεται φιλοτομαριστικά, δεν τον προστάτευσαν από κερδοσκόπους, κατέστρεψαν την παραγωγή και την οικονομία της χώρας και τελικά παρέδωσαν ουσιαστικά την εξουσία στους εντολοδότες τους εκχωρώντας τη λήψη των αποφάσεων στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο. Πώς, λοιπόν, να παραμείνουν αξιόπιστοι μετά από όλα αυτά;
Το πρόβλημα για την πατρίδα είναι ότι αυτή η αναξιοπιστία και η έλλειψη σοβαρότητας αντανακλάται και στο εξωτερικό. Σύμμαχοι, εταίροι και εχθροί προσλαμβάνουν μία εικόνα παιδικής θεατρικής παράστασης με νευρόσπαστα που υποτίθεται πως κυβερνούν αυτή τη χώρα γενόμενα ο περίγελος όλης της ανθρωπότητας. Ποιος, αλήθεια, θα αναλάβει τη ριψοκίνδυνη επιλογή να συζητήσει σοβαρά μαζί μας, λ.χ., για την ασφάλεια των ευρωπαϊκών συνόρων όταν υπουργοί σου καλούν τους λαθρομετανάστες να έρθουν στην πατρίδα μας καλωσορίζοντάς τους μόλις φτάσουν; Ποιος θα διακινδυνεύσει μία εμπλοκή σε θέματα άμυνας όταν για την απελευθέρωση δύο «ομήρων» (κατά δήλωση του αρμοδίου υπουργού Αμύνης και συγκυβερνήτη της χώρας!) στρατιωτικών μας ζητείται η διαμεσολάβηση της … Ρουμανίας; Ποιος θα στηρίξει τα ιστορικά μας δίκαια όταν συρόμαστε πίσω από την ασημαντότητα των Σκοπιανών συζητώντας μαζί τους για τους όρους και προϋποθέσεις εκχώρησης του ιστορικού ονόματος της Μακεδονίας μας;…
Συνεχής υποχωρητικότητα
Όλα τα παραπάνω και πολλά άλλα δεν είναι πλέον προς προβληματισμό. Ο προβληματισμός θα έπρεπε να είχε αναπτυχθεί προ πολλού: όταν διαφαινόταν ήδη η πορεία ολέθρου που θα ακολουθούσε. Όταν υπογράφονταν συνθήκες εθνικής ντροπής, όπως εκείνης του Μάαστριχτ, όταν ευχαριστούσαμε τους Αμερικανούς για τη μεσολάβησή τους ώστε να γκριζάρουν τα Ίμια, όταν υποχωρούσαμε σε κάθε παράλογη και προσβλητική απαίτηση της Άγκυρας που αφορούσε τους Έλληνες μουσουλμάνους της Θράκης μας, όταν ξεκίνησαν να γίνονται σουρωτήρι τα σύνορά μας από τους λαθρομετανάστες, όταν το καθεστώς λογοκρισίας και φίμωσης, που ονομάζεται «πολιτική ορθότητα», έδινε τα πρώτα σημάδια για την καταιγίδα που θα ακολουθούσε στη συνέχεια. Τώρα πια, ο προβληματισμός δεν είναι γι’ αυτά. Ο προβληματισμός θα πρέπει να αναπτυχθεί για το πώς θα αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες όλων αυτών. Μία κοινωνία που αποδέχθηκε παρά φύσιν νομοθετήματα, που δικάζει την θρησκευτική πίστη και τις αξίες της στο πρόσωπο μητροπολιτών, που ενοχοποιήθηκε με τη μετακύλιση σε αυτήν των ευθυνών των ηγεσιών της, που ανέχεται την προσβολή των εθνικών και θρησκευτικών της συμβόλων από περιθωριακές και εγκληματικές συμμορίες, είναι έτοιμη να δεχθεί πολύ πιο οδυνηρές καταστάσεις. Αυτό ακριβώς είναι που πρέπει να σταματήσει: Η πορεία προς την άβυσσο!
Διεργασίες στον πατριωτικό χώρο
Κι αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί και δεν πρέπει να αφεθεί ούτε στις εφεδρείες του συστήματος ούτε, πολύ περισσότερο, σε τυχοδιώκτες κάποιοι εκ των οποίων είχαν την ευκαιρία τους και την ξεπούλησαν γενόμενοι μέρος του συστήματος! Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο από πρόσωπα καθαρά, που έχουν δώσει δείγματα της ανιδιοτέλειάς τους με δύσκολες επιλογές και αποφάσεις στη ζωή τους, που δοκιμάστηκαν δηλαδή και όταν χρειάστηκε προέταξαν τις ιδέες και το σύστημα αξιών τους, ακόμη και ενάντια στο προσωπικό τους συμφέρον. Δίπλα σε ανθρώπους που μπορεί να μην έχουν την εμπειρία της πολιτικής, αλλά που έχουν αποδείξει τον πατριωτισμό τους μέσα από την κοινωνική και επαγγελματική τους δραστηριότητα, μπορούν να αποτελέσουν ένα εκρηκτικό μίγμα που είναι ικανό να τινάξει στον αέρα όλο το οικοδόμημα της κοινωνικής διαφθοράς και της εθνικής μειοδοσίας. Η συγκρότηση ενός τέτοιου σχήματος δεν εκλαμβάνεται πια απλώς ως μία αναγκαιότητα, αλλά φαίνεται πως έχει προχωρήσει σε πιο πρακτικές μορφές. Ήδη στον πατριωτικό χώρο συντελούνται διεργασίες που δείχνουν να οδηγούν προς την κατεύθυνση αυτή, κάτι που είναι ιδιαιτέρως ελπιδοφόρο και ενθαρρυντικό.
Αρκεί όσοι μετέχουν σε αυτές να μείνουν μακριά από σχήματα και πρόσωπα που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της ανιδιοτέλειας ή έχουν βεβαρημένο πολιτικό (ενίοτε και ποινικό!) μητρώο. Αν δεν θέλουν αυτές οι διεργασίες να καούν στη γένεσή τους…