O Θάνος Σταθόπουλος συνομιλεί με τη Λίνα Ρόκου στην Popaganda με αφορμή την Ώρα, το πιο πρόσφατο βιβλίο του.
Μπορείτε να διαβάσετε τη συνέντευξη παρακάτω:
«Η Ώρα» ως τίτλος. Γιατί; Και τι ρόλο παίζει ο χρόνος στη γραφή σου;
Οι τίτλοι των βιβλίων διαφεύγουν πάντα. Θα έλεγα, όμως: Η ώρα στο κέντρο των πραγμάτων. Η ώρα κατά την οποία συμβαίνουν τα πράγματα. Είναι η στιγμή ή η διάρκεια. Η κάθε ώρα. Η ροή του χρόνου. Το παρόν και το παρελθόν. Τώρα ή τότε. (Πότε;) Είναι ό,τι ξηλώνουμε και μας ξηλώνει. Είναι η συγχώνευση. Η ώρα και το ψυχικό κέντρο – ένα βαθύ, συμπυκνωμένο αίσθημα. Κάθε γραφή έχει σχέση με το χρόνο. Στη δική μου γραφή, μάλλον περισσεύει η τυραννία του χρόνου.
Ποια είναι η πρώτη ανάμνηση της ζωής σου;
Να κάθομαι σ’ ένα καρεκλάκι μ’ ένα παιγνίδι. Ίσως το 1965, δεν ξέρω. Ανάμνηση εαυτού, δηλαδή. Σαν φωτογραφία.
Αυτό με συνδέει με κάτι που υπάρχει στο βιβλίο: «Και τότε επανέρχεται το ερώτημα: τι είναι τέχνη; Και τέχνη είναι αυτό που κάνει ένας καλλιτέχνης: να κάθεται σε μια καρέκλα στο εργαστήριο του». Ποιο είναι το εργαστήριο του καλλιτέχνη; Η ζωή; Η μνήμη; Η φαντασία; Τίποτε από αυτά;
Μ’ αιφνιδιάζει η σύνδεση. Αναφέρεσαι σ’ ένα απόσπασμα από ένα κείμενο του Μπρους Νάουμαν, το οποίο παραθέτω στο βιβλίο. Το εργαστήριο του καλλιτέχνη είναι ένα ανοιχτό πεδίο δράσης: τα περιέχει όλα. Θα ‘λεγα ότι η ύπαρξή του είναι πρωταρχικής σημασίας. Εκεί συμβαίνουν τα πάντα. Ως εργαστήριο φυσικά θα πρέπει να εννοήσουμε μια διευρυμένη κατάσταση. Ένα χώρο που εκτείνεται. Μια πνευματική κατάσταση, οπωσδήποτε. Αυτός, άλλωστε, είναι και ο βασικός άξονας του βιβλίου: ο χώρος ως εργαστήριο. Όχι μόνο του καλλιτέχνη, όλων. Η ποιητική του χώρου και η ανθρώπινη έκφραση. Τα πάντα μπορούν ν’ αποτελέσουν υλικό προς επεξεργασία. Όλα όσα αναφέρεις είναι η πρώτη ύλη, δεν αποτελούν όμως το εργαστήριο του καλλιτέχνη. Το εργαστήριο είναι ο προσωπικός χώρος τον οποίο κατασκευάζει ο καλλιτέχνης και η πνευματική ατμόσφαιρα την οποία έχει ανάγκη για να υπάρξει.
Και πέρα από τον πνευματικό χώρο; Τι συμβαίνει με τον χώρο στη ρεαλιστική του διάσταση; Πού προτιμάς να γράφεις; Πού φαντασιώνεσαι να γράψεις; Ποιο είναι το πιο παράδοξο μέρος που έχεις γράψει ή χώθηκε στο γραπτό σου;
Γράφω πάντοτε στο στούντιό μου – στο χώρο όπου ζω και εργάζομαι. Ελάχιστα έχω γράψει κάπου αλλού. Πολλές φορές κρατάω σημειώσεις στα καφέ, τις οποίες κατόπιν μεταφέρω αμέσως στον υπολογιστή προς επεξεργασία. Δεν έχω φαντασιωθεί ποτέ να γράψω κάπου. Υπό συνθήκες, βεβαίως, θα μπορούσα να γράψω οπουδήποτε. Η διαδικασία της συγγραφής περιέχει πολλή δουλειά, αγωνία και ένταση. Θέλεις να γράψεις. Ξυπνάς το πρωί και γράφεις ή προσπαθείς να γράψεις. Άλλες φορές τα καταφέρνεις, άλλες φορές όχι. Μάλλον, τις περισσότερες όχι. Αλλά πρέπει να επιμείνεις. Δεν μπορώ να θυμηθώ κάποιο παράδοξο μέρος που να έχω γράψει· προφανώς δεν υπάρχει. Το μόνο παράδοξο έγκειται στον χαρακτήρα όσων γράφω.
