Τι αποδεικνύει η υπόθεση Μπαντέμη για τα δύο μέτρα και δύο σταθμά πολιτικών και δημοσιογραφούντων
Από τον
Γιάννη Κουριαννίδη*
Τον Παναγιώτη τον γνώρισα πριν από έξι χρόνια. Ενα νέο παιδί, με βλέμμα καθαρό, με λόγο που άρμοζε στην ηλικία του, δηλαδή ανατρεπτικό και δυναμικό, αλλά παράλληλα ειλικρινή και σώφρονα. Ποτέ δεν μου κρύφτηκε. Μου μίλησε για τις αγωνίες του, για τα λάθη του, για τα σχέδιά του για το μέλλον, για τα σοβαρότατα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν η μητέρα του και οι δύο αδελφές του, τις οποίες ο ίδιος προσπαθεί ακόμη και σήμερα να βοηθήσει και να συντηρήσει.
Ο Παναγιώτης ήταν ένα από τα πολλά παιδιά που στα εφηβικά χρόνια τους αναζήτησαν τη διέξοδο στις αγωνίες και στις στενωπούς που σφυρηλατεί καθημερινώς το ανάλγητο καθεστώς του κομματικού κράτους και εσχάτως των Μνημονίων σε περιθωριακές οργανώσεις που είχαν πρόσημο πατριωτικό και εθνικό. Οργανώσεις, όμως, που -δυστυχώς γι’ αυτόν- με τη δράση τους οδηγούσαν νομοτελειακά σε σύγκρουση με το σύστημα, που θα είχε ως μόνο χαμένο τον ίδιο. Κι έτσι έγινε…
Η κακιά στιγμή δεν άργησε να έρθει και ο Παναγιώτης βρέθηκε μπλεγμένος με τον νόμο, προφυλακίστηκε κι όταν έφτασε η μέρα της δίκης καταδικάστηκε πρωτοδίκως, με ελλιπή στοιχεία, σε βαρύτατη ποινή και μάλιστα χωρίς αναστολή μέχρι τη συζήτηση της έφεσής του. Στη δίκη του ήταν μόνος. Απέναντί του είχε να αντιμετωπίσει έναν εσμό αριστερών νομικών, δημοσιογράφων, «αλληλέγγυων», που σε συνδυασμό με την εξάντληση της αυστηρότητας του νόμου οδήγησαν στη βαρύτατη ποινή, παρότι κατά γενική ομολογία δεν υπήρξαν τα στοιχεία και οι μαρτυρίες που να καταδεικνύουν την ενεργό συμμετοχή του στην επίθεση για την οποία κατηγορήθηκε μαζί με άλλους εναντίον δύο γυναικών από την Αλβανία. Πιθανότατα αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο ύστερα από λίγο διάστημα αποφυλακίστηκε με βούλευμα μέχρι την εκδίκαση της έφεσής του.
Από τότε έως σήμερα, κι ενώ πλησιάζει η ημέρα του εφετείου, ο Παναγιώτης Μπαντέμης εργάζεται για να συντηρήσει τις μικρότερες αδελφές του και τη μητέρα του, κάνει όνειρα για το μέλλον με την κοπέλα του, ενώ τον όποιον ελεύθερο χρόνο του τον αφιερώνει στη μεγάλη του αγάπη, την Εθνοφυλακή, στην οποία δραστηριοποιείται εδώ και πολλά χρόνια, μη έχοντας χάσει ούτε μία άσκηση, ούτε μία βολή, ούτε μία δράση πολιτικής προστασίας, ενώ παράλληλα είναι εθελοντής διασώστης.
Λόγω της ενασχόλησής του, η φυσική του κατάσταση είναι τέτοια που σε δύο περιπτώσεις κυνήγησε και βοήθησε στη σύλληψη δύο ληστών, κάτι που τον έκανε ιδιαίτερα αναγνωρίσιμο και αγαπητό στην περιοχή όπου ζει, στη Μακεδονία.
Παράλληλα, στις στρατιωτικές ασκήσεις έχει αναδειχθεί ως ένας από τους καλύτερους ελεύθερους σκοπευτές, ενώ χαρακτηρίζεται από όλους ο καλύτερος εθνοφύλακας στην Ελλάδα. Δεν είναι μάλιστα λίγοι αυτοί με τους οποίους έχει φωτογραφηθεί μαζί τους, όπως ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Π. Καμμένος, αλλά και ο γ.γ. του ΚΚΕ Δ. Κουτσούμπας.
Με δεδομένα όλα τα παραπάνω και κυρίως την έλλειψη αξιόπιστων στοιχείων εναντίον του, κάτι που οδήγησε και στο βούλευμα αποφυλάκισής του μέχρι το εφετείο, η αισιοδοξία όλων για την τελική έκβαση της δίκης ήταν εμφανής. Κάποιοι όμως είχαν άλλα σχέδια…
Τον τελευταίο καιρό, λίγες μέρες δηλαδή πριν από τη δίκη, εμφανίστηκαν δημοσιεύματα εναντίον του, τόσο στην «Εφημερίδα των Συντακτών» όσο και στην «Αυγή», τα οποία πρόθυμα αναπαρήγαγαν και άλλα έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, τα οποία αναλώθηκαν σε ένα απίστευτο κατηγορητήριο εναντίον του, σκαλίζοντας ένα παρελθόν το οποίο ρητά και κατηγορηματικά έχει αποποιηθεί ο Παναγιώτης, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο 17 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να καταθέσουν ερώτηση στη Βουλή (!) για το πώς είναι δυνατόν ο υπουργός Εθνικής Αμυνας να φωτογραφίζεται με έναν… χρυσαυγίτη!
Ισως έχουν βάση όσα ακούστηκαν περί της προσπάθειας κάποιων κύκλων του συγκυβερνώντος κόμματος να πλήξουν πολιτικά τον κ. Καμμένο και επειδή δεν βρήκαν άλλον τρόπο, ακολούθησαν τη γνωστή πρακτική με το να χτυπάνε το σαμάρι. Μπορεί να είναι και έτσι, μπορεί και να μην είναι.
Αυτό που σίγουρα, όμως, πρέπει να στηλιτευτεί στην πρακτική αυτών των τύπων (βουλευτές και δημοσιογραφούντες) είναι η κανιβαλίστικη προσπάθειά τους να τσακίσουν έναν νέο άνθρωπο για κάποια λάθη που έκανε στο παρελθόν και για τα οποία έχει μετανιώσει, αποδεικνύοντάς το εμπράκτως στα χρόνια που ακολούθησαν.
Ισως διότι αυτός έμεινε πιστός στις πατριωτικές του θέσεις και ιδέες, που αφού δεν βρήκαν διέξοδο μέσα από τις εφηβικές επιλογές του, αποφάσισε να τις κάνει πράξη στην ατομική του ζωή για το καλό της πατρίδας και της κοινωνίας. Προφανώς τα όποια δικαιώματα μόρφωσης, αποκατάστασης, επανένταξης και μιας φυσιολογικής ζωής για τους ανθρωποφάγους της Αριστεράς είναι μόνο για Κουφοντίνες, Ξηρούς, Ρωμανούς κ.ά. που δίνουν ιδεολογική επίφαση στην εγκληματική δραστηριότητά τους. Ολοι οι άλλοι γι’ αυτούς απλώς δεν αξίζει καν να ζουν…
*Διευθυντής περιοδικού «Ενδοχώρα»