Έβλεπα χθες βράδυ ένα επεισόδιο του «ριάλιτι» Hell’s Kitchen, όπου διάφοροι νέοι και νέες διαγωνίζονται στην μαγειρική υπό την αυστηρή εποπτεία του σεφ Μποτρίνι.
Καμία σχέση με το Power of Love ή το Game of Love, όπου οι διαγωνιζόμενοι(ες) είναι απλά σούργελα που ψάχνουν τρόπο να γίνουν διάσημοι(ες) και ίσως να βρουν καμιά γόνο εφοπλιστών να τυλίξουν ή έστω να κάνουν καριέρα (στην καλύτερη) με τον Σειρηνάκη.
Στο εν λόγω μαγειρικό ριάλιτι οι παίκτες είναι σαφώς πιο προσγειωμένοι, πιο γήινοι, και τουλάχιστον κατέχουν μια τέχνη, αυτή του μαγειρεύειν.
Πέρα λοιπόν από τα διάφορα που μαθαίνει κανείς παρακολουθώντας τους επίδοξους σεφ, όπως οξύτητες, εντάσεις, κερωμένη τρούφα, αέρα από φινόκιο, σφαιροποίηση, infusion, και λοιπές σαχλαμάρες, το χθεσινό επεισόδιο μου πρόσφερε ένα ακόμη μάθημα ζωής.
Τι συνέβη; Τους ανέθεσε ο Μποτρίνι να φτιάξουν από ένα πιάτο μέσα σε 40 λεπτά. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο χρόνος είναι καίριος, αφού αν δεν υπήρχαν σαφή και αυστηρά όρια τότε ίσως κι εγώ να μπορούσα να παρουσιάσω κάποιο πιάτο που να τρώγεται.
Τι έγινε λοιπόν; Μόλις άρχισε η αντίστροφη μέτρηση, στα 10 δευτερόλεπτα, οι 9 στους 10 σταμάτησαν ό,τι έκαναν, με μια κοπέλα να παραδίδει ελλιπές πιάτο, που όμως αν είχε 2 ακόμη λεπτά θα είχε ολοκληρωθεί.
Έλα όμως που βρέθηκε ο κλασικός… αιλυναράς, ένας «εύσωμος» παίκτης με συμπαθή και καλοκάγαθη φάτσα, προφανώς συριζαίος, που συνέχισε απαθής να «στήνει» το πιάτο του για 4-5 λεπτά μετά την λήξη του χρόνου, κι ενώ οι υπόλοιποι ήταν στη θέση τους περιμένοντας τον κριτή σεφ.
Η κοπέλα που λέγαμε εξανέστη, και όταν ο τύπος πήρε κι αυτός τη θέση του στον πάγκο, τόλμησε να τον ρωτήσει πως και γιατί αγνόησε τον κανονισμό του χρόνου, λέγοντας πως η ίδια προτίμησε να παρουσιάσει ατελές πιάτο παρά να κάνει παράβαση των κανόνων, αφού κάτι τέτοιο θα ήταν άδικο για όλους.
Μέχρις εδώ όλα καλά, αφού η κοπελιά είχε το δίκιο με το μέρος της. Έλα όμως που ζούμε στην μπανανία που ζούμε, και αντί να την σιγοντάρουν, αμέσως έπεσαν όλοι να την φάνε. Όχι μόνο ο παραβάτης, αλλά και τα φιλαράκια του στην μπλε ομάδα, και ω τι έκπληξη, ακόμη και οι δικές της συμπαίκτριες στη κόκκινη ομάδα.
Μέχρι και ρουφιάνα την αποκάλεσαν, επειδή τόλμησε να ψελλίσει το αυτονόητο, ότι οι κανόνες πρέπει να τηρούνται αλλιώς όλα γίνονται μπάχαλο.
Και όμως… αυτό το νοσηρό φαινόμενο της ατιμωρησίας, που το βλέπουμε καθημερινά σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνίας μας, και που έχει θεριέψει αφού πλέον στηρίζεται και θεσμικά από το «τσίρκο» που μας κυβερνά, έδειξε το σιχαμερό του πρόσωπο και στο εν λόγω ριάλιτι.
Αποδεικνύοντας πασιφανώς ότι η κουλτούρα της ασυδοσίας, του «έλα μωρέ, δεν έγινε τίποτα», έχει εμποτίσει το μεδούλι του σύγχρονου Έλληνα, και ειδικά των νέων. Ο νομοταγής είναι γραφικός και αποβάλλεται, ενώ ο κάθε είδους παραβάτης είναι πρότυπο και επιβραβεύεται.
Το βλέπουμε στους δρόμους, όπου ο κάθε κάγκουρας παρκάρει όπου θέλει, και τηρεί τον ΚΟΚ μόνο όταν τον βολεύει. Τροχαία πουθενά.
Το βλέπουμε στο δημόσιο, όπου ο κάθε ανεπαρκής ή ακόμη και επίορκος ζει και βασιλεύει, πολλές φορές προάγεται κιόλας (αν έχει κομματικά κονέ), ενώ ακόμη κι αν έχει κλέψει αποδεδειγμένα συνεχίζει να «εργάζεται» σαν να μην τρέχει τίποτα.
Το βλέπουμε στα σχολεία, όπου ακόμη και αναλφάβητοι παίρνουν απολυτήριο λυκείου.
Το βλέπουμε στα πανεπιστήμια, τα οποία εκτός του ότι παράγουν… φτυχιούχους του ενός συγγράμματος, έχουν μεταβληθεί και σε άντρα παρανομίας αλλά και ασφαλή καταφύγια του κάθε κακοποιού.
Το βλέπουμε με τους «ακτιβιστές» του Ρουβίκωνα, που αλωνίζουν όπου και όποτε θέλουν, ακόμη και μέσα σε ξένες πρεσβείες, παίζοντας επικίνδυνα παιχνίδια με την εξωτερική μας πολιτική, αλλά δεν τους ακουμπάει κανείς. Μάλιστα, ένας δήμαρχος (Τήνου) που τόλμησε να τους κάνει μήνυση, με την ανεξάρτητη δικαιοσύνη να τους αθωώνει πανηγυρικά, σήμερα απειλείται επωνύμως!
Το βλέπουμε στο σωφρονιστικό μας σύστημα, που ότι κι αν έχεις κάνει, όσους κι αν έχεις σκοτώσει, το πολύ να καταδικαστείς σε 20 χρονάκια, από τα οποία μόνο αν θέλεις να μείνεις μέσα και να μην αποδράσεις θα εκτίσεις 5-6 το πολύ, και πάλι αν θέλεις βγαίνεις άμεσα με τον Νόμο Παρασκευόπουλου. Και όλα αυτά με ενδιάμεσες εβδομαδιαίες άδειες!
Το βλέπουμε στα Εξάρχεια (και όχι μόνο), τα οποία έχουν πλέον αυτονομηθεί από το ελληνικό κράτος.
Το βλέπουμε στα γήπεδα, τα οποία είναι πλέον πιο επικίνδυνα κι από τα πεδία μάχης στη Συρία.
Το βλέπουμε στα νησιά, και στα διάσπαρτα ανά τη χώρα χοτ σποτς, όπου οι διάφορες ΜΚΟ, που σε άλλα κράτη ελέγχονται ή και απαγορεύονται, κάνουν πάρτι, ουσιαστικά αντικαθιστώντας το κράτος.
Και πάει λέγοντας…
Για να μη μακρηγορώ, παντού βλέπουμε ασυδοσία, ατιμωρησία, κανείς δεν λογοδοτεί, και όλοι είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε ότι μας καπνίσει με το κράτος να απέχει επιδεικτικά.
Δεν είναι μόνο σύμπτωμα της συριζέικης κατάπτωσής μας. Είναι κάτι βαθύτερο. Έχει να κάνει με την κουλτούρα της μεταπολίτευσης, με εμφυλιοπολεμικά κόμπλεξ, με σύνδρομα Στοκχόλμης, με συμπλέγματα κατωτερότητας, και με το κλασικό επιχείρημα ότι είχαμε 400 χρόνια τουρκοκρατία και άρα ο Έλληνας είναι εχθρικός απέναντι σε οποιαδήποτε μορφή εξουσίας προσπαθήσει να του θέσει κανόνες.
Και ίσως να είναι έτσι, μόνο που πλέον (ειδικά τα τελευταία χρόνια) καμία μορφή εξουσίας δεν προσπαθεί να επιβάλλει κανόνες, αφού μας κυβερνούν αντιεξουσιαστές, όπως αρέσκονται να αυτοχαρακτηρίζονται οι συριζαίοι, ο πιο νομοταγής εκ των οποίων δεν πήγε καν φαντάρος, ενώ οι λίγοι και πούροι «επαναστάτες», μη προερχόμενοι από το Πασόκ, είναι δεδηλωμένοι οπαδοί της τρομοκρατίας και των μολότοφ. Κι αν αυτοί έχουν πλέον περάσει στο παρασκήνιο, απολαμβάνοντας τις καρέκλες της εξουσίας, τα παιδιά τους συνεχίζουν την επανάσταση στα πεζοδρόμια… Έτσι δεν είναι;
Θυμάται κανείς τους νεκρούς της ΜΑΡΦΙΝ; Μπα… μόνο τους νεκρούς της ΕΡΤ!
Το αποτέλεσμα όλων αυτών των στρεβλών ιδεοληψιών, που σήμερα είναι και επίσημα καθεστώς, το ζούμε στην καμπούρα μας απαξάπαντες, αθώοι και ένοχοι ταυτόχρονα. Διότι ακόμη κι ο πιο αλληλέγγυος, ακόμη κι ο πιο φανατικός «ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ», κινδυνεύει από μαχαίρωμα Μαροκινού, ή πληρώνει τα «πιστόλια» και τα φέσια των άλλων ομοϊδεατών του μέσω της ΔΕΗ κλπ.
Ιδρώνει κανενός το αφτί; Μπα… απλά συνεχίζουμε την λαθραία πορεία μας ως χώρα, σαν το καραβάνι που έλεγε ο Τσίπρας. Μόνο που το καραβάνι του πολιτισμού και της ανάπτυξης μας έχει προσπεράσει προ πολλού, κι εμείς μείναμε πίσω μόνοι μας, σαν το σκύλο, που άλλοτε ήταν οδηγός, και σήμερα απλά ξύνει τη ράχη του γαβγίζοντας το φεγγάρι…