Τι είναι παράδοξο για σένα; Οτιδήποτε συγκρούεται με την κοινή λογική.
«Η Ώρα» είναι ένα παζλ χρόνου, συμβάντων, ονείρων, επιθυμιών, σκέψεων, απωθημένων, επιρροών; Τι είναι «Η Ώρα»;
Εάν εξαιρέσουμε τα απωθημένα, είναι όλα όσα αναφέρεις. Και άλλα. Είναι ένα παζλ. Ίχνη, θραύσματα, αναγνώσεις, επισημάνσεις, παραθέματα. Μπορεί να διαβαστεί ως ένα αποσπασματικό κείμενο, να εκληφθεί σαν όνειρο ή σαν ένα αίσθημα. Αιωρήσεις στο χώρο και το χρόνο. Υπάρχουν τα άλλα κείμενα, δηλαδή τα δάνεια κείμενα, τα οποία παραθέτω είτε αυτόνομα είτε σχολιάζοντάς τα, στα οποία μετέχω. Είναι τα γεγονότα και οι λεπτομέρειες από τις ζωές των άλλων. Είναι η μνήμη, φυσικά. Ένα προσωπικό αρχείο συμβάντων για την ποιητική του χώρου και το ψυχικό κέντρο, με μια νύξη γι’ αυτό που ονομάζουμε «αρχιτεκτονικό ή αρχιτεκτονημένο χώρο», όπου τον κύριο λόγο έχουν το σώμα, τα ενεργήματα και η ανθρώπινη έκφραση. Είναι ο προσωπικός χώρος που κατασκευάζουμε και ο τρόπος να υπάρχουμε σ’ αυτόν. ‘Ο,τι ανέφερα δηλαδή προηγουμένως για την έννοια του εργαστηρίου.
Ο τρόπος της γραφής σου πώς και πόσο μοιάζει ή διαφέρει από τον τρόπο της ζωής σου;
Ο τρόπος που γράφω περιέχει τον τρόπο με τον οποίο ζω στον ίδιο βαθμό που διαφεύγει. Δεν ξέρω εάν θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Δεν αναφέρομαι μόνο στον αποσπασματικό και θραυσματικό χαρακτήρα όσων γράφω. Τα αυτοβιογραφικά στοιχεία στα κείμενά μου συχνά υποβάλλουν το ύφος: εμφατικό, δηλωτικό, αποκαλυπτικό. Κάποιος που με γνωρίζει μπορεί να με αναγνωρίσει διαβάζοντάς με. Η λογοτεχνία όμως είναι ένας χώρος όπου τα πάντα αποκτούν νόημα στη μεταφορά τους. Η δήλωση λειτουργεί συγχρόνως ως μεταφορά. Οι αναγνώσεις, οι αναφορές και τα παραθέματα είναι έμμεσα βιώματα. Ο τρόπος της ζωής μου κάποιες φορές μπορεί να διοχετεύεται στις αναφορές μου σε καλλιτέχνες και συγγραφείς των οποίων παραθέτω αποσπάσματα είτε από το έργο τους είτε από τον βίο τους: μια διαμεσολαβημένη βιογραφία, θα λέγαμε. Είμαστε πάντα και οι άλλοι.
Ένα απόσπασμα αγαπημένου συγγραφέα, καλλιτέχνη που εκφράζει όσο κανένα άλλο το πώς αισθάνεσαι για τη γραφή;
«Τη ρώτησα εάν θα υπήρχε τρόπος, να τρώω από καιρό σε καιρό ένα άγριο καρότο. Ένα άγριο καρότο! κραύγασε, σα να είχα εκφράσει την επιθυμία να γευτώ εβραίικο μωρό. Της είπα ότι η εποχή των άγριων καρότων είναι στο τέλος της και ότι, εάν μέχρι τότε μπορούσε να μου δίνει να τρώω μόνον άγρια καρότα, θα της ήμουν ευγνώμων. Μόνον άγρια καρότα!, κραύγασε. Τα άγρια καρότα έχουν μια γεύση βιολέτας, για μένα. Μ’ αρέσουν τ’ άγρια καρότα γιατί έχουν μια γεύση βιολέτας και οι βιολέτες γιατί έχουν το άρωμα των άγριων καρότων. Εάν δεν υπήρχαν άγρια καρότα στη γη, δε θα αγαπούσα τις βιολέτες και εάν δεν υπήρχαν βιολέτες, τα άγρια καρότα θα μου ήταν το ίδιο αδιάφορα, όπως τα γογγύλια ή τα ρεπάνια. Αλλά ακόμη και στην τωρινή κατάσταση της χλωρίδας τους, θέλω να πω μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο όπου άγρια καρότα και βιολέτες βρίσκουν τρόπο να συνυπάρχουν, πολύ εύκολα θα έκανα και χωρίς αυτά». Σάμιουελ Μπέκετ, Πρώτος Έρωτας, μτφρ. Αχιλλέας Αλεξάνδρου.
Σε έχει ερωτευθεί ποτέ γυναίκα για κάτι που έγραψες; Τι ήταν αυτό;
Απ’ όσο γνωρίζω, όχι.
Ένα απόσπασμα αγαπημένου συγγραφέα, καλλιτέχνη που εκφράζει όσο κανένα άλλο το πώς αισθάνεσαι για τον έρωτα;
Ω, τι να σου πω…Είναι πολλά. Καθένα εκφράζει μια αλήθεια. Θα μπορούσα όμως ν’ αναφέρω το κείμενο του Μποντλέρ Αποφθέγματα παρηγοριάς για τον έρωτα. Μεταξύ πολλών άλλων αποφθεγμάτων: «Πρέπει λοιπόν να διαλέξει κανείς τους έρωτές του. – Φυλαχθείτε από τη σελήνη και τ’ αστέρια, φυλαχθείτε από την Αφροδίτη της Μήλου, από τις λίμνες, τις κιθάρες, τις σκοινένιες σκάλες και από όλα τα μυθιστορήματα. – Αλλά να αγαπάτε πολύ, σθεναρά, τολμηρά, άγρια αυτήν που αγαπάτε· ο έρωτάς σας, έχοντας κατανοήσει την έννοια της αρμονίας, να μην βασανίζει τον έρωτα ενός άλλου. – Επειδή κάθε γυναίκα είναι ένα κομμάτι από την ουσιαστική γυναίκα, επειδή ο έρωτας είναι το μόνο πράγμα για το οποίο αξίζει να συνθέσεις ένα σονέτο και να βάλεις εκλεκτά εσώρουχα». Δεν ξέρω εάν εκφράζει όσο κανένα άλλο το πώς αισθάνομαι για τον έρωτα, αλλά είναι ένα κείμενο που έχω αγαπήσει πολύ.
Τι αγαπάς στην καθημερινότητα και τι δεν αντέχεις σε αυτήν;
Μου αρέσει να κάνω μεγάλες βόλτες στην πόλη: να περπατάω, να παρατηρώ τους ανθρώπους και τα σημεία της πόλης. Μου αρέσουν πολύ τα καφέ – συχνάζω στα καφέ πάνω από τριάντα χρόνια. Είναι σαν τελετουργία. Μου αρέσει να συναντώ εκεί κάποιους φίλους ή να κάθομαι μόνος μου. Μου αρέσουν οι ήσυχες ώρες του απογεύματος στο στούντιό μου. Είναι οι ώρες που συγκεντρώνομαι απολύτως. Διαβάζω πάντα κάθε απόγευμα. Μου αρέσει να πίνω μερικά ποτά το βράδυ. Πολλές φορές δεν αντέχω την καθημερινότητά μου – συμβαίνει πάντα όταν δεν ειμαι καλά. Δεν αντέχω οτιδήποτε είναι καταναγκαστικό. Δεν αντέχω, τρόπος του λέγειν δηλαδή, εφόσον είμαι υποχρεωμένος να υποστώ τους καταναγκασμούς της μέρας.