Τι κρύβεται πίσω από τις προτάσεις των Σκοπιανών και οι πιθανές διεκδικήσεις για την «επόμενη ημέρα»
Το Σκοπιανό είναι ένα ζήτημα που συζητείται εδώ και χρόνια. Και όταν συζητάς κάτι αυταπόδεικτο, ότι δηλαδή δεν υπάρχουν μακεδονικό έθνος και μακεδονική γλώσσα, δίνεις δικαιώματα σε όσους υποστηρίζουν το αντίθετο να εμφανίζονται ως «η άλλη πλευρά» που επιζητεί το δίκαιό της μέσω διαιτησίας. Πολύ δε περισσότερο, όταν επί σειρά δεκαετιών θεωρούσαμε το πρόβλημα «ανύπαρκτο», αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στους απατεώνες της Ιστορίας να δομούν το αφήγημα του μακεδονισμού.
Ενα ζήτημα που απαιτεί καθαρά πολιτική λύση επιχειρείται ανοήτως να τεκμηριωθεί ιστορικά. Υπάρχει άραγε κανείς που να πιστεύει ότι κάθε Μέρκελ και κάθε Νίμιτς δεν γνωρίζουν την ιστορική αλήθεια; Υπάρχει κανείς που να πιστεύει τις ανοησίες περί μακεδονισμού κάθε Ζάεφ και κάθε Γκρούεφσκι;
Προφανώς και δεν υπάρχει. Απλώς, οι πολιτικές σκοπιμότητες που κρύβονται πίσω από αναφορές σε ανθρώπινα δικαιώματα και αυτοπροσδιορισμό δείχνουν να επιβάλλονται απέναντι στην εθελοδουλία της ελλαδικής κυβέρνησης, η οποία φαίνεται ότι προσπαθεί να βρει εξωφρενικές δικαιολογίες για το διαφαινόμενο επικείμενο ξεπούλημα του ονόματος της Μακεδονίας μας.
Οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν ότι οι Σκοπιανοί φαίνεται ότι καταλαβαίνουν ότι το μακεδονικό αφήγημα φτάνει στο αδιέξοδο τέλος του. Αυτός είναι και ο λόγος που οι νέες προτάσεις τους για το όνομα του κρατιδίου τους περικλείουν ιστορικές αναφορές πολύ επικίνδυνες, αφού υποκρύπτουν έναν επεκτατισμό πολύ πιο υπαρκτό από τον υποτιθέμενο δικό τους. Αναφερόμαστε στον βουλγαρικό επεκτατισμό, αφού τόσο η «Μακεδονία του Ιλιντεν» όσο και η «Μακεδονία του Κρουσόβου» αυτό ακριβώς υποδηλώνουν.
Την ημέρα της εορτής του Προφήτη Ηλία, στις 20 Ιουλίου του 1903, όταν η προσπάθεια της Βουλγαρίας να ξεσηκώσει το σλαβόφωνο ελληνικό στοιχείο της Μακεδονίας κατά των Οθωμανών έπεσε στο κενό, αφού οι Ελληνες δεν υπάκουσαν στα κελεύσματά της, ο Ελληνισμός της Μακεδονίας πλήρωσε βαρύ τίμημα με σφαγές και λεηλασίες από τους Οθωμανούς. Ιδιαιτέρως εσφαγιάσθη ο Ελληνισμός του Κρουσόβου. Παρά την αποτυχία τους, οι Βούλγαροι καθιέρωσαν την ημέρα αυτή (ημέρα του Ηλία = Ιλιντεν) ως ημέρα της επανάστασής τους και την τιμούν με εκδηλώσεις εθνικού χαρακτήρα. Το ίδιο, φυσικά, κάνουν και οι Σκοπιανοί, υποδηλώνοντας με τον τρόπο αυτό τη φυλετική και τη συνειδησιακή ταυτότητά τους.
Συνεπώς, και οι δύο παραπάνω προτεινόμενες ονομασίες αποσκοπούν στην επαναφορά του βουλγαρικού μεγαλοϊδεατισμού στη νότια περιοχή της Χερσονήσου του Αίμου, με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό για την ειρήνη.
Η αναφορά του υπουργού Εξωτερικών Ν. Κοτζιά περί μακεδονικής γλώσσας, την οποία είναι έτοιμος να αναγνωρίσει, δεν αποτελεί απλώς ένα διπλωματικό λάθος, αλλά πρωτίστως μια πολιτική πράξη, τις συνέπειες της οποίας θα δούμε αμέσως μετά την όποια συμφωνία προκύψει επί του ονόματος, όταν οι ελάχιστοι πρόθυμοι εκφραστές του μακεδονισμού θα ζητήσουν σχολεία και τόπους λατρείας στη γλώσσα τους και καθιέρωσή της σε νοσοκομεία, δικαστήρια και γενικώς σε κάθε δημόσια χρήση της.
Η επίκληση εκ μέρους του των Πρακτικών της Τρίτης Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για την Τυποποίηση Γεωγραφικών Ονομάτων, όπου τάχα η τότε κυβέρνηση αναγνώρισε μακεδονική γλώσσα (στην πραγματικότητα πρόκειται απλώς για την αποδοχή κάποιων συγκεκριμένων γεωγραφικών τοπωνυμίων στον χώρο της Μακεδονίας), αν δεν εκληφθεί ως γελοία, τότε είναι εθνικά άκρως επικίνδυνη. Δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να επαναληφθούν λάθη που έγιναν στο παρελθόν από την αβελτηρία της ελληνικής πλευράς, που έδωσαν λαβές και επιχειρήματα στους Σκοπιανούς.
Η στάση διαφόρων σταλινικών απολιθωμάτων, όπως του βουλευτή Θεσσαλονίκης Τρ. Μηταφίδη, που δεν διστάζει να αποδεχθεί την ύπαρξη τόσο του μακεδονικού έθνους όσο και της μακεδονικής γλώσσας, δεν ξενίζει, αφού έρχεται από πολύ μακριά, από την εποχή που οι ιδεολογικοί πρόγονοί του σήκωσαν τα όπλα κατά της πατρίδας τους στο πλευρό των Βούλγαρων ομοϊδεατών τους.
Δυστυχώς, όμως, μερικοί σαν κι αυτόν θα στηρίξουν με την ψήφο τους την όποια πρόταση ξεπουλήματος της Μακεδονίας έρθει στη Βουλή. Οι υπόλοιποι, όμως; Θα αγνοήσουν τη βούληση των εκατομμυρίων του ελληνικού λαού που κατέκλυσαν τις μεγάλες πόλεις της πατρίδας μας ενάντια στο επιχειρούμενο ξεπούλημα; Δεν μένει παρά να το διαπιστώσουμε σύντομα…
*Διευθυντής περιοδικού «Ενδοχώρα»