Η νίκη της σιιτικής Χεζμπολάχ στις εκλογές του Λιβάνου δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη. Όπου πραγματοποιούνται ελεύθερες εκλογές στον αραβικό κόσμο, κερδισμένο είναι πάντα το πολιτικό Ισλάμ. Το 2012 στις πρώτες δημοκρατικές εκλογές της Αιγύπτου είχαν επικρατήσει οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι. Η ισλαμική Χαμάς πέτυχε σαρωτική νίκη στις εκλογές που είχαν πραγματοποιηθεί στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη το 2005, όχι η κοσμική Φατάχ. Καμία από αυτές τις κυβερνήσεις δεν κατάφερε να μακροημερεύσει.
Η κυβέρνηση των Αδελφών Μουσουλμάνων ανατράπηκε το 2013 από πραξικόπημα του αιγυπτιακού στρατού. Το 2007 ξέσπασαν εμφύλιες συγκρούσεις στα παλαιστινιακά εδάφη, με την Χαμάς να επικρατεί στην Γάζα και την Φατάχ στην Δυτική Όχθη. Η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα είναι η περίπτωση της Χεζμπολάχ. Κι αυτό δεν είναι διόλου τυχαίο.
Η Χεσμπολάχ, λόγω του σιιτικού κοινού παρονομαστή και της συναφούς συμμαχίας, είναι εκ των πραγμάτων ο πολιτικός-στρατιωτικός βραχίονας της Τεχεράνης στον Λίβανο. Το Ιράν εξοπλίζει και χρηματοδοτεί την οργάνωση από την δεκαετία του 1980. Για την διεθνή κοινότητα είναι τρομοκρατική, με το Ισραήλ να την θεωρεί πρωταρχική απειλή για την ασφάλεια του. Αρχικά ήταν δημοφιλής μόνο στις φτωχές τάξεις των σιιτών. Με τον χρόνο, όμως, κατάφερε να αποκτήσει ερείσματα σε όλη την χώρα, η οποία είναι ένα πολύπλοκο μωσαϊκό αντιπαρατιθέμενων θρησκευτικών δογμάτων.
Μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τον Λίβανο σαν την Βοσνία της Μέσης Ανατολής. Οι Άραβες σουνίτες, η κοινότητα των σιιτών προσπαθούν να συνυπάρξουν μεταξύ τους και οι δύο με τις χριστιανικές κοινότητες των μαρωνιτών και των ελληνορθόδοξων. Σε αυτούς πρέπει να συμπεριλάβουμε και τους χιλιάδες Παλαιστίνιους πρόσφυγες που κατέφυγαν στον Λίβανο μετά τους αραβοϊσραηλινούς πολέμους. Από την δεκαετία του ’70 η χώρα είχε μετατραπεί σε ένα απέραντο πεδίο μάχης, ανάμεσα στις διάφορες παραστρατιωτικές οργανώσεις.
Μια δημοφιλής οργάνωση
Όμως οι σιίτες απείχαν από τις εμφύλιες συγκρούσεις της δεκαετίας του ’70. Η Χεζμπολάχ ιδρύθηκε μετά την ισραηλινή στρατιωτική εισβολή στον νότιο Λίβανο το 1982. Η δράση της στράφηκε σχεδόν αποκλειστικά κατά των ισραηλινών κατοχικών στρατευμάτων. Απέφυγε τις επιθέσεις ακόμα και έναντι των χριστιανών μαρωνιτών, των παραδοσιακών συμμάχων του Ισραήλ. Η αποχώρηση των Ισραηλινών από τον Λίβανο το 2000 πιστώθηκε στην σιιτική οργάνωση. Από τότε για πολλούς Λιβανέζους είναι μία «δύναμη αντίστασης», όχι μία παραστρατιωτική οργάνωση των σιιτών. Γι’ αυτό δεν έχει αφοπλιστεί σε αντίθεση με τις άλλες παραστρατιωτικές ομάδες.
Ένας άλλος λόγος που εξηγεί την δημοφιλία της είναι επειδή υπολογίζει τις εύθραυστες ισορροπίες στο εσωτερικό του Λιβάνου. Για παράδειγμα δεν επιδιώκει την εφαρμογή του ισλαμικού νόμου. Γνωρίζει πολύ καλά πως δεν μπορεί να επιβληθεί σε μία χώρα, όπου κατοικούν χιλιάδες χριστιανοί. Επίσης δεν αμφισβητεί το σύνταγμα του Λιβάνου, παρόλο που θεωρείται ένα ξεπερασμένο κατάλοιπο της γαλλικής αποικιοκρατίας. Η πιο αμφιλεγόμενη διάταξή του ορίζει ότι ο πρόεδρος της χώρας πρέπει να είναι χριστιανός μαρωνίτης, ο πρωθυπουργός σουνίτης και ο πρόεδρος του κοινοβουλίου σιίτης. Το σύνταγμα αποτρέπει την Χεζμπολάχ να διεκδικήσει την πρωθυπουργία, αν και έχει την πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών εδρών.
Ο ρόλος των σιιτών είναι υποβαθμισμένος, παρόλο που πλειοψηφούν στις τάξεις του λιβανέζικου πληθυσμού. Η Χεζμπολάχ θα συμμετάσχει ξανά σε κυβέρνηση συνεργασίας πιθανότατα πάλι με πρωθυπουργό τον σουνίτη πολιτικό Σάαντ Χααρίρι. Αν και το κόμμα του Χαρίρι έχασε το 1/3 των εδρών του, θα αναλάβει πρωθυπουργός μόνο και μόνο, επειδή είναι σουνίτης. Δεν χρειάζεται κάτι περισσότερο για να διαπιστώσουμε ότι οι συνταγματικές διατάξεις του Λιβάνου είναι παντελώς αναντίστοιχες με την κοινωνική πραγματικότητα της χώρας.
Η αντίπαράθεση σιϊτών-σουνιτών
Όσον αφορά τον Χαρίρι, λίγους μήνες πριν είχε απειλήσει με παραίτηση από την πρωθυπουργία, κατηγορώντας την Χεζμπολάχ ότι σχεδίαζε την δολοφονία του. Ούτε οι πιο φανατικοί εχθροί της σιιτικής οργάνωσης δεν πίστεψαν τον ισχυρισμό του, όπως απέδειξε ο καταποντισμός του κόμματος του στις εκλογές. Η συγκεκριμένη κατηγορία είχε προκαλέσει μείζονα πολιτική κρίση στον Λίβανο, αλλά αποσοβήθηκε χάρη στην παρέμβαση του προέδρου της χώρας Μισέλ Αούν.
Ο βετεράνος μαρωνίτης στρατηγός γνώριζε πως ο Χαρίρι στην κυριολεξία εξαναγκάστηκε από τον βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας να προχωρήσει στις σχετικές καταγγελίες. Πίστευε πως ο Σαουδάραβας βασιλιάς είχε σκοπό να μεταφέρει την αντιπαράθεση σιιτών-σουνιτών στο εσωτερικό του Λιβάνου, όπως υποπτεύεται ότι αποπειράθηκε και το 2014. Τότε είχαν σημειωθεί μία σειρά αιματηρών βομβιστικών επιθέσεων στις σιιτικές συνοικίες της χώρας.
Την ευθύνη είχε αναλάβει η «Αλ Νούσρα Λιβάνου». Ουσιαστικά πρόκειται για το παρακλάδι της συριακής τζιχαντιστικής οργάνωσης «Αλ Νούσρα», η οποία είναι το τοπικό παράρτημα της Αλ Κάιντα και την οποία υποστήριζε η Σαουδική Αραβία έναντι του καθεστώτος Άσαντ. Εκείνη την περίοδο είχαν σημειωθεί κάποιες αιματηρές συγκρούσεις σουνιτικών και σιιτικών ένοπλων ομάδων στον Λίβανο, αλλά δεν πήραν γενικευμένη έκταση.
Όταν ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Ρεξ Τίλερσον επισκέφτηκε τον Λίβανο τον περασμένο Φεβρουάριο μίλησε για την «απειλή της Χεζμπολάχ» ενώπιον του Μισέλ Αούν. Ο χριστιανός πρόεδρος της χώρας απάντησε πως θεωρεί «απειλή το Ισραήλ, όχι την Χεζμπολάχ«. Τα ερείσματα τις σιιτικής οργάνωσης στις λιβανέζικες ένοπλες δυνάμεις, ακόμα και στην κοινότητα των χριστιανών μαρωνιτών, είναι ένας επιπλέον λόγος που εξηγεί την ευρεία απήχηση της.
Το μπραντντεφέρ Χεζμπολάχ-Ισραήλ
Μόνο το Ισραήλ εμφανίζεται έτοιμο να αντιπαρατεθεί με την Χεζμπολάχ για να αναχαιτίσει την ιρανική επιρροή στα σύνορα του. Σύμφωνα με Ισραηλινό υπουργό «το κράτος του Ισραήλ δεν διαχωρίζει πλέον τον Λίβανο από την Χεζμπολάχ«. Για το Τελ Αβίβ όποια επίθεση και αν δεχτεί από το έδαφος του Λιβάνου, υπεύθυνη θα είναι η κεντρική κυβέρνηση της Βηρυτού, όχι η σιιτική οργάνωση μεμονωμένα.
Το Ισραήλ είχε προσπαθήσει και παλαιότερα να εξουδετερώσει την οργάνωση με μία στρατιωτική εισβολή στον Λίβανο το 2006. Όμως αναγκάστηκε να υποχωρήσει μόλις συνειδητοποίησε ότι θα πλήρωνε βαρύ φόρο αίματος. Πρέπει να σημειώσουμε πως από τότε η Χεζμπολάχ αποφεύγει μονίμως τις στρατιωτικές προκλήσεις έναντι του Ισραήλ. Επίσης το Ισραήλ, αν και πραγματοποιεί συχνά αεροπορικές επιθέσεις έναντι στόχων του Ιράν στην Συρία, αποφεύγει όμως να στοχεύει βάσεις της Χεζμπολάχ στον Λίβανο.
Από την πλευρά της και η Χεζμπολάχ εάν εκτοξεύσει μία ρουκέτα στο Ισραήλ από τον Λίβανο, θα ακολουθήσουν με βεβαιότητα σκληρά αντίποινα από την ισραηλινή αεροπορία. Τα αντίποινα θα προκαλέσουν την δυσαρέσκεια πολλών Λιβανέζων για την οργάνωση, όπως ακριβώς είχε συμβεί τις προηγούμενες δεκαετίες με την αντάρτικη δράση των Παλαιστινίων φενταγίν. Ως εκ τούτου, η Χεζμπολάχ δεν είναι πρόθυμη να ρισκάρει την συμμετοχή της στην κυβέρνηση της χώρας.
Το Ισραήλ από την πλευρά του αποφεύγει να υπονομεύσει την σταθερότητα του Λιβάνου. Όπως είδαμε, οι αντιδράσεις της για το ζήτημα της Ιερουσαλήμ ή για τους βομβαρδισμούς της ισραηλινής αεροπορίας στην Συρία ήταν καθαρά ρητορικές. Η Χεζμπολάχ είναι πάντα σε συνεννόηση με την ιρανική κυβέρνηση, η οποία είναι φανερό πως επίσης συστήνει «αυτοσυγκράτηση». Υπάρχει, όμως, κίνδυνος να αλλάξει τακτική μετά την μονομερή αποχώρηση των ΗΠΑ από την συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Η επόμενη μέρα της απόφασης Τραμπ
Είναι ένας από τους λόγους που εξηγεί γιατί ο Γάλλος Πρόεδρος Μακρόν προσπαθούσε να αποτρέψει τον Πρόεδρο Τραμπ από την αμφιλεγόμενη απόφαση του. Με δεδομένη την αντιπαράθεση του Ιράν με το Ισραήλ και την Σαουδική Αραβία έχει κάθε λόγο να φοβάται το ξέσπασμα ενός νέου πολέμου στην Μέση Ανατολή. Ειδικά στον Λίβανο που έχει ιστορικό αιματηρών συγκρούσεων.
Για τον Τραμπ η μονομερής αποχώρηση των ΗΠΑ από την συμφωνία, είναι ένας τρόπος για να αναχαιτιστεί η αυξανόμενη επιρροή της Τεχεράνης στην Μέση Ανατολή. Αρχικά η αμερικανική κυβέρνηση σχεδίαζε να ανακοινώσει τις προθέσεις της για το μέλλον της συμφωνίας το ερχόμενο Σάββατο. Ίσως η εκλογική νίκη της Χεζμπολάχ να επίσπευσε τις εξελίξεις.
Πάντως σύμφωνα με νεότερες ανακοινώσεις της ιρανικής κυβέρνησης, η Τεχεράνη θα μείνει πιστή στην συμφωνία, την οποία υποστηρίζουν επίσης όλες οι χώρες της ΕΕ. Προηγουμένως το Ιράν δήλωνε πως χωρίς τις ΗΠΑ η συμφωνία «είναι νεκρή». Τώρα, όμως, βλέπουμε πως είναι έτοιμο για συνομιλίες με την Ρωσία, την Κίνα και τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Η αντιπαράθεση του είναι με την κυβέρνηση Τραμπ, όχι συλλήβδην με την Δύση, όπως στα χρόνια του Αγιοτολάχ Χομεϊνί.
Το πιθανότερο σενάριο είναι το Ιράν να εξακολούθησει να προκρίνει την πολιτική της «αυτοσυγκράτησης». Θεωρεί πως είναι προς το συμφέρον της Τεχεράνης η απομόνωση της Ουάσιγκτον από την διεθνή κοινότητα. Επομένως δεν πρέπει να αναμένουμε κάποια στρατιωτική πρόκληση από την Χεζμπολάχ, αν κρίνουμε την συνολικότερη στάση της οργάνωσης στο πρόσφατο παρελθόν. Οι συζητήσεις που θα ακολουθήσουν στον Λίβανο για τον σχηματισμό κυβέρνησης είναι ένας επιπλέον λόγος που θα αποτρέψει την οργάνωση από την περαιτέρω κλιμάκωση. Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν το Ισραήλ θα επιχειρήσει να προβοκάρει, αναλαμβάνοντας την πρωτοβουλία επιθετικών στρατιωτικών ενεργειών